Κοινή έκκληση προς το Ιράν απεύθυναν τέσσερις πρώην πρόεδροι της Γερμανίας σχετικά με την απελευθέρωση των δύο Γερμανών δημοσιογράφων που κρατούνται από τις αρχές Οκτωβρίου με την κατηγορία της κατασκοπείας.

Η ομάδα των προέδρων-Χορστ Κέλερ, Ρόμαν Χέρτζοχ, Βάλτερ Σέελ και Ρίχαρντ φον Βάιτσεκερ-δημοσίευσαν την έκκλησή τους στην κυριακάτικη εφημερίδα Μπιλντ αμ Ζόνταγκ, εφημερίδα στην οποία εργάζονταν οι δύο δημοσιογράφοι.

Ο Κέλερ, ο οποίος εγκατέλειψε την προεδρία τον περασμένο Μάιο και ο οποίος έκτοτε έχει αποσυρθεί από το πολιτικό προσκήνιο, παρότρυνε την Τεχεράνη, επικαλούμενος τις ανθρώπινες αξίες και τις παραδοσιακά καλές της σχέσεις με τη Γερμανία, να απελευθερώσει του δύο δημοσιογράφους και να τους επιτρέψει να επιστρέψουν στις οικογένειές τους ενόψει των Χριστουγέννων.

Ο Χέρτζοχ, πρόεδρος από το 1994 έως το 1999, τονίζει πως ένα «έθνος με μεγάλο πολιτισμό όπως το Ιράν θα πρέπει να εφαρμόζει τη δικαιοσύνη» και να επιτρέψει στους δημοσιογράφους να φύγουν. Επίσης επισημαίνει ότι «ιδιαίτερα στο Κοράνι η ιδέα του ελέους διαδραματίζει σημαντικό ρόλο».

Ο Σέελ (1974-79), επικαλείται την προβεβηκυία ηλικία του, 92 ετών, για να τονίσει πως έχει νοιώσει ζωντανά «τι σημαίνει να μην μπορείς να εκφρασθείς ελεύθερα τη γνώμη σου»-αναφερόμενος στη ναζιστική περίοδο που βίωσε στη νιότη του.

«Κάθε κράτος θα πρέπει να αποδέχεται την ελευθερία και την απρόσκοπτη δημοσίευση από τους δημοσιογράφους, «συνεπώς καλώ την ιρανική κυβέρνηση να απελευθερώσει πριν τα Χριστούγεννα τους δύο δημοσιογράφους», τονίζει ο Σέελ.

Ο Φον Βάιτσεκερ (1984-94) περιέγραψε το Ιράν ως ένα «σημαντικό κράτος με έναν μεγάλο, ανεξάρτητο, πολιτισμό και μία ιδιαίτερη αυτοπεποίθηση», προσθέτοντας πως αναμένει, λοιπόν, «από αυτό το κράτος, να μην εξαντλήσει την εκδίκησή του στους δημοσιογράφους εξαιτίας της επικριτικής φωνής των μέσων ενημέρωσης».

Οι δύο κρατούμενοι-ένας δημοσιογράφος και ένας φωτογράφος-συνελήφθησαν τον Οκτώβριο στο βορειοδυτικό Ιράν μετά τη συνέντευξη με τον γιό της καταδικασμένης σε θάνατο Σακίνεχ Μοχαμαντί Αστιανί για τη δολοφονία του συζύγου της και για μοιχεία. Οι δύο είχαν εισέλθει στο Ιράν χωρίς βίζα και κατηγορούνται για κατασκοπεία και δυσφήμιση του Ιράν και τον Νοέμβριο είχαν παρουσιασθεί στην ιρανική κρατική τηλεόραση όπου παραδέχθηκαν το σφάλμα τους.