Η νεανική ανεργία στην Ευρώπη και οι εξελίξεις στο Ιράκ και την Ουκρανία σχολιάζονται εκτενώς στον γερμανικό και ευρωπαϊκό Τύπο.

«Στην Ευρώπη 5 εκατομμύρια νέοι άνθρωποι είναι άνεργοι και για αυτούς η Ε.Ε. διαθέτει 6 δισεκατομμύρια ευρώ, ωστόσο εκτός από τη Γαλλία καμία άλλη χώρα δεν απορροφά τους σχετικούς πόρους», παρατηρεί σε σχόλιο της η γερμανική Die Welt -όπως μεταδίδει η Deutsche Welle– αποδίδοντας την κατάσταση αυτή στην αδυναμία της δημόσιας διοίκησης πολλών χωρών να διαχειριστούν τα σχετικά προγράμματα, μολονότι υπάρχει η ευρωπαϊκή «εγγύηση για τη νεολαία». «Τα χρήματα θα πρέπει να διοχετευθούν σε μέτρα που έχουν νόημα. Ένας σημαντικός λόγος που κάνει κάποιες χώρες να διστάζουν είναι η απουσία υποδομών. Πολλές χώρες έχουν αδύναμη δημόσια διοίκηση στο πεδίο της απασχόλησης.

Όμως, η δημόσια διοίκηση θα πρέπει να πρωταγωνιστήσει στην εφαρμογή της σχετικής εγγύησης», παρατηρεί η Die Welt και καταλήγει: «Ωστόσο, ακόμη και εάν οι πόροι διατεθούν πλήρως και με τον καλύτερο τρόπο προκειμένου να βγάλουν -έστω και προσωρινά- νέους από την ανεργία, θα πρόκειται για μεταβατικά και συνοδευτικά μέτρα. Προκειμένου η νεολαία να έχει μέλλον, θα πρέπει οι επιχειρήσεις να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας. Και σε αυτό δεν προσφέρει τίποτε η «εγγύηση για τη νεολαία». Σε αυτό μπορούν να συμβάλουν μόνο διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», καταλήγει το δημοσίευμα.

Ο Ομπάμα έχει να επιλέξει μεταξύ κακών λύσεων

Οι εξελίξεις στο ιρακινό σχολιάζονται σήμερα από τον ευρωπαϊκό τύπο, με την Süddeutsche Zeitung του Μονάχου να παρατηρεί ότι ο Μπαράκ Ομπάμα βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα δίλημμα: «Ο πρόεδρος ανέλαβε την εξουσία με στόχο να τερματίσει τους πολέμους και τώρα καλείται να αποφασίσει: ή δεν θα επιτεθεί και θα αποδεχθεί έτσι τη διάλυση του Ιράκ, την ανάπτυξη ενός χαλιφάτου του τρόμου και έναν πόλεμο Σουνιτών και Σιιτών. Σε διαφορετική περίπτωση, θα επιτεθεί και με αυτόν τον τρόπο θα στηρίξει το καθεστώς του ιρακινού πρωθυπουργού Μαλίκι, του οποίου η ανικανότητα και ο σεχταρισμός προκάλεσαν την κλιμάκωση της κρίσης. (…) Όπου και να γυρίσει να κοιτάξει ο Ομπάμα, έχει να επιλέξει μεταξύ κακών λύσεων», αποφαίνεται η εφημερίδα.

Για το ίδιο θέμα η γαλλική Liberation παρατηρεί: «Το διακύβευμα στο Ιράκ δεν είναι πλέον ο εμφύλιος πόλεμος ή η σύγκρουση μεταξύ κρατών, αλλά μια πολιτική στρατηγική που καταστρέφει τους Σιίτες και βάζει φωτιά στην Εγγύς Ανατολή. Από μέρα σε μέρα καθίσταται δυσκολότερο να αναχαιτισθούν οι μαχητές του ISIS. Οι επιτυχίες τους ενθαρρύνουν τους νέους ισλαμιστές που στρατολογούνται και τα όπλα και τα δολάρια που πέφτουν στα χέρια τους τους προσφέρουν δύναμη πυρός. Ενόψει αυτού του δράματος, δυτικές χώρες απαιτούν επειγόντως την διοργάνωση μιας διάσκεψης με τη συμμετοχή των χωρών της περιοχής. Ωστόσο, η Δύση έχει χάσει στην Εγγύς Ανατολή τόση αξιοπιστία που κανένας πλέον δεν πιστεύει σε μια θετική εξέλιξη», αποφαίνεται η Liberation.

Ο ρόλος της Μόσχας στο ουκρανικό

Στον ρόλο της Ρωσίας για την εξέλιξη του ουκρανικού επανέρχεται η ελβετική εφημερίδα Neue Zürcher Zeitung που επισημαίνει: «Η Μόσχα προχώρησε στην προσάρτηση της Κριμαίας με τρόπο αντίθετο προς το διεθνές δίκαιο, παράλληλα όμως έχασε έτσι μεγάλα τμήματα της υπόλοιπης Ουκρανίας. Και άλλες χώρες που προέκυψαν από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης εντείνουν τώρα τις προσπάθειές τους να απαλλαγούν από τη ρωσική επιρροή δια της προσέγγισης με την ΕΕ. Η υπογραφή των συμφωνιών σύνδεσης της ΕΕ, την Ουκρανία, τη Μολδαβία και τη Γεωργία την περασμένη Παρασκευή συνιστά ήττα από την οπτική γωνία της Ρωσίας. Όσο το Κρεμλίνο θα επιμένει στην ηγεμονία του επί του μετασοβιετικού χώρου και θα αντιμετωπίζει την Ουκρανία ως τον πυρήνα της Ευρασιατικής Ένωσης που συνέστησε ως αντίβαρο προς την Ε.Ε., η χώρα στον Δνείπερο θα παραμένει ασταθής. Και αυτή την πραγματικότητα δεν μπορούν να κρύψουν οι ήπιοι τόνοι που χρησιμοποιεί την εποχή αυτή η Μόσχα», καταλήγει το δημοσίευμα.