Ενώ στην αποψινή, πρώτη της συνάντηση η αποκαλούμενη «ομάδα συντονισμού» συζήτησε το διαδικαστικό μέρος των διαπραγματεύσεων που αρχίζουν αυτή την εβδομάδα ανάμεσα στα δύο μεγαλύτερα κόμματα, το Σοσιαλδημοκρατικό και το συντηρητικό Λαϊκό, για το σχηματισμό νέας κυβέρνησης συνασπισμού στην Αυστρία, δημοσκόπηση διαπιστώνει πως οι επτά στους δέκα Αυστριακούς ψηφοφόρους είναι δυσαρεστημένοι με την έκβαση των βουλευτικών εκλογών της 29ης Σεπτεμβρίου.

Ένα ποσοστό 24% δηλώνει εντελώς δυσαρεστημένο και ένα 45% αρκετά δυσαρεστημένο, ενώ μάλλον ευχαριστημένο εμφανίζεται το 24% και απολύτως ευχαριστημένο μόλις ένα 3%, με το μεγαλύτερο ποσοστό των ευχαριστημένων (ένας στους δύο) να βρίσκεται στους ψηφοφόρους του ακροδεξιού εθνικιστικού Κόμματος των Ελευθέρων, το οποίο αύξησε στις εκλογές τη δύναμή του στο 20,5% από το 17,5% το 2008.

Ιδιαίτερα δυσαρεστημένοι είναι οι ψηφοφόροι των Πρασίνων, με το 93% των ερωτηθέντων να δηλώνει απογοητευμένο με την έκβαση των εκλογών. Οι προσδοκίες των υποστηρικτών των Πρασίνων ήταν πολύ υψηλότερες από το αποτέλεσμα του κόμματός τους από το 10,4% στις προηγούμενες εκλογές στο 12,4% σε εκείνες της προπερασμένης Κυριακής.

Την έναρξη συνομιλιών μεταξύ των δύο κομμάτων για το σχηματισμό νέας κυβέρνησης συνασπισμού στην Αυστρία είχαν αποφασίσει χθες στη Βιέννη σε ξεχωριστές συνεδριάσεις τους οι διοικούσες επιτροπές του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, νικητή των εκλογών, και του δεύτερου σε δύναμη συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος, τα οποία κυβέρνησαν τη χώρα σε «μεγάλο συνασπισμό» τα τελευταία πέντε χρόνια.

Οι διαπραγματεύσεις θα διεξαχθούν σε οκτώ ομάδες εργασίας οι οποίες θα ασχοληθούν με τα θέματα οικονομίας, παιδείας, κοινωνικής πολιτικής, «μέλλοντος», εξωτερικής πολιτικής, ασφάλειας και δικαιοσύνης και συντάγματος.

Την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης συνασπισμού – αφού, λόγω έλλειψης πλειοψηφίας ενός κόμματος, δεν μπορεί να υπάρξει αυτοδύναμη κυβέρνηση – έδωσε ο ομοσπονδιακός πρόεδρος της Αυστρίας Χάιντς Φίσερ στον αρχηγό των Σοσιαλδημοκρατών Βέρνερ Φάιμαν την περασμένη Τετάρτη, δέκα ημέρες μετά τις βουλευτικές εκλογές της 29ης Σεπτεμβρίου, κατά τις οποίες το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα αναδείχθηκε και πάλι πρώτη δύναμη, αν και με κάποιες απώλειες, ενώ ενισχύθηκε η Ακροδεξιά.

Ο πρόεδρος Φίσερ είχε εκφράσει την επιθυμία του να σχηματιστεί μια ισχυρή στις αποφάσεις της και άξια εμπιστοσύνης, κυβέρνηση, αφήνοντας να εννοηθεί η προτίμησή του για μια εκ νέου κυβερνητική συνεργασία των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, Σοσιαλδημοκρατικού και Λαϊκού, ενώ ο κ. Φάιμαν είχε επαναλάβει την πρόθεσή του να διεξάγει κυβερνητικές διαπραγματεύσεις μόνον με το Λαϊκό Κόμμα, αποκλείοντας ταυτόχρονα κάθε κυβερνητική συνεργασία με το τρίτο σε δύναμη, ακροδεξιό εθνικιστικό Κόμμα των Ελευθέρων.