Την άποψη ότι εάν η Ελλάδα ακολουθήσει την παρούσα πολιτική για τη διευθέτηση του χρέους της θα χρειαστεί 26 χρόνια για να φτάσει στο 60% το κατώφλι του λόγου χρέους προς ΑΕΠ διατυπώνει έκθεση του διεθνούς οικονομικού δικτύου Research on Money and Finance (RMF) του Λονδίνου, την οποία υπογράφουν ο Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου Κώστας Λαπαβίτσας και ο οικονομολόγος Ντανιέλ Μουνεβάρ.

Η μελέτη συγκρίνει το όφελος από μια μείωση του μέσου επιτοκίου του ελληνικού χρέους κατά 0,5% ή και 1% κάτι που χαρακτηρίζει ως μαλακή επιλογή με τη μείωση της ονομαστικής αξίας του χρέους στο 60% του ΑΕΠ κάτι που χαρακτηρίζει ως σκληρή επιλογή. Συγκρίνοντας τις επιλογές αυτές εξάγει τα εξής συμπεράσματα:

– Η μαλακή επιλογή θα είχε αμελητέες επιπτώσεις στον λόγο χρέους προς ΑΕΠ, βελτιώνοντάς τον μόλις κατά 5% μέχρι το 2019. Ο λόγος είναι ότι το ελληνικό χρέος έχει ήδη υποστεί μια σημαντική αναδιάρθρωση το 2012 και το μέσο επιτόκιό του έχει ήδη μειωθεί γύρω στο 3%.

– Ο δημοσιονομικός χώρος ο οποίος θα κερδιζόταν μέσω της μαλακής επιλογής μείωσης του επιτοκίου κατά 0,5% θα προσέγγιζε μόλις το 0,8% ετησίως από το 2014 ως το 2019. Αν η μείωση γινόταν 1%, τότε ο δημοσιονομικός χώρος θα έφτανε κατά μέσο όρο το 1,6% ετησίως. Πρόκειται για εντελώς ασήμαντα κέρδη, ιδίως εν όψει της τρέχουσας κατάστασης της οικονομίας.

– Η σκληρή επιλογή θα επηρέαζε αποφασιστικά τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ, εφόσον θα μείωνε άμεσα την ονομαστική αξία του χρέους.

– Η σκληρή επιλογή θα δημιουργούσε σημαντικό δημοσιονομικό χώρο, κατά μέσον όρο 4,8% του ΑΕΠ ετησίως, για την περίοδο 2015-2019. Αυτό αντιστοιχεί σε περίπου 10 δισ. ευρώ ετησίως, ποσό το οποίο θα μπορούσε να διατεθεί σε δημόσιες επενδύσεις, αυξήσεις μισθών και συντάξεων και δαπάνες κοινωνικής προνοίας. Πρόκειται για όφελος μεγαλύτερο κατά τρεις και μισή έως έξη φορές απ’ ό,τι το όφελος της μαλακής επιλογής, ανάλογα με τη μείωση επιτοκίου με την οποία θα υπολογιστεί δεύτερη. Αν το όφελος υπολογιστεί για ολόκληρο το διάστημα 2015-2019, προκύπτει ένα τεράστιο ποσό για τη χειμαζόμενη ελληνική οικονομία, η οποία βρίσκεται σε ύφεση.

– Η δημοσιονομική σταθερότητα θα είναι ευκολότερο να επιτευχθεί με τη σκληρή παρά με τη μαλακή επιλογή, παρά το γεγονός ότι η πρώτη παρέχει επιπλέον πολύ μεγαλύτερο χώρο δημοσιονομικής επέκτασης. Στη σκληρή επιλογή, τα κρατικά ελλείμματα θα μπορούσαν άνετα να διατηρηθούν σε χαμηλά επίπεδα (ας πούμε, κάτω του 3% του ΑΕΠ) ενώ ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ θα παρέμενε σταθερός.

Το σενάριο βάσης του RMF δείχνει ότι εάν η Ελλάδα ακολουθήσει την παρούσα πολιτική, θα χρειαστεί 26 χρόνια για να φτάσει στο κατώφλι του λόγου χρέους προς ΑΕΠ ίσου προς 60%.