Η Παγκόσμια Τράπεζα ανακοίνωσε χθες, Τετάρτη 30 Ιουνίου, πως αποφάσισε να χορηγήσει βοήθεια ύψους 150 εκατ. δολαρίων στην εμπόλεμη Υεμένη, ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση του πληθυσμού σε βασικές υπηρεσίες υγείας, σε τροφή, νερό και υποδομές υγιεινής.

Η ένοπλη σύρραξη στην Υεμένη, που ξέσπασε το 2014 όταν οι σιίτες αντάρτες Χούθι εξαπέλυσαν έφοδο από τα οχυρά τους στον βορρά και πήραν την πρωτεύουσα Σανάα, έχει προκαλέσει αυτήν που ο ΟΗΕ αποκαλεί τη χειρότερη ανθρωπιστική καταστροφή στον κόσμο.

Κατά τους υπολογισμούς της Παγκόσμιας Τράπεζας, ο αριθμός των θανάτων είχε φθάσει τους 233.000 στα τέλη της περασμένης χρονιάς, με «περίπου τους μισούς να προκαλούνται από την έλλειψη τροφής ή πρόσβασης σε ιατρικές φροντίδες, καθώς και από την έλλειψη βασικών υποδομών για να προσφέρονται υπηρεσίες».

Περίπου το 80% των πολιτών της Υεμένης εξαρτάται από την ανθρωπιστική βοήθεια για να επιβιώσει.

«Επί συνολικού πληθυσμού 29 εκατομμυρίων, περίπου 20 εκατομμύρια Υεμενίτες βρίσκεται σε κατάσταση διατροφικής ανασφάλειας και διατρέχουν κίνδυνο υποσιτισμού, ενώ τα δύο τρίτα δεν έχουν τα μέσα για να προμηθευτούν επαρκείς ποσότητες τροφής, νερού ή να αποκτήσουν πρόσβαση σε υγειονομικές φροντίδες. Πάνω από τέσσερα εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους», συνόψισε η Παγκόσμια Τράπεζα σε δελτίο Τύπου που δημοσιοποίησε και το οποίο αναμεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Τα κεφάλαια που θα διαθέσει ο χρηματοπιστωτικός θεσμός της Ουάσινγκτον σχεδιάζεται να αξιοποιηθούν για να προσφερθούν ιατρικές φροντίδες και τρόφιμα σε 3,65 εκατ. Υεμενίτες, νερό και υπηρεσίες υγιεινής σε 850.000 άλλους, καθώς για να εκπαιδευθούν περίπου 3.000 μέλη των υπηρεσιών δημόσιας υγείας.