Υπέρ της λήψης περαιτέρω μέτρων, προκειμένου να θεσπιστούν καθεστώτα διάσωσης ή εκκαθάρισης των «συστημικών» («too big to fail») τραπεζών, χωρίς να προκαλούνται δημοσιονομική αστάθεια ή διασώσεις τους με χρήματα των φορολογουμένων, τάσσεται η ομάδα των 20 μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου (G20).

Σύμφωνα με πρακτορείο Bloomberg, το σχέδιο της τελικής ανακοίνωσής της συνόδου των υπουργών Οικονομικών και κεντρικών τραπεζιτών της G20, που θα πραγματοποιηθεί αυτή την εβδομάδα στην Ουάσινγκτον, επιβεβαιώνεται και η δέσμευσή της για την αποφυγή ανταγωνιστικών νομισματικών υποτιμήσεων.

Η αρχική διατύπωση του σχεδίου της ανακοίνωσης δείχνει ότι τα μέλη της G20 θα αποφύγουν την άμεση κριτική στις προσπάθειες της Ιαπωνίας για την ανάκαμψη της οικονομίας της μετά από 15 χρόνια αποπληθωρισμού, παρά την υποτίμηση του γεν κατά 19% έναντι του δολαρίου τους τελευταίους έξι μήνες.

«Η δημοσιονομική πίεση, η αβεβαιότητα για τις πολιτικές, η απομόχλευση του ιδιωτικού τομέα, η προβληματική πιστωτική διαμεσολάβηση και μία ατελής επανεξισορρόπηση της παγκόσμιας ζήτησης συνεχίζουν να αποτελούν βάρος στις προοπτικές ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας», αναφέρει το σχέδιο ανακοινωθέντος.

Από τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία θα ζητηθεί να ανακοινώσουν «αξιόπιστα» σχέδια για τη μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική προσαρμογή τους, ενώ το σχέδιο αποδέχεται ότι υπάρχουν τα περιθώρια της Ουάσινγκτον για να «προσφέρει μεγαλύτερη στήριξη για την οικονομική ανάκαμψη».

Από τις χώρες της Ευρωζώνης θα ζητηθεί να κινηθούν ταχύτερα στην τραπεζική ένωση.

Όσον αφορά τη ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα, το σχέδιο ζητά τη λήψη περαιτέρω μέτρων από τα μέλη της G20, προκειμένου να θεσπιστούν καθεστώτα εκκαθάρισης των πολύ μεγάλων («too big to fail») τραπεζών, χωρίς να προκαλούνται δημοσιονομική αστάθεια ή διασώσεις τους με χρήματα των φορολογουμένων.

Η σύνοδος της G20 είναι η πρώτη μετά την ανακοίνωση της κεντρικής τράπεζας της Ιαπωνίας ότι θα «ρίξει» στην οικονομία της χώρας κεφάλαια που αντιστοιχούν σε 1,4 τρισ. δολάρια την επόμενη διετία.

Η ακραία αυτή χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, σε συνδυασμό και με μία επίσης πολύ χαλαρή νομισματική πολιτική στις ΗΠΑ, προκαλεί ανησυχία για τη δημιουργία «φουσκών» στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων.

Όπως αναφέρει δημοσίευμα της εφημερίδας Financial Times, με τον τίτλο «Οι κεντρικοί τραπεζίτες κινούνται στα τυφλά», ανησυχίες για τις συνέπειες που θα υπάρξουν στην παγκόσμια οικονομία από την παρατεταμένη χορήγηση μεγάλης ρευστότητας εκφράσθηκαν και από κεντρικούς τραπεζίτες σε συνέδριο που διοργάνωσε το ΔΝΤ για την επανεξέταση των παγκόσμιων μακροοικονομικών πολιτικών.

«Πώς μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι δεν διατρέχουμε τον κίνδυνο αναζωπύρωσης των προβλημάτων που οδήγησαν κυρίως στη χρηματοπιστωτική κρίση;», αναρωτήθηκε στο συνέδριο ο αναπληρωτής διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Βρετανίας κ. Τσάρλι Μπιν.