Τους τρόπους με τους οποίους θα επιχειρούσε να πιέσει τους θεσμούς να δώσουν μία βιώσιμη λύση για την Ελλάδα ανέλυσε ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Βαρουφάκης σε ομιλία του σε φοιτητές του King’s College στο Λονδίνο.

Ο Γιάννης Βαρουφάκης τόνισε πως βασικό του «χαρτί», με το οποίο τόνισε πως είχε συμφωνήσει ο Αλέξης Τσίπρας, ήταν η απειλή μονομερούς αναδιάρθρωσης του χρέους που βρισκόταν στα χέρια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σε περίπτωση που η Φρανκφούρτη αποφάσιζε να κατεβάσει ρολά στις τράπεζες της χώρας.

Παράλληλα, ο κ. Βαρουφάκης αναφέρθηκε εκ νέου στο παράλληλο πρόγραμμα πληρωμών, τονίζοντας πως «σε περίπτωση που τα σχέδια αυτά υλοποιούνταν Ντράγκι και Μέρκελ θα επέστρεφαν με μία βιώσιμη συμφωνία», όπως μετέδωσε ο ΣΚΑΙ.

Επιπλέον, ο πρώην υπουργός Οικονομικών τόνισε ότι οι αντιδράσεις των ομολόγων του για την ελληνική κρίση ήταν «ανυπόφορη σιωπή και τοξική προπαγάνδα».

«Η μόνη ερμηνεία για όσα έκανε η τρόικα είναι ότι δεν ήθελε πίσω τα χρήματά της. Επέβαλε πολιτικές που δεν επέτρεπαν την παραγωγή εισοδήματος ώστε να γίνει αποπληρωμή του χρέους», ανέφερε ο Βαρουφάκης.

Αναλύοντας τις προτάσεις αυτές είπε ότι περιλάμβαναν την ανταλλαγή χρέους (debtswaps) που θα μείωνε το βάρος της αποπληρωμής χωρίς κούρεμα, τη σύσταση μίας κακής τράπεζας που θα απάλλασσε τις συστημικές τράπεζες από τοξικά δάνεια και μίας αναπτυξιακής τράπεζας ώστε να αποτρεπόταν ένα «ανόητο ξεπούλημα» περιουσίας του δημοσίου, καθώς και βαθιές μεταρρυθμίσεις κυρίως στη δημόσια διοίκηση και στη φορολογία που θα αγκάλιαζαν οι Έλληνες πολίτες.

«Οι προτάσεις μας δε συζητήθηκαν ποτέ σε τεχνικό επίπεδο στο Eurogroup», τόνισε, προκαλώντας τους αξιωματούχους να διαψεύσουν τον ισχυρισμό ότι «δεν έλαβε ούτε μία κόλλα Α4 ως απάντηση».

Πρόσθεσε πως οι πιστωτές ήθελαν να τιμωρήσουν την Ελλάδα για να παραδειγματίσουν χώρες όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία.

Τέλος, ο Γιάννης Βαρουφάκης ισχυρίστηκε πως το 91% των χρημάτων που έχει δανειστεί η Ελλάδα έχουν πάει στις τράπεζες και ότι στην πραγματικότητα ο όρος «αλληλεγγύη προς την Ελλάδα» ήταν το όνομα που δόθηκε στη δεύτερη διάσωση των γερμανικών τραπεζών.