Εικόνες από webcam δείχνουν με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο τον μαρτυρικό θάνατο της γυναίκας στο ψηλότερο βουνό της Αυστρίας, το Γκροσγκλοκνέρ, αφού εγκαταλείφθηκε από τον ορειβάτη σύντροφό της.

Η 33χρονη ορειβάτισσα από το Σάλτσμπουργκ πέθανε τον Ιανουάριο, κατά τη διάρκεια μιας ανάβασης με τον 36χρονο σύντροφό της. Όταν βρίσκονταν μόλις 50 μέτρα από την κορυφή, η γυναίκα άρχισε να δυσκολεύεται και δεν μπορούσε να συνεχίσει, όπως αναφέρει η Heute.

Σύμφωνα με τις αναφορές, ο άνδρας εγκατέλειψε τη σύντροφό του για 6,5 ώρες, ώστε να αναζητήσει βοήθεια, αλλά κατά τη διάρκεια αυτού του χρόνου η ακραία παγωνιά τής κόστισε τη ζωή.

Εικόνες από webcams που κοινοποιήθηκαν στα τοπικά μέσα έδειξαν τα φώτα έκτακτης ανάγκης των δύο ορειβατών κατά την ανάβασή τους, τα οποία έλαμπαν, στις 18:00 το απόγευμα της 18ης Ιανουαρίου. Μόλις έξι ώρες αργότερα, τα φώτα άρχισαν να σβήνουν λόγω χαμηλής μπαταρίας και η δύναμη της γυναίκας εξαντλήθηκε, όπως αναφέρει η Daily Mail.

Μία εικόνα που καταγράφηκε περίπου στις 02:30 έδειξε τον σύντροφο να συνεχίζει μόνος του για την κατάβαση στην άλλη πλευρά του Γκροσγκλοκνέρ, αφήνοντας πίσω τη σύντροφό του στο παγωμένο χιόνι με ελάχιστο εξοπλισμό.

Στις 07:10 καταγράφηκε από τη webcam ένα ελικόπτερο να πετά πάνω από το βουνό, αλλά η επιχείρηση διάσωσης αναγκάστηκε να διακοπεί λόγω ισχυρών ανέμων. Περίπου τρεις ώρες αργότερα, έξι διασώστες ξεκίνησαν την ανάβασή τους, αλλά η γυναίκα είχε αφήσει την τελευταία της πνοή κατά την άφιξή τους.

Με την ολοκλήρωση της έρευνας για τον θάνατο της γυναίκας, ο 36χρονος σύντροφός της, έμπειρος ορειβάτης, κατηγορείται για ανθρωποκτονία από βαριά αμέλεια και αντιμετωπίζει ποινή έως τρία έτη φυλάκισης.

«Περίπου στις 02:00, ο κατηγορούμενος άφησε τη σύντροφό του απροστάτευτη, εξαντλημένη, υποθερμική και αποπροσανατολισμένη περίπου 50 μέτρα κάτω από τον σταυρό της κορυφής του Γκροσγκλοκνέρ», αναφέρεται σε δήλωση της Εισαγγελίας. «Η γυναίκα πάγωσε και πέθανε. Δεδομένου ότι ο κατηγορούμενος, σε αντίθεση με τη σύντροφό του, ήταν ήδη πολύ έμπειρος στις ορεινές αναβάσεις υψηλού υψομέτρου και είχε προγραμματίσει την ανάβαση, θεωρήθηκε υπεύθυνος οδηγός της διαδρομής», συμπληρώνει.

Μετά την ανάλυση ιατροδικαστικών εκθέσεων, κινητών τηλεφώνων, αθλητικών ρολογιών, φωτογραφιών και βίντεο, καθώς και αξιολόγησης από ειδικό ορεινής τεχνικής, η Εισαγγελία κατηγορεί τον ορειβάτη για πολλαπλά σφάλματα.

Τα μοιραία λάθη

Συγκεκριμένα, ο 36χρονος δεν έλαβε υπόψη ότι η σύντροφός του ήταν εντελώς άπειρη και δεν είχε συμμετάσχει ποτέ σε ορεινή ανάβαση υψηλού υψομέτρου τέτοιας διάρκειας. Επιπλέον, κατηγορείται ότι ξεκίνησε την ανάβαση περίπου δύο ώρες αργότερα από το προγραμματισμένο, χωρίς επαρκή εξοπλισμό έκτακτης ανάγκης.

Ακόμη και όταν άφησε τη σύντροφό του για βοήθεια, δεν την τοποθέτησε σε σημείο προστατευμένο από τον άνεμο και δεν χρησιμοποίησε υπνόσακο ή αλουμινένιες κουβέρτες διάσωσης. Επίσης, επέτρεψε στη γυναίκα να ανέβει με splitboard και μαλακά χιονοπέδιλα, εξοπλισμό ακατάλληλο για ορεινή ανάβαση σε μεικτό έδαφος.

Λόγω των σκληρών καιρικών συνθηκών με ανέμους έως 74 χλμ./ώρα και θερμοκρασίες -8°C που με τον αέρα έφταναν αισθητά τους -20°C, η Εισαγγελία θεωρεί ότι ο κατηγορούμενος όφειλε να επιστρέψει νωρίτερα. Παρά τη σοβαρότητα της κατάστασης της συντρόφου του, κατηγορείται ότι δεν έκανε κλήση έκτακτης ανάγκης πριν τη νύχτα.

Από τις 20:50, όταν εγκλωβίστηκαν, ο άνδρας φέρεται ότι δεν έδωσε κανένα σήμα κινδύνου όταν πετούσε πάνω τους ελικόπτερο της αστυνομίας στις 22:50. Μετά από αρκετές προσπάθειες επικοινωνίας της Αλπικής Αστυνομίας, μίλησε τελικά με αξιωματικό γύρω στις 00:35, αλλά δεν επικοινώνησε ξανά με τις υπηρεσίες διάσωσης. Το κινητό του ήταν σε σίγαση, με αποτέλεσμα να μη λάβει άλλες κλήσεις, σύμφωνα με γερμανικά μέσα.

Ο δικηγόρος του, Κουρτ Γελίνεκ, δήλωσε στην KUIER: «Ο πελάτης μου λυπάται πολύ για το πώς εξελίχθηκαν τα γεγονότα».

Η δίκη του 36χρονου είναι προγραμματισμένη για τις 19 Φεβρουαρίου 2026 στο Περιφερειακό Δικαστήριο Ίνσμπρουκ.