Πολλές αντιδράσεις έχουν προκληθεί το τελευταίο διάστημα με τα απομνημονεύματα της Άνγκελα Μέρκελ η οποία θεωρεί ότι ο covid, αλλά και η απροθυμία των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης να διαπραγματευτούν με τον πρόεδρο της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, οδήγησε στην ευρείας κλίμακας εισβολή στην Ουκρανία.
Πιο συγκεκριμένα σε ανάλυσή του το Politico αναφέρει:
Η πρώην καγκελάριος της Γερμανίας παραμένει αμετανόητη.
Κατά τη διάρκεια πρόσφατης επίσκεψής της στην Ουγγαρία για την προώθηση των απομνημονευμάτων της με τίτλο «Ελευθερία», η Άνγκελα Μέρκελ υποστήριξε ότι η πλήρους κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί. Όπως ανέφερε, αν δεν είχε υπάρξει η πανδημία του Covid και αν οι ηγέτες της Ανατολικής Ευρώπης δεν είχαν αρνηθεί παλαιότερα να συνομιλήσουν με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, ο Ρώσος πρόεδρος ίσως να μην είχε διατάξει την εισβολή.
Τα σχόλια αυτά, σε μια περίοδο που η Ευρώπη προσπαθεί να αντιμετωπίσει την κλιμακούμενη επιθετικότητα της Μόσχας, ανέδειξαν την προθυμία της Μέρκελ να αγνοήσει τη δριμεία κριτική, ιδίως από την Ανατολική Ευρώπη, σχετικά με την ιστορική αποτυχία της Γερμανίας να αντιληφθεί την απειλή που αποτελούσε η Ρωσία. Οι ηγέτες των χωρών που βρίσκονται πιο εκτεθειμένες απέναντι στη Μόσχα την κατηγορούν ότι είχε κλείσει τα μάτια στις προκλήσεις του Πούτιν, επιδιώκοντας μια πολιτική οικονομικής προσέγγισης που κατέρρευσε το 2022, όταν τα ρωσικά τανκς εισέβαλαν εκ νέου στην Ουκρανία.
Αξιοσημείωτο είναι ότι από τα σχόλιά της έλειπε κάθε κριτική ανάλυση σχετικά με τα σφάλματα που πολλοί θεωρούν καθοριστικά στη διαχείριση των σχέσεων με τον Πούτιν κατά τη διάρκεια της 16ετούς θητείας της. Αντίθετα, η Μέρκελ υπονόησε ότι ο Πούτιν θα μπορούσε να είχε πειστεί με περισσότερη τύχη και αποφασιστικότητα από την πλευρά της Ευρώπης.
«Θα είχε εισβάλει ο Πούτιν στην Ουκρανία αν δεν υπήρχε ο Covid;» αναρωτήθηκε η Μέρκελ σε συνέντευξή της σε Ούγγρο δημοσιογράφο. «Κανείς δεν μπορεί να το πει με βεβαιότητα», πρόσθεσε, επαναλαμβάνοντας επιχείρημα που διατυπώνει και στο βιβλίο της. «Αν δεν μπορείς να συναντηθείς πρόσωπο με πρόσωπο, αν δεν μπορείς να επιλύσεις διαφορές με απευθείας διάλογο, τότε δεν μπορείς να βρεις νέους συμβιβασμούς», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η πρώην καγκελάριος υποστήριξε επίσης ότι η απροθυμία των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, ιδίως των Βαλτικών χωρών και της Πολωνίας, να συναινέσουν σε διαπραγματεύσεις με τον Πούτιν το 2021, όταν εκείνη και ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν είχαν προτείνει μια σύνοδο κορυφής μεταξύ Ευρωπαίων ηγετών και του Ρώσου προέδρου, ίσως συνέβαλε στην απόφαση της Μόσχας να επιτεθεί.
«Η σύνοδος δεν πραγματοποιήθηκε, μετά αποχώρησα από το αξίωμα και τότε ξεκίνησε η επιθετικότητα του Πούτιν», τόνισε η Μέρκελ.

Οργή από την Ουκρανία και τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης
Οι δηλώσεις της προκάλεσαν οργή στην Ουκρανία και στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες πολύ πριν από την εισβολή είχαν επανειλημμένα προειδοποιήσει τους Γερμανούς ηγέτες για τις επιθετικές προθέσεις και τις αυτοκρατορικές φιλοδοξίες του Πούτιν, προειδοποιήσεις που συχνά έπεφταν στο κενό. Ανώτερος Ουκρανός αξιωματούχος δήλωσε στο Politico ότι τα σχόλια της Μέρκελ είναι «απαράδεκτα και ειλικρινά νοσηρά».
Αντίθετα, τα φιλορωσικά μέσα ενημέρωσης και οι προπαγανδιστές του Πούτιν, αν και συνήθως δεν υποστηρίζουν τη Μέρκελ, εξέφρασαν ικανοποίηση. Οι δηλώσεις της ταίριαζαν απόλυτα με το αφήγημα του Κρεμλίνου ότι η Δύση είναι ο πραγματικός επιτιθέμενος. «Η Μέρκελ παραδέχθηκε το προφανές: αποκάλυψε ποιος στη Δύση προκάλεσε τη σύγκρουση στην Ουκρανία», έγραφε χαρακτηριστικά πρωτοσέλιδο φιλοκυβερνητικής ρωσικής εφημερίδας.
Η πολιτική της Μέρκελ απέναντι στη Ρωσία
Η απροθυμία της Μέρκελ να αναμετρηθεί με τη σφοδρή κριτική για την ιστορική πολιτική της Γερμανίας απέναντι στη Ρωσία δείχνει πόσο βαθιά ριζωμένες παραμένουν ορισμένες παλιές αντιλήψεις στο Βερολίνο.
Κατά τη διάρκεια της 16ετούς θητείας της, η πολιτική της Γερμανίας έναντι της Ρωσίας καθοριζόταν από το δόγμα «Wandel durch Handel» — «αλλαγή μέσω του εμπορίου». Η αντίληψη αυτή ήθελε την οικονομική αλληλεξάρτηση με τη Ρωσία να διασφαλίζει την ειρήνη στην Ευρώπη, ενώ ταυτόχρονα εξυπηρετούσε τα γερμανικά οικονομικά συμφέροντα.
Ένα από τα βασικά αποτελέσματα αυτής της πολιτικής ήταν οι αγωγοί Nord Stream, που μετέφεραν ρωσικό φυσικό αέριο απευθείας στη Γερμανία μέσω της Βαλτικής Θάλασσας. Το 2014, ακόμη και μετά την προσάρτηση της Κριμαίας και την είσοδο των λεγόμενων «πρασίνων ανδρών» της Ρωσίας σε ουκρανικό έδαφος, οι Γερμανοί αξιωματούχοι στήριξαν την κατασκευή του δεύτερου αγωγού (ο πρώτος είχε ολοκληρωθεί το 2011), παρά τις προειδοποιήσεις της Ανατολικής Ευρώπης ότι η Γερμανία ακολουθούσε πολιτική κατευνασμού απέναντι στη ρωσική επεκτατικότητα.
Μετά τη ρωσική εισβολή του 2022, πολλοί Γερμανοί ηγέτες παραδέχθηκαν ότι η προσέγγισή τους προς τη Ρωσία ήταν λανθασμένη και ότι η αγορά φθηνού ρωσικού φυσικού αερίου, στην πραγματικότητα, χρηματοδότησε την πολεμική μηχανή του Πούτιν. «Κρατήσαμε γέφυρες που η Ρωσία δεν πίστευε πια σε αυτές, και για τις οποίες οι εταίροι μας μάς είχαν προειδοποιήσει», είχε δηλώσει τότε ο Γερμανός πρόεδρος Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαγερ.

Πολλοί στην Ανατολική Ευρώπη θεωρούν ότι η δολιοφθορά στους αγωγούς Nord Stream, τον πρώτο χρόνο του πολέμου, ήταν μια συμβολική αποκήρυξη της πολιτικής προσέγγισης της Μέρκελ προς τη Μόσχα. «Το πρόβλημα με τον Nord Stream 2 δεν είναι ότι ανατινάχθηκε», έγραψε στο Facebook ο Πολωνός πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ. «Το πρόβλημα είναι ότι κατασκευάστηκε», συμπλήρωσε.
Ωστόσο, φαίνεται πως για τη Μέρκελ, που κάποτε αποκαλούνταν «καγκελάριος του ελεύθερου κόσμου» όταν το περιοδικό Time την ανακήρυξε «Πρόσωπο της Χρονιάς» το 2015, είναι δύσκολο να αποδεχθεί ότι η ιστορία μπορεί τελικά να την κρίνει πολύ πιο αυστηρά.
«Δυσφημίζει τον εαυτό της»
«Πιστεύω ότι έχουμε ένα αυξανόμενο πρόβλημα με την αποσύνδεση της Μέρκελ από την πραγματικότητα και με την προσπάθειά της να επηρεάσει τη δική της ιστορική εικόνα», δήλωσε ο Στέφαν Μάιστερ από το Γερμανικό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων. «Κατά τη γνώμη μου, αυτό την καθιστά αναξιόπιστη. Δυσφημίζει τον εαυτό της», συμπλήρωσε.
Ενώ ο νυν καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς έχει στραφεί σε νέα κατεύθυνση και ηγείται της ευρωπαϊκής προσπάθειας στήριξης της Ουκρανίας, η απροθυμία της Μέρκελ να αναγνωρίσει τα λάθη της Γερμανίας εμποδίζει, σύμφωνα με τον Μάιστερ, μια ευρύτερη εθνική αυτοκριτική για τον ρόλο της χώρας πριν από τον πόλεμο.
Στο εσωτερικό της Γερμανίας και ιδιαίτερα στην πρώην Ανατολική Γερμανία, όπου μεγάλωσε η Μέρκελ, εξακολουθεί να υπάρχει σημαντική συμπάθεια προς τον Πούτιν. Κόμματα όπως η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), που προηγείται σε πολλές δημοσκοπήσεις, καθώς και το λαϊκιστικό αριστερό κόμμα Συμμαχία Σάρα Βάγκενκνεχτ, ακολουθούν πιο συμφιλιωτική στάση απέναντι στη Μόσχα. Ορισμένες φιλορωσικές δυνάμεις στη Γερμανία αξιοποιούν τώρα τη συνέντευξη της Μέρκελ για να κατηγορήσουν το ΝΑΤΟ ότι υπονόμευσε τις ειρηνευτικές προσπάθειες.
Ακόμη και στη Ρωσία, ωστόσο, κάποιοι χλεύασαν τον ισχυρισμό της Μέρκελ ότι περισσότερες συνομιλίες το 2021 θα μπορούσαν να είχαν αλλάξει τα σχέδια του Πούτιν. «Όποιος είναι στοιχειωδώς ενημερωμένος γνωρίζει ότι οι διαφωνίες μεταξύ Ρωσίας και Δύσης εκείνη την περίοδο ήταν ήδη πολύ βαθιές», έγραψε ο Αλεξέι Τσεσνάκοφ, πρώην σύμβουλος του Κρεμλίνου, σε διαδικτυακή του ανάρτηση.