Η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών ανακοίνωσε την Τρίτη νέα μέτρα κλιμάκωσης στη διεθνή εκστρατεία κατά των ομάδων κυβερνοεγκλήματος, προσφέροντας αμοιβές ύψους έως και 11 εκατομμυρίων δολαρίων για πληροφορίες που θα οδηγήσουν στη σύλληψη του Βολοντίμιρ Βίκτοροβιτς Τιμοστσούκ, Ουκρανού υπηκόου και βασικού υπόπτου σε υποθέσεις ransomware, καθώς και άλλων ηγετικών μελών της ίδιας εγκληματικής ομάδας.

Ο Τιμοστσούκ θεωρείται ένας από τους βασικούς οργανωτές και τεχνικούς εγκεφάλους πίσω από τις παραλλαγές ransomware Nefilim, LockerGoga και MegaCortex, οι οποίες έχουν πλήξει εκατοντάδες εταιρείες και οργανισμούς σε όλο τον κόσμο, κυρίως μεταξύ 2018 και 2021.

Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανακοίνωσε ότι προσφέρει έως 10.000.000 δολάρια μέσω του προγράμματος ανταμοιβών για το Διεθνές Οργανωμένο Έγκλημα (TOCRP), για πληροφορίες που θα οδηγήσουν στη σύλληψη ή καταδίκη, σε οποιαδήποτε χώρα, του Τιμοστσούκ.

Αμερικανοί αξιωματούχοι τονίζουν ότι η κίνηση αυτή ξεπερνά το πλαίσιο της απλής δίωξης και εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο ενός παγκόσμιου ψηφιακού πολέμου κατά του κυβερνοεγκλήματος.

Με την προσφορά τόσο υψηλών επικήρυξεων, η κυβέρνηση των ΗΠΑ χρησιμοποιεί τακτικές που μέχρι τώρα εφαρμόζονταν στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του ναρκεμπορίου. Πρόκειται για μια σαφή αναγνώριση της σοβαρότητας και της διακρατικής φύσης των επιθέσεων ransomware, οι οποίες δυσκολεύουν τις κλασικές αστυνομικές μεθόδους δίωξης.

Η νέα κατηγορία που κατατέθηκε εναντίον του Τιμοστσούκ στο ομοσπονδιακό δικαστήριο του Μπρούκλιν (Νέα Υόρκη), περιγράφει τις ενέργειες του ιδίου και των συνεργών του σε διεθνές επίπεδο, με στοχοποίηση επιχειρήσεων σε πολλαπλές ηπείρους.

Οικονομικές συνέπειες και διεθνής συντονισμός

Οι επιθέσεις δεν κόστισαν μόνο εκατομμύρια δολάρια σε λύτρα, αλλά και ανυπολόγιστους πόρους για την αποκατάσταση των υποδομών και την ενίσχυση της κυβερνοασφάλειας, προκαλώντας σημαντικό οικονομικό αντίκτυπο.

Η τοποθέτηση του Τιμοστσούκ στο ίδιο επίπεδο επικήρυξης με διεθνείς τρομοκράτες και βαρόνους ναρκωτικών, καταδεικνύει ότι οι ΗΠΑ πλέον θεωρούν το ransomware ως κρίσιμη απειλή εθνικής ασφάλειας.

Η πρωτοβουλία ανακοινώθηκε συντονισμένα με το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, το FBI, την Europol, και διεθνείς εταίρους από Γερμανία, Γαλλία και Νορβηγία.