Οι γονείς δεν έχουν πρόθεση να πουν κάτι που θα πληγώσει ή θα βλάψει τα παιδιά τους. Όμως – ακούσια – κάποιες φορές αυτό μπορεί να συμβεί, είτε από κούραση, είτε επειδή τα παιδιά δοκιμάζουν τα όρια των γονιών, προκαλώντας εκνευρισμό μετά την… 100ή έκκληση να μαζέψουν τα πράγματά τους ή να ετοιμαστούν για έξοδο από το σπίτι.

Μπορεί επίσης, χωρίς να το καταλαβαίνουν, να επαναλαμβάνουν πράγματα που άκουγαν όταν εκείνοι ήταν παιδιά και τα οποία οι δικοί τους γονείς, αλλά και οι ίδιοι, δεν συνειδητοποιούσαν πόσο συναισθηματικό βάρος μπορεί να προκαλούν.

Οι γονείς προσπαθούν να κάνουν το καλύτερο δυνατό και για αυτό είναι χρήσιμο να γνωρίζουν μερικές φράσεις που μπορεί να είναι βλαπτικές, ακόμη κι αν χρησιμοποιούνται χωρίς πρόθεση.

Όπως επισημαίνουν ειδικοί στη Huffington Post, δεν χρειάζεται να κατηγορεί κανείς το εαυτό του εάν έχει χρησιμοποιήσει αυτές τις φράσεις. Σκοπός είναι η αυτοβελτίωση, με μια πιο συνειδητή χρήση γλώσσας, ώστε να αποφεύγουμε φράσεις που μπορεί να αποδειχτούν προβληματικές και να τις αντικαταστήσουμε με μια καλύτερη και αποτελεσματικότερη προσέγγιση.

1. «Δεν είναι κάτι σημαντικό.»

Τα παιδιά συχνά κλαίνε ή αντιδρούν έντονα για πράγματα που σε εμάς φαίνονται ασήμαντα. Όμως, για εκείνα αυτά τα «μικρά» προβλήματα είναι τεράστια. Όταν μειώνουμε τα συναισθήματά τους, στην ουσία τα μαθαίνουμε ότι «αυτό που νιώθεις δεν μετράει».

Αντί για αυτό: Δείξτε κατανόηση. Μπορείτε να πείτε: «Φαίνεσαι πολύ φοβισμένος/εκνευρισμένος/απογοητευμένος. Θέλεις να μιλήσουμε και να βρούμε μια λύση;». Με αυτόν τον τρόπο βοηθάτε να αναγνωρίζουν τα συναισθήματά τους και τους δείχνετε ότι είστε δίπλα τους.

2. «Ποτέ δεν…» ή «Πάντα κάνεις το ίδιο.»

Καμία συμπεριφορά δεν είναι απόλυτη. Όταν χρησιμοποιούμε γενικεύσεις όπως «ποτέ» ή «πάντα», σταματάμε να βλέπουμε τι πραγματικά συμβαίνει εκείνη τη στιγμή.

Αντί για αυτό: Προσπαθήστε να καταλάβετε γιατί το παιδί συμπεριφέρεται έτσι εκείνη τη στιγμή. Πλησιάστε το, μιλήστε ήρεμα και δείξτε ότι είστε εκεί για να το καθοδηγήσετε.

3. «Με στεναχωρείς όταν το κάνεις αυτό.»

Φυσικά μπορεί να μας ενοχλεί όταν δεν ακούνε, αλλά οι δικές μας συναισθηματικές αντιδράσεις είναι και δική μας ευθύνη. Αν το παιδί νιώθει ότι έχει τη δύναμη να καθορίζει τη διάθεσή σας, ίσως αρχίσει να το εκμεταλλεύεται αργότερα.

Αντί για αυτό: Θέστε τα όρια καθαρά χωρίς συναισθηματικό βάρος. Για παράδειγμα: «Δεν επιτρέπεται να πηδάμε στον καναπέ. Θέλεις να παίξουμε ήσυχα εδώ ή να βγούμε έξω;»

4. «Έπρεπε να ξέρεις να το κάνεις…»

Αυτή η φράση κρύβει ενοχή και ντροπή. Το παιδί νιώθει ότι το θεωρείς «ανόητο» ή «ανώριμο», κάτι που υπονομεύει την αυτοπεποίθησή του.

Αντί για αυτό: Εστιάστε στη λύση και κάντε το παιδί συμμέτοχο σε αυτήν. Έτσι μαθαίνει να λύνει προβλήματα και να αναλαμβάνει ευθύνη.

5. «Άσε με να το κάνω εγώ»

Όταν βιαζόμαστε, είναι εύκολο να πάρουμε τον έλεγχο. Όμως, το παιδί ακούει: «Δεν είσαι ικανός να το κάνεις μόνος σου.» Αυτό το αποθαρρύνει και το εμποδίζει να μάθει.

Αντί για αυτό: Δώστε του χρόνο να ολοκληρώσει την προσπάθεια. Αν δεν γίνεται εξηγήστε του: «Θα σε βοηθήσω αυτή τη φορά γιατί βιαζόμαστε, αλλά αργότερα θα το δουλέψουμε μαζί».

6. «Είσαι [βάλτε μια ταμπέλα]»

Οι ετικέτες  – ακόμα κι αν είναι θετικές, όπως «έξυπνος» ή «αθλητικός» –  μπορεί να περιορίσουν το παιδί και να επηρεάσουν αρνητικά τη συμπεριφορά του. Τα παιδιά αρχίζουν να ταυτίζονται με τις ταμπέλες που τους δίνουμε, ακόμη κι αν δεν τις νιώθουν δικές τους.

Αντί για αυτό: Αποφύγετε τις ετικέτες και δώστε έμφαση στην προσπάθεια, όχι στο αποτέλεσμα. Επικροτήστε το πώς δούλεψε, πώς επέμεινε, πώς προσπάθησε — όχι το πόσο «καλός» ή «έξυπνος» είναι.

Να θυμάστε… Κανείς δεν είναι τέλειος

Δεν υπάρχει τέλειος γονιός. Όμως μπορούμε να γίνουμε πιο προσεκτικοί με τις λέξεις μας. Οι φράσεις που λέμε καθημερινά μπορεί να επηρεάσουν βαθιά το πώς τα παιδιά βλέπουν τον εαυτό τους και τις σχέσεις τους με τους άλλους. Μικρές αλλαγές στη γλώσσα μας μπορούν να ενισχύουν την αυτοεκτίμηση και την ψυχική ανθεκτικότητά τους.