Ακόμη και μία ώρα καθημερινής περιήγησης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μέσω smartphone αρκεί για να επιβαρύνει σοβαρά την όραση, σύμφωνα με νέα επιστημονική μελέτη. Η έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο Journal of Eye Movement Research, αποκαλύπτει ότι δεν είναι μόνο η διάρκεια χρήσης που επηρεάζει την υγεία των ματιών, αλλά και το είδος του περιεχομένου που καταναλώνεται.

Η παγκόσμια εξάρτηση από τα smartphone

Η χρήση των κινητών τηλεφώνων έχει εκτοξευθεί παγκοσμίως τα τελευταία χρόνια, με το 90% των κατόχων κινητών να διαθέτουν smartphone. Καθώς εκατομμύρια άνθρωποι αφιερώνουν πολλές ώρες καθημερινά στις οθόνες τους, οι επιστήμονες προειδοποιούν για τις συνέπειες στην όραση. Η λεγόμενη ψηφιακή καταπόνηση των ματιών περιλαμβάνει μια σειρά από συμπτώματα όπως θολή ή διπλή όραση, ξηρότητα και δακρύρροια.

Το πείραμα στην Ινδία

Για να μελετηθεί σε βάθος το φαινόμενο, ερευνητές στην Ινδία, μια χώρα με εξαιρετικά υψηλά ποσοστά χρήσης smartphone, εξέτασαν 30 νεαρούς ενήλικες. Ανέπτυξαν ένα φορητό σύστημα παρακολούθησης των ματιών με τη χρήση ενός Raspberry Pi και κάμερας υπερύθρων, το οποίο κατέγραφε σε πραγματικό χρόνο κρίσιμες ενδείξεις όπως ο ρυθμός ανοιγοκλεισίματος των βλεφάρων, η διάμετρος της κόρης και τα χρονικά διαστήματα ανάμεσα στα ανοιγοκλεισίματα.

Οι συμμετέχοντες κάθονταν σε μη ρυθμιζόμενη καρέκλα γραφείου, με το smartphone τοποθετημένο σε σταθερή απόσταση. Σε συνεδρίες διάρκειας μίας ώρας, ασχολήθηκαν με τρεις διαφορετικές δραστηριότητες: ανάγνωση ηλεκτρονικών βιβλίων, παρακολούθηση βίντεο και περιήγηση σε βίντεο κοινωνικής δικτύωσης.

Τα αποτελέσματα

Η ανάλυση των δεδομένων έδειξε πως η περιήγηση σε βίντεο κοινωνικής δικτύωσης ήταν εκείνη που προκαλούσε τη μεγαλύτερη καταπόνηση στα μάτια. Οι ερευνητές παρατήρησαν έντονες διακυμάνσεις στη διάμετρο της κόρης κατά την έκθεση σε αυτό το περιεχόμενο, σε αντίθεση με την ανάγνωση e-books ή την απλή παρακολούθηση βίντεο.

«Οι συνεχείς αλλαγές στο περιεχόμενο και τα επίπεδα φωτεινότητας κατά την περιήγηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης οδηγούν σε εντονότερη οπτική κόπωση», επισημαίνουν οι συγγραφείς της μελέτης.

Επιπλέον, καταγράφηκε σημαντική μείωση στον ρυθμό ανοιγοκλεισίματος των ματιών, της τάξης του 54–61%, ενώ το διάστημα ανάμεσα στα ανοιγοκλείσματα αυξήθηκε κατά 39–42%. Τα ευρήματα αυτά δείχνουν πως τα μάτια μένουν ανοιχτά για περισσότερη ώρα, γεγονός που αποτελεί σαφή ένδειξη κόπωσης.

Γιατί η έρευνα θεωρείται καθοριστική

Οι περισσότερες προηγούμενες μελέτες είχαν περιοριστεί σε σύντομες περιόδους παρακολούθησης, από τρία έως δεκαπέντε λεπτά, κάτι που δεν αντικατοπτρίζει τη σύγχρονη πραγματικότητα. Αντίθετα, η νέα αυτή έρευνα εστίασε σε μεγαλύτερες διάρκειες χρήσης, προσφέροντας πιο ρεαλιστικά συμπεράσματα για την καθημερινότητα.

Αν και μία ώρα είναι μικρότερη από τον μέσο χρόνο που πολλοί χρήστες αφιερώνουν καθημερινά στις συσκευές τους, τα ευρήματα εγείρουν σημαντικά ζητήματα δημόσιας υγείας. Οι ειδικοί προτείνουν ότι θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σε καμπάνιες ενημέρωσης που θα ενθαρρύνουν τους πολίτες να περιορίσουν τη χρήση των social media μέσω smartphone και να υιοθετήσουν πρακτικές που προστατεύουν την υγεία των ματιών.

Ένα εργαλείο για το μέλλον

Οι ερευνητές εκτιμούν ότι το φορητό σύστημά τους μπορεί να αποτελέσει πολύτιμο εργαλείο για την παρακολούθηση και την έγκαιρη αντιμετώπιση της ψηφιακής καταπόνησης των ματιών. «Το σύστημά μας προσφέρει έναν οικονομικά αποδοτικό τρόπο παρακολούθησης και αντιμετώπισης αυτής της αυξανόμενης ανησυχίας για την υγεία», τονίζουν.

Καθώς ο χρόνος μπροστά στις οθόνες συνεχίζει να αυξάνεται, οι ειδικοί προειδοποιούν: η προστασία της όρασης δεν αποτελεί απλώς ατομική επιλογή, αλλά ζήτημα δημόσιας υγείας που απαιτεί άμεση δράση.