Οι κινεζικές πλατφόρμες Temu και Shein βρίσκονται σε μία από τις πιο ασταθείς περιόδους της διεθνούς τους επέκτασης. Το επιχειρηματικό τους μοντέλο -η μαζική αποστολή πολύ φθηνών μικροδεμάτων απευθείας σε καταναλωτές στη Δύση- δέχεται πλέον σοβαρά πλήγματα.

Η αυστηροποίηση τελωνειακών κανόνων, η κατάργηση φορολογικών εξαιρέσεων και οι αυξανόμενες πολιτικές πιέσεις από ΗΠΑ και Ευρώπη ανατρέπουν τις ισορροπίες και απειλούν την κερδοφορία τους.

H Ευρωπαϊκή Ένωση προχωρά σε μια αλλαγή, η οποία απειλεί να ανατρέψει το επιχειρηματικό μοντέλο εταιρειών όπως η Temu, η Shein και άλλων κινεζικών πλατφορμών που βασίζονται στη μαζική αποστολή φθηνών μικροδεμάτων.

Στις 13 Νοεμβρίου 2025, το Συμβούλιο Υπουργών Οικονομικών της ΕΕ αποφάσισε την κατάργηση της εξαίρεσης τελωνειακών δασμών για μικροδέματα αξίας κάτω των 150 ευρώ που εισάγονται από τρίτες χώρες. Τα νέα μέτρα αναμένεται να τεθούν σε εφαρμογή εντός του 2026 και αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης μεταρρύθμισης του τελωνειακού συστήματος της ΕΕ.

Ο στόχος είναι διπλός:

  • να ενισχυθεί ο έλεγχος και η ασφάλεια των εισαγόμενων προϊόντων, καθώς μεγάλος αριθμός μικροδεμάτων –το 91% των οποίων προέρχεται από την Κίνα– δεν πληροί ευρωπαϊκά πρότυπα,
  • και να αποκατασταθεί ο δίκαιος ανταγωνισμός προς όφελος των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, που εδώ και χρόνια πλήττονται από αφορολόγητες εισαγωγές φθηνών προϊόντων.

Η ΕΕ εξετάζει επίσης την επιβολή ενός μικρού τέλους διαχείρισης, περίπου 2 ευρώ ανά δέμα, για όλες τις αποστολές από πλατφόρμες εκτός ΕΕ.

Για τους Ευρωπαίους καταναλωτές, η κατάργηση της εξαίρεσης σημαίνει ότι ακόμα και προϊόντα πολύ χαμηλής αξίας από πλατφόρμες θα επιβαρύνονται πλέον με τελωνειακούς δασμούς και ενδεχομένως με πρόσθετο τέλος. Αυτό αναμένεται να αυξήσει τις τελικές τιμές και να περιορίσει τη ζήτηση.

TEMU - SHEIN

Το σχέδιο της Temu για να παραμείνει στην αμερικανική αγορά

Καθώς δύο από τις μεγαλύτερες αγορές του κόσμου κλείνουν τα «παράθυρα» που επέτρεψαν την εκρηκτική άνοδό τους, η Temu αναγκάζεται να υιοθετήσει ολοένα πιο «επιθετικές» στρατηγικές για να διατηρήσει την παρουσία της. Και αυτό φαίνεται πλέον ξεκάθαρα, όπως δείχνει η νέα κίνηση της Temu στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Συγκεκριμένα, προσφέρει 1.000 δολάρια σε μεσάζοντες που πείθουν Αμερικανούς λιανοπωλητές να πουλήσουν προϊόντα στην πλατφόρμα της, καθώς αντιμετωπίζει τους δασμούς του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ.

Οι δασμοί τύπου «de minimis» επέτρεπαν μέχρι πρόσφατα σε εταιρείες όπως η Temu να αποστέλλουν στις ΗΠΑ προϊόντα αξίας κάτω των 800 δολαρίων χωρίς να πληρώνουν κανέναν τελωνειακό φόρο. Με την κατάργηση αυτού του μέτρου, το μοντέλο των αφορολόγητων μικροδεμάτων καταρρέει, και η Temu σπεύδει να επεκτείνει το δίκτυο Αμερικανών πωλητών της, ώστε να αποφύγει τους νέους δασμούς και το αυξημένο κόστος αποστολής για τα κινεζικής κατασκευής ρούχα, κοσμήματα και είδη σπιτιού στα οποία βασίζεται η δραστηριότητά της.

«Το αγαπημένο τους “παραθυράκι” τελείωσε», δήλωσε αυτή την εβδομάδα ο σύμβουλος της Amazon, Τζον Έλντερ.

«Η Temu είναι πολύ πιο επιθετική γιατί θέλει να γίνει ένα φθηνό Amazon», πρόσθεσε.

«Συστήστε στον πωλητή σας να πουλά στο Temu και κερδίστε 1.000 δολάρια», ανακοίνωσε πρόσφατα ένας εκπρόσωπος της Temu στον Έλντερ.

Μια άλλη σύμβουλος της Amazon, η Αμπίρ Τζαουάιντ, μοιράστηκε επίσης στο LinkedIn ότι έλαβε την προσφορά της Temu στο inbox της. Εκπρόσωπος της Temu αρνήθηκε να σχολιάσει τη συγκεκριμένη προωθητική ενέργεια ή το αν προέκυψε λόγω της κατάργησης των δασμών «de minimis».

Ωστόσο, η Temu αναγνώρισε ότι επεκτείνει γρήγορα το δίκτυο τοπικών εμπόρων της, αφού άνοιξε την αγορά της σε Αμερικανούς πωλητές τον Νοέμβριο του 2024. «Η Temu προσφέρει ένα επιπλέον κανάλι για τους τοπικούς πωλητές, ώστε να φτάσουν σε νέο κοινό», ανέφερε ο εκπρόσωπος σε δήλωση. «Στόχος μας είναι να υποστηρίξουμε την ανάπτυξη των τοπικών επιχειρήσεων, ενώ δίνουμε στους καταναλωτές περισσότερες επιλογές».

Η Temu ανήκει στον όμιλο PDD Holdings, με έδρα τη Σαγκάη και το Δουβλίνο. Οι μετοχές της PDD έχουν αυξηθεί περίπου 40% από την αρχή του έτους και τα έσοδά της αυξήθηκαν κατά 7%, στα 14,5 δισ. δολάρια, το τελευταίο τρίμηνο. Αυτό ήταν το πιο αργό ποσοστό ανάπτυξης εδώ και χρόνια, πιθανότατα λόγω των δασμών, σύμφωνα με τη New York Post.