Ο «Οδυσσέας» του Τζέιμς Τζόυς δημοσιεύτηκε στις 2 Φεβρουαρίου του 1922 στο Παρίσι. Θεωρείται από τα σημαντικότερα έργα του λογοτεχνικού μοντερνισμού, όπου ζωντανεύει δραματουργικά το Δουβλίνο μέσα σε μια ημέρα.

Γράφει η Χαρά Κιούση

Είναι η 16 Ιουνίου 1904. Ο Τζόυς χώρισε το έργο του σε δεκαοχτώ επεισόδια αποδομώντας στο πρόσωπο του δικού του ήρωα Λεοπόλδου Μπλουμ, τον πολυμήχανο Οδυσσέα, σε μια «παρωδία περιπλανώμενου Ιουδαίου». Το βιβλίο, ισολογισμός και απολογισμός μιας μέρας, δέχτηκε μύδρους για την αισχρότητα και τη χυδαιότητά του. (Προφανώς μεταφορική σημασία έχει και το κανόνι του σκηνικού που εκτινάσσει μπάλες ή ό,τι άλλο προδιαθέτουν στη διεγερμένη φαντασία του θεατή «σαδομαζοχιστικές παραισθήσεις»).

Στις ΗΠΑ απαγορεύτηκε αρχικά, ενώ το 1920 έκαψαν αντίτυπα τα Ταχυδρομεία του κράτους για το άσεμνο περιεχόμενο που φθάνει στα άκρα. Ο συγγραφέας εισβάλει στις πιο ιδιωτικές πράξεις με λόγο άσεμνο, ανήθικο, λάγνο που αποπνέει μυρωδιές, οσμές, υγρασίες και υγρά σωματικά που «ρέουν» σε «ρεύματα της συνείδησης» εικονοποιώντας απόκρυφες μύχιες σκέψεις, πάθη, ταπεινά βίτσια (κοπροφιλία, σαδομαζοχισμός, το κοινώς μπανιστήρι).

Ο Τζόυς απαντώντας στους επικριτές του έγραφε: «Εάν ο Οδυσσέας δεν αξίζει να διαβαστεί τότε η ζωή δεν αξίζει να την ζει κανείς… αν η πόλη (Δουβλίνο) εξαφανιζόταν ξαφνικά μια μέρα από προσώπου γης θα μπορούσε να οικοδομηθεί ξανά από το βιβλίο μου». Τόσο πιστά εικονογραφείται μέσα από δρόμους, καταστήματα, σπίτια, μπυραρίες, οίκους ανοχής, νεκροταφεία, σχολεία, αλλά και ζωντανεύει με τους κατοίκους, μουσικές, πολιτικές και ιστορικές αναφορές. Οι οποίες παρεισφρύουν ανάμεσα στα κεφάλαια αγγίζοντας τα θρησκευτικά ζητήματα και την διαφθορά της εκκλησίας, που συνέβαλλε στην αλλοτρίωση και ηθική κατάπτωση των Ιρλανδών, καθώς επίσης και η επιθετική στάση της Μ. Βρετανίας με την εκεί στρατιωτική παρουσία.

Ο Τζόυς «σατιρίζει την αναδημιουργία της Ιρλανδικής γλώσσας γράφοντας ένα έργο στην Αγγλική, προσφέροντας ένα έργο στην Ιρλανδία». Εμπειρίες, μνήμες, συναισθήματα και εντυπώσεις σε ασυνέχεια χρόνου φέρνουν στην επιφάνεια την πραγματικότητα μιας ζωής σε μια κοινή μέρα.

Ένας συνηθισμένος αστός, ένας διαφημιστής με χωρίς ιδιαίτερες ικανότητες, ο Λεοπόλδος Μπλουμ, ξυπνάει το πρωί και φεύγει για το γραφείο του. Στη συνέχεια περιφέρεται στο Δουβλίνο μέχρι το επόμενο πρωί, για να μας καταδείξει την πνευματική και ηθική πλευρά του σύγχρονου κόσμου. Σ’ ένα κοινότοπο περιδιάβημα της πόλης, στο υποσυνείδητο του Μπλουμ -μιας γελοιογραφίας του Ομηρικού ήρωα- θα αποκαλυφθούν τα απάνθρωπα, ανήθικα, διεστραμμένα γνωρίσματά του.

Η μοναδική ομοιότητα με το αρχαϊκό κείμενο είναι η καθυστέρηση επιστροφής στο σπίτι του. Για την λογοτεχνική αξία και τη σκοπιμότητα του «Οδυσσέα» του Τζόυς, έχουν στηθεί «πόλεμοι»… «Όταν ο αναγνώστης εξοικειωθεί με το λυκόφως, μέσα στο οποίο ζει το έργο, θα διακρίνει το σχήμα των πραγμάτων». Σ’ αυτό ο Θανάσης Μπαντές απαντά: «Είναι ο Δούρειος Ίππος του Τζόυς, που εισχωρεί στην αστική νοοτροπία για να την κατασπαράξει».

Η παράσταση σε σκηνοθεσία, απόδοση και δραματουργική επεξεργασία δυο κεφαλαίων, «Πηνελόπη» και «Ναυσικά», από τους Δημήτρη Αγαρτζίδη – Δέσποινας Αναστάσογλου είναι πιστή στο υλικό και στο πνεύμα του Τζόυς. Φυσικά είναι δύσκολο και πολύπλοκο να το αναπτύξουμε. Ο λόγος βέβαια βάρεσε κανόνι, αλλά το θέαμα – λαγνεία και sex σε πόλεμο ορμονών με αιρετική σκηνοθεσία τύπου μεσημεριανού τηλεοπτικού love story (στην μεν «Πηνελόπη» οι τύπισσες κόβουν ορθοπεταλιές σε στατικά ποδήλατα ενώ στη «Ναυσικά» – Μόλλυ Μπλουμ, οι φίλες της εμφανίζονται ως άσεμνα πορνίδια και ο Οδυσσέας – Λεοπόλδος Μπλουμ ως διεστραμμένος ματάκιας παρουσιαστής, που εκτονώνεται σε περίπαθο αυνανισμό.

Οι ερμηνείες των ηθοποιών καλές, ανταποκρίνονται σ’ αυτό που διδάχθηκαν, το οποίο προκαλεί την ύψιστη ταπείνωση γελοιοποιώντας τον ηρωισμό των προϊστορικών χρόνων. Οι ήρωες του Τζόυς δεν νιώθουν νοσταλγία, δεν έχουν επιστροφή σε κάτι ανώτερο και σπουδαίο, όπως οι ήρωες του Ομήρου.

Στο νησί των Φαιάκων, που συνδέει παρελθόν και μέλλον, ο Οδυσσέας με ακμαίες «ηθικές και πνευματικές δυνάμεις» μετά οκτώ χρόνων περιπλάνηση συναντά ανθρώπους και βρίσκεται αντιμέτωπος με την πρόκληση. Η Ναυσικά με την ομορφιά, την κοσμιότητα και την πρόκληση της ηλικίας της τον βάζει σε ηθικό πειρασμό. Ανέπαφος όμως από τον ιδανικό της κόσμο, σαν ήρωας, παίρνει τον δρόμο της επιστροφής για την Ιθάκη.

Τον περιμένει η Πηνελόπη, σύμβολο πίστης, αφοσίωσης και συζυγικής ακεραιότητας.

Ταυτότητα παράστασης:

Απόδοση – δραματουργική επεξεργασία – σκηνοθεσία: Δημήτρης Αγαρτζίδης – Δέσποινα Αναστάσογλου,
μουσική: λάμδα,
σκηνικά – κοστούμια: Μαγδαληνή Αυγερινού,
φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου,
κίνηση: Σοφία Μαυραγάνη,
βοηθός σκηνοθέτη: Ανδριάννα Χαλκίδη,
βοηθός σκηνογράφου: Τζίνα Ηλιοπούλου,
εκτέλεση παραγωγής: Άννα Γκόμεζ.

Παίζουν:
Παύλος Παυλίδης (Οδυσσέας / Λεοπόλδος Μπλουμ), Μαρία Σκουλά (Πηνελόπη / Μόλι Μπλουμ), Βίκυ Κατσίκα, Μαρία Μοσχούρη, Τατιάνα Άννα Πίττα (Σειρήνες), Ελένη Ποζατζίδου (Μίλι Μπλουμ).
Μουσικοί επί σκηνής: Κώστας Κωστίδης (πιάνο – συνθεσάιζερ), Παντελής Νικηφόρος (κιθάρα – λαούτο – μαντολίνο), Θοδωρής Σοφόπουλος (ντραμς – κρουστά), Χάρης Παρασκευάς (συνθεσάιζερ).