Η Μαρία Ρέσα και ο ειδησεογραφικός ιστότοπός της, ο Rappler, αθωώθηκαν σήμερα στη δίκη με αντικείμενο τέσσερις υποθέσεις φοροδιαφυγής για τις οποίες κατηγορούνταν, με την πολύπειρη αμερικανοφιλιππινέζα δημοσιογράφο να δηλώνει πως «νίκησε η αλήθεια».

Η Ρέσα, που έλαβε το 2021 το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης, μαζί με τον Ρώσο δημοσιογράφο Ντμίτρι Μουράτοφ, είναι αντιμέτωπη με άλλες τρεις ποινικές υποθέσεις, ανάμεσά τους μια καταδίκη για «ηλεκτρονικά εγκλήματα», που το τρέχον διάστημα εξετάζεται από εφετείο. Διατρέχει κίνδυνο να της επιβληθούν ποινές σχεδόν επτά ετών κάθειρξης.

Όπως σημειώνει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, συγκαταλεγόταν στις φωνές που επέκριναν εντονότερα τον Ροντρίγκο Ντουτέρτε, τον πρώην πρόεδρο (2016-2022) η πολιτική του οποίου για την πάταξη της διακίνησης και της χρήσης ναρκωτικών είχε αποτέλεσμα να χαθούν χιλιάδες ζωές.

Το εφετείο έκρινε ότι οι εισαγγελείς δεν μπόρεσαν να αποδείξουν «πέραν πάσης αμφιβολίας» ότι διαπράχθηκε φοροδιαφυγή.

«Σήμερα νίκησαν τα γεγονότα. Νίκησε η αλήθεια» είπε δακρυσμένη η Μαρία Ρέσα σε εκπροσώπους άλλων μέσων ενημέρωσης μετά την απαγγελία της ετυμηγορίας στο εφετείο της Μανίλας.

Εάν η ίδια και ο ιστότοπος αντιθέτως καταδικάζονταν, η απόφαση «θα είχε βαριές συνέπειες για τον Τύπο και τις κεφαλαιαγορές» προειδοποιούσε ο Rappler προτού γίνει γνωστή η απόφαση, συμπληρώνοντας πως σε κάθε περίπτωση, θα συνέχιζε τον αγώνα για την ελευθερία της πληροφόρησης.

Σε βάρος της πρώην συνεργάτιδας του CNN και του Rappler, του οποίου είναι συνιδρύτρια, ασκήθηκε ποινική δίωξη για δήλωση ψευδών στοιχείων σε φορολογική δήλωση μετά την πώληση εταιρικού ομολόγου σε ξένους επενδυτές το 2015. Οι κατηγορίες «είχαν πολιτικά κίνητρα», αποτελούσαν «κατάφωρη κατάχρηση εξουσίας», επέμεινε η Ρέσα σήμερα, συμπληρώνοντας «αποδείξαμε ότι ο Rappler δεν φοροδιαφεύγει».

Η δημοσιογράφος μάχεται εδώ και χρόνια για να αποφύγει τη φυλάκιση. Οι διώξεις σε βάρος της είναι εμβληματικές των διωγμών που δέχονται τα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης στη χώρα, σύμφωνα με οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ελευθεροτυπίας.

Η Ρέσα και ο Μουράτοφ επελέγησαν τον Οκτώβριο του 2021 από την επιτροπή που απονέμει τα Νόμπελ χάρη στον αγώνα τους για την «προστασία της ελευθερίας της έκφρασης».

Ερωτηθείσα σήμερα τι σημαίνει η απόφαση του εφετείου, η Μαρία Ρέσα απάντησε «ελπίδα». «Αυτό προσφέρει».

Παρά την ετυμηγορία το μέλλον του Rappler, η λειτουργία του οποίου άρχισε πριν από περίπου δέκα χρόνια, παραμένει αβέβαιο.

Δίνει ακόμη δικαστική μάχη εναντίον διαταγής της επιτροπής κεφαλαιαγοράς των Φιλιππίνων. Τον Ιούνιο, λίγες ημέρες πριν από το τέλος της θητείας του Ντουτέρτε, είχε διατάξει να κλείσει ο ιστότοπος εξαιτίας παραβίασης των «συνταγματικών και νομικών περιορισμών για την ιδιοκτησία μέσων ενημέρωσης από αλλοδαπούς».

Ο ειδησεογραφικός οργανισμός, που συνεχίζει να λειτουργεί, κατηγορείται πως επέτρεψε σε ξένους να πάρουν τον έλεγχό του εκδίδοντας «πιστοποιητικά καταθέσεων» μέσω της μητρικής εταιρείας συμμετοχών Rappler Holdings.

Δυνάμει του Συντάγματος, επενδύσεις σε μέσα ενημέρωσης της χώρας μπορούν να κάνουν μόνο πολίτες των Φιλιππίνων ή οντότητες που ανήκουν σε πολίτες των Φιλιππίνων.

Η κατηγορία σε βάρος του Rappler αφορά την επένδυση που είχε κάνει σε αυτόν η αμερικανική εταιρεία Omidyar Network, που δημιούργησε ο ιδρυτής του eBay, ο Πιερ Ομιντιάρ.

Ο Rappler είναι ανάμεσα στα μέσα ενημέρωσης που αποκάλυψαν συγκλονιστικές εικόνες εκτελέσεων και αμφισβήτησε τη νομική βάση του «πολέμου κατά των ναρκωτικών» του πρώην προέδρου Ντουτέρτε. Στον «πόλεμο» αυτό σκοτώθηκαν πάνω από 6.200 άνθρωποι, σύμφωνα με τις αρχές· οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κάνουν λόγο για δεκάδες χιλιάδες νεκρούς.

Τον Σεπτέμβριο, ο νυν πρόεδρος των Φιλιππίνων Φέρντιναντ Μάρκος δήλωσε πως δεν πρόκειται να επέμβει στις υποθέσεις της κυρίας Ρέσα, επικαλούμενος τη διάκριση των εξουσιών.

Τον Οκτώβριο, μερικούς μήνες αφότου ανέλαβε την εξουσία, η κυρία Ρέσα καταδικάστηκε για συκοφαντική δυσφήμιση μέσω διαδικτύου.

Οι Φιλιππίνες κατέλαβαν την 147η θέση μεταξύ των 180 χωρών που συμπεριλήφθηκαν στον κατάλογο της ΜΚΟ Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα (RSF) το 2022. Η Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων (CPJ) κατέταξε τη χώρα έβδομη στον παγκόσμιο κατάλογο ως προς την ατιμωρησία το 2021. Πρόκειται για κατάταξη των χωρών όπου οι δολοφόνοι δημοσιογράφων παραμένουν ελεύθεροι.