Ο Λευκός Οίκος ζήτησε από τους Αιγυπτίους «να σεβαστούν τις δημοκρατικές αρχές» για να επιλυθεί το θέμα που έχει προκύψει όσον αφορά την εγκυρότητα της εκλογής του κοινοβουλίου.

Οι ΗΠΑ βρίσκονται «σε επαφή με τους Αιγυπτίους ηγέτες», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας Τόμι Βίτορ.

«Εναπόκειται στους Αιγυπτίους να αποφασίσουν, στηριζόμενοι στον σεβασμό των δημοκρατικών αρχών, με διαφάνεια και προστατεύοντας τα δικαιώματα όλων των Αιγυπτίων», πρόσθεσε ο ίδιος.

Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο της Αιγύπτου ανακοίνωσε σήμερα ότι η απόφασή του τον περασμένο μήνα να διαλύσει την κάτω βουλή του κοινοβουλίου “είναι αμετάκλητη”, απορρίπτοντας την απόφαση που έλαβε χθες ο πρόεδρος της χώρας Μοχάμεντ Μόρσι να αποκαταστήσει το σώμα αυτό.

Έπειτα από έκτακτη σύνοδό του, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο ανακοίνωσε ότι οι αποφάσεις του είναι όλες “δεσμευτικές” για όλους τους κρατικούς θεσμούς και τις αρχές.

Ο Μόρσι, ο οποίος ανέλαβε καθήκοντα στα τέλη του περασμένου μήνα και ανήκει στις τάξεις των Αδελφών Μουσουλμάνων, εξέδωσε χθες διάταγμα σύμφωνα με το οποίο το σώμα αυτό, στο οποίο κυριαρχούν οι ισλαμιστές, μπορεί να συνέλθει εκ νέου. Επίσης ζήτησε τη διεξαγωγή πρόωρων βουλευτικών εκλογών 60 ημέρες μετά την έγκριση με δημοψήφισμα του Συντάγματος που συντάσσεται τώρα.

Το δικαστήριο απεφάνθη τον περασμένο μήνα ότι η εκλογή του σώματος είναι άκυρη, κρίνοντας ότι ο εκλογικός νόμος βάσει των οποίων έγιναν οι εκλογές του Ιανουαρίου ήταν αντισυνταγματικός επειδή επέτρεπε σε μέλη πολιτικών κομμάτων να διεκδικήσουν έδρες που προορίζονταν για ανεξάρτητους βουλευτές.

Η απόφαση αυτή τέθηκε σε ισχύ από το Ανώτατο Συμβούλιο των Ενόπλων Δυνάμεων, το οποίο ανέλαβε τη διακυβέρνηση της Αιγύπτου μετά την εκδίωξη πέρυσι από την εξουσία του πρώην προέδρου Χόσνι Μουμπάρακ.

Η απόφαση του Μόρσι προαναγγέλλει μια απευθείας αντιπαράθεση με το Ανώτατο Συμβούλιο των Ενόπλων Δυνάμεων, το οποίο ανέλαβε στα μέσα Ιουνίου τη νομοθετική εξουσία μετά την απόφαση αυτή του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου για τη διάλυση του κοινοβουλίου. Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι καταδίκασαν την ενέργεια αυτή, χαρακτηρίζοντάς την ένα «συνταγματικό πραξικόπημα».