Οι αποκαλύψεις που φέρνει στο φως το νέο ντοκιμαντέρ του Channel 4, με τίτλο Death In The Desert: The Nurse Helen Mystery, ενισχύουν την πεποίθηση της οικογένειας της Helen Smith ότι η 23χρονη Βρετανίδα νοσοκόμα δολοφονήθηκε στη Σαουδική Αραβία το 1979, και ότι οι Αρχές συγκάλυψαν την υπόθεση για να προστατεύσουν τις διπλωματικές σχέσεις μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Σαουδικής Αραβίας.
Σύμφωνα με απόρρητα έγγραφα που αποκαλύφθηκαν μέσω του νόμου περί ελευθερίας της πληροφόρησης, υψηλόβαθμοι Βρετανοί διπλωμάτες και κρατικοί λειτουργοί, περιλαμβανομένου του τότε διευθυντή της Εισαγγελίας του Στέμματος (Director of Public Prosecutions), εξέφραζαν σοβαρές υποψίες για εγκληματική ενέργεια πίσω από τους θανάτους της Helen και του Ολλανδού καπετάνιου, Johannes Otten.
Η Ruth Bundey, δικηγόρος που υποστήριξε για δεκαετίες τον πατέρα της Helen, Ron Smith, επιβεβαιώνει στο ντοκιμαντέρ ότι τα νέα στοιχεία αποδεικνύουν την ύπαρξη συγκάλυψης. «Ο Ron πάντα πίστευε πως ήταν συγκάλυψη και τώρα μπορούμε να δούμε πέρα από κάθε αμφιβολία ότι είχε δίκιο. Οι άνθρωποι σε υψηλές θέσεις συμμερίζονταν τις υποψίες του», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Τα νέα έγγραφα αποκαλύπτουν ότι ένας από τους διπλωμάτες που βρισκόταν στην Τζέντα απέστειλε επιστολή προς το Λονδίνο δηλώνοντας: «Πιστεύω ότι το σώμα δεν φέρει τραύματα συμβατά με πτώση από 70 πόδια». Άλλος διπλωμάτης χαρακτήρισε την υπόθεση «μυστηριώδη» και εκτίμησε ότι «ίσως ένα τρίτο πρόσωπο να δολοφόνησε το ζευγάρι, ένας φίλος γεμάτος ζήλια που μπορεί να βρήκε το ζευγάρι γυμνό και τους πέταξε από το μπαλκόνι». Πρόσθεσε, μάλιστα, ότι αν η Αστυνομία της Τζέντας προχωρούσε σε ουσιαστική έρευνα, «είναι πολύ πιθανό να έβρισκε κάποιες άσχημες απαντήσεις».
Όπως αναφέρει η Daily Mail παρά τις φωνές εντός της βρετανικής διοίκησης, το υπουργείο Εξωτερικών τότε προτίμησε να υποστηρίξει την εκδοχή των σαουδαραβικών αρχών, σύμφωνα με την οποία οι δύο νέοι σκοτώθηκαν ενώ έκαναν έρωτα στο μπαλκόνι κατά τη διάρκεια παράνομου πάρτι με αλκοόλ. Η εκδοχή αυτή θεωρήθηκε πιο «βολική» σε μια περίοδο που οι σχέσεις Λονδίνου-Ριάντ βρίσκονταν σε κρίσιμη φάση, λίγο μετά την ιστορική επίσκεψη της βασίλισσας Ελισάβετ στη Σαουδική Αραβία και λίγο πριν από την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τη Μάργκαρετ Θάτσερ.
Η οικογένεια της Helen Smith, και ειδικά ο πατέρας της Ron, ποτέ δεν αποδέχτηκαν αυτή την εξήγηση. Ο Ron ταξίδεψε στη Σαουδική Αραβία αμέσως μετά τον θάνατο της κόρης του και με τη βοήθεια νοσοκόμας που είχε δει το σώμα, διαπίστωσε ότι τα τραύματα της Helen δεν συμβάδιζαν με πτώση από μεγάλο ύψος. Δεν υπήρχαν κατάγματα, ενώ η στάση του σώματος υποδήλωνε ότι ήταν ήδη νεκρή προτού βρεθεί στο έδαφος.
Η υπόθεση παραμένει ανεξιχνίαστη μέχρι και σήμερα. Ωστόσο, χάρη στο ντοκιμαντέρ και τη δημοσιοποίηση των απόρρητων εγγράφων, η οικογένεια της Helen νιώθει δικαιωμένη στην πεποίθησή της ότι υπήρξε εγκληματική ενέργεια και συγκάλυψη. «Εάν είχαμε αυτά τα έγγραφα εξαρχής», λέει η Ruth Bundey, «η κατάληξη της έρευνας για τον θάνατο της Helen θα μπορούσε να ήταν εντελώς διαφορετική».
Καθώς οι βρετανικές αρχές προσπαθούσαν να αντιμετωπίσουν τις διπλωματικές συνέπειες της υπόθεσης, ήρθαν αντιμέτωπες και με το ενδεχόμενο δημόσιου μαστιγώματος της οικοδέσποινας του επίμαχου πάρτι, Penny Arnot. Η ίδια και ο σύζυγός της είχαν ήδη φυλακιστεί για παραβάσεις περί αλκοόλ, ενώ κατηγορήθηκε και για μοιχεία, καθώς αποκαλύφθηκε πως είχε συνευρεθεί με άλλον άντρα τη νύχτα εκείνη.
Τελικά, οι σαουδαραβικές αρχές την απήλλαξαν από τη σωματική τιμωρία και 14 μήνες μετά τον θάνατο της Helen Smith, οι Arnots κατάφεραν να εγκαταλείψουν τη χώρα. Ωστόσο, σύμφωνα με τη δικηγόρο Ruth Bundey, «ένα τραγικό ατύχημα και ένα νεαρό κορίτσι που πέφτει από το μπαλκόνι ήταν ένας βολικός τρόπος να διευθετηθεί τουλάχιστον μία πτυχή αυτής της υπόθεσης».
Όμως, οι Αρχές δεν είχαν υπολογίσει τον πατέρα της Helen, Ron. Παρά την άρνηση των σαουδαραβικών αρχών να προχωρήσουν σε περαιτέρω διερεύνηση του θανάτου της κόρης του, εκείνος αποφάσισε να φέρει το σώμα της πίσω στο Ηνωμένο Βασίλειο με την ελπίδα ότι θα πραγματοποιηθεί ιατροδικαστική εξέταση και κατόπιν νομική διαδικασία.
«Ως πρώην αστυνομικός, ήξερε πώς να ερευνά και να μην αφήνει τίποτα αναπάντητο», αναφέρει η Ruth Bundey. Τελικά, τον Ιούνιο του 1980, 13 μήνες μετά τον θάνατο της Helen, η σορός της επαναπατρίστηκε από την Τζέντα. Ο Ron, ωστόσο, συνάντησε ακόμα ένα εμπόδιο: σύμφωνα με τη νομοθεσία, οι Βρετανοί πολίτες που πεθαίνουν στο εξωτερικό δεν είχαν δικαίωμα σε έρευνα εντός του Ηνωμένου Βασιλείου, ανεξαρτήτως συνθηκών. Με τη νομική υποστήριξη της Bundey, ο Ron κατέφυγε στα δικαστήρια.
Αν και το αρχικό του αίτημα για διεξαγωγή έρευνας στο Leeds απορρίφθηκε, κατάφερε να δικαιωθεί στο Divisional Court και κατόπιν στο Εφετείο, θέτοντας έτσι ένα νομικό προηγούμενο που ισχύει μέχρι σήμερα. «Η δουλειά του Ron άλλαξε τον νόμο και εξασφάλισε ότι, από τον θάνατο της Helen και μετά, οι οικογένειες στη Βρετανία μπορούν να απαιτούν σωστή διερεύνηση θανάτων που συμβαίνουν στο εξωτερικό», δηλώνει η Bundey.
Η απόφαση αυτή σήμαινε ότι η βρετανική αστυνομία μπορούσε πλέον να διερευνήσει την υπόθεση. Παράλληλα, οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι συνέχιζαν να στηρίζουν την επίσημη γραμμή: ότι ο θάνατος της Helen ήταν ατύχημα. Αυτό διαβεβαίωσε και ο τότε υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Douglas Hurd, στον Ron, σε συνάντηση πριν από την ιατροδικαστική έρευνα.
Ωστόσο, το ντοκιμαντέρ αποκαλύπτει ότι στο παρασκήνιο η αλήθεια ήταν διαφορετική. Ο Hurd γνώριζε την ύπαρξη επιστολής του τότε εισαγγελέα του Στέμματος, Sir Thomas Hetherington, προς την Αστυνομία του West Yorkshire, στην οποία αναφερόταν ότι «υπάρχουν ισχυρές υποψίες ότι και τα δύο άτομα δολοφονήθηκαν».
Σε άλλη επιστολή από στέλεχος του Foreign Office, γίνεται λόγος για «δυναμική βόμβα», ως σχόλιο στη μυστικότητα που περιέβαλε την υπόθεση. Ωστόσο, η νομική ομάδα του Ron, μεταξύ των οποίων ο Geoffrey Robertson KC και ο δικηγόρος του γιου του Graham, Sir Stephen Sedley, αγνοούσε παντελώς τις ύποπτες αξιολογήσεις των ανωτέρων.
«Εμείς αναδεικνύαμε τις ασυνέπειες και τώρα βλέπουμε ότι και άτομα σε υψηλές θέσεις είχαν τις ίδιες αμφιβολίες, αλλά δεν τις μοιράστηκαν ποτέ», δηλώνει η Ruth. «Ήταν άδικο για τον Ron, γιατί παρουσιάζονταν συνεχώς σαν κάποιος που είχε εμμονές», συμπλήρωσε.
Ακόμη και η ιατροδικαστική διαδικασία αποδείχθηκε προβληματική. Παρότι παρουσιάστηκαν ενδείξεις ότι η Helen ενδέχεται να είχε ξυλοκοπηθεί και βιαστεί πριν από τον θάνατό της και ότι ο ιατροδικαστής του υπουργείου Εσωτερικών είχε παραλείψει από την έκθεσή του τραύματα που συνάδουν με βιασμό, τα νέα έγγραφα δείχνουν ότι ο ιατροδικαστής ενημέρωνε το Foreign Office για την πρόοδο της αστυνομικής έρευνας, κατά παράβαση της αρχής της ανεξαρτησίας των ερευνών.
«Είναι πραγματικά σοκαριστικό», αναφέρει ο Geoffrey Robertson στο ντοκιμαντέρ. «Οι ιατροδικαστικές έρευνες πρέπει να είναι ανεξάρτητες, όμως τα νέα έγγραφα δείχνουν ότι ο ιατροδικαστής ενημέρωνε το υπουργείο Εξωτερικών, το οποίο με τη σειρά του ρωτούσε αν οι εξελίξεις στην υπόθεση θα μπορούσαν να επηρεάσουν την επίσκεψη της σαουδαραβικής αντιπροσωπείας».
Ωστόσο, το σώμα των ενόρκων επέλεξε να μην αποδεχτεί την κατεύθυνση για ετυμηγορία περί ατυχήματος και κατέληξε σε «ανοικτή ετυμηγορία».
«Ο Ron ένιωσε μεγάλη ανακούφιση», θυμάται η Ruth. «Ήταν η επιβεβαίωση ότι η εκδοχή περί ατυχήματος απορρίφθηκε, παρότι δεν υπήρχαν αρκετά στοιχεία για μια διαφορετική, οριστική ετυμηγορία. Άφηνε ανοιχτή την πιθανότητα να αποκαλυφθεί κάποια στιγμή η αλήθεια», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Γι’ αυτό και, ύστερα από επιμονή του πατέρα της, η σορός της Helen παρέμεινε στο Leeds General Infirmary για πάνω από 30 χρόνια. «Πολλοί το θεώρησαν υπερβολή, αλλά ο Ron ήθελε να διασφαλίσει ότι, αν προκύψει κάτι νέο, θα μπορούσε να γίνει επανεξέταση», εξηγεί η Ruth.
Τελικά, το 2009, ο Ron υποχώρησε στην επιθυμία της πρώην συζύγου του να ταφεί η κόρη τους. Η Helen αποτεφρώθηκε και οι στάχτες της σκορπίστηκαν στην άκρη του Ilkley Moor, στο West Yorkshire, όπου συνήθιζε να παίζει όταν ήταν παιδί.
Ο Ron πέθανε δύο χρόνια αργότερα, χωρίς ποτέ να αποβάλει την πίστη του ότι η αλήθεια για τον θάνατο της κόρης του κάποια στιγμή θα αποκαλυφθεί.