Ένα 13χρονο αγόρι στη Νέα Ζηλανδία χρειάστηκε να υποβληθεί σε χειρουργική αφαίρεση μέρους του εντέρου του, αφού κατάπιε σχεδόν 200 ισχυρούς μαγνήτες.

Σύμφωνα με πρόσφατη ιατρική αναφορά στο The New Zealand Medical Journal, το παιδί εισήχθη στο Νοσοκομείο Tauranga με κοιλιακό άλγος, δηλώνοντας ότι είχε καταπιεί περίπου μαγνήτες νεοδυμίου μία εβδομάδα νωρίτερα.

Ακτινογραφία έδειξε τέσσερις γραμμικές αλυσίδες μαγνητών σε διαφορετικά σημεία του εντέρου. Μέσα στην κοιλιά του, οι μικροί μεταλλικοί μαγνήτες ενώθηκαν με καταστροφικό τρόπο.

Κατά τη διάρκεια του χειρουργείου, οι αλυσίδες εντοπίστηκαν σε διάφορα τμήματα του λεπτού εντέρου και του τυφλού, του τμήματος του παχέος εντέρου που βρίσκεται στην αρχή του και συνδέεται με το λεπτό έντερο.

Οι μαγνήτες, όπως ενώθηκαν μέσα στο σώμα, προκάλεσαν «πίεση νέκρωσης» – δηλαδή νέκρωση ιστών λόγω έλλειψης αιμάτωσης. Παρά την αναγκαστική αφαίρεση μέρους του εντέρου, ο έφηβος ανάρρωσε καλά και πήρε εξιτήριο οκτώ ημέρες αργότερα.

«Όπως δείχνει αυτή η περίπτωση, η κατάποση μικρών, ισχυρών μαγνητών είναι απειλητική για τη ζωή», τόνισε στο Science Alert η Alex Sims, ερευνήτρια εμπορικού δικαίου από το Πανεπιστήμιο του Ώκλαντ.

«Οι μικροί μαγνήτες υψηλής ισχύος κυκλοφορούν ως διασκεδαστικά παιχνίδια για παιδιά και ενήλικες, καθώς επιτρέπουν τη δημιουργία σχημάτων ή χρησιμοποιούνται ως παιχνίδια αποσυμπίεσης. Δυστυχώς, έχουν έντονα χρώματα και μικρό μέγεθος, καθιστώντας τους ελκυστικούς για τα παιδιά».

Η αναφορά δεν εξηγεί γιατί το αγόρι κατάπιε τους μαγνήτες. Ωστόσο, επιστήμονες έχουν πρόσφατα προειδοποιήσει για μια τάση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κατά την οποία τα παιδιά χρησιμοποιούν μαγνήτες για να μιμηθούν τρυπήματα στη γλώσσα, τη μύτη ή τα χείλη – κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε κατάποση και σοβαρούς κινδύνους.

Ένα φαινόμενο με μεγάλες διαστάσεις

Ακόμα και όταν οι γονείς είναι προσεκτικοί, τα ατυχήματα δεν αποφεύγονται πάντα. Οι ειδικοί τονίζουν πως αν υπάρχει υποψία ότι ένα παιδί έχει καταπιεί μαγνήτη, είναι ζωτικής σημασίας να μεταφερθεί άμεσα στο νοσοκομείο. Πάνω από το 75% των περιπτώσεων απαιτούν χειρουργική επέμβαση ή ενδοσκόπηση.

«Η προσβασιμότητα σε ισχυρούς μαγνήτες είναι αυξανόμενος κίνδυνος για τον παιδιατρικό πληθυσμό», γράφουν οι γιατροί του νοσοκομείου Tauranga.

Εν τω μεταξύ, νέα έρευνα από το Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον αποκάλυψε ότι εκατοντάδες παιδιά νοσηλεύτηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο μέσα σε έναν χρόνο, αφού κατάπιαν μικρούς μαγνήτες – με το 10% να χρειάζεται σωτήρια χειρουργική επέμβαση.

Ο καθηγητής Παιδιατρικής Χειρουργικής Nigel Hall τόνισε ότι οι έμποροι οφείλουν να ενισχύσουν τις προειδοποιήσεις στις συσκευασίες παιχνιδιών. «Η μελέτη μας δείχνει ότι περίπου 300 παιδιά και έφηβοι εισάγονται κάθε χρόνο στα επείγοντα εξαιτίας κατάποσης μαγνητών», δήλωσε.

«Οι μαγνήτες αυτοί μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές βλάβες. Παρά ταύτα, πολλά μαγνητικά παιχνίδια έχουν ελάχιστες προειδοποιήσεις – ειδικά όσα πωλούνται από διαδικτυακές πλατφόρμες».

Σύμφωνα με τη μελέτη MAGNETIC, που δημοσιεύτηκε στο Archives of Diseases in Childhood, περισσότερο από 2 παιδιά ανά 100.000 καταπίνουν μαγνήτες κάθε χρόνο. Ο αριθμός αυτός εκτιμάται ότι είναι στην πραγματικότητα μεγαλύτερος, καθώς δεν συμμετείχαν όλα τα νοσοκομεία στην έρευνα.

Οι μαγνήτες υπάρχουν σε πολλά αντικείμενα: σε σετ παιχνιδιών, ψυγειομαγνήτες, ψεύτικα τρυπήματα, ακόμα και σε είδη σπιτιού.

To 6% των περιστατικών συνδέθηκαν με viral τάσεις στα social media, κυρίως από κορίτσια που προσπαθούσαν να μιμηθούν τρυπήματα στη γλώσσα, τοποθετώντας μικρούς μαγνήτες στο στόμα τους.

Η επικεφαλής του φιλανθρωπικού οργανισμού Child Accident Prevention Trust, Katrina Phillips, προειδοποίησε: «Προσέξτε ιδιαίτερα τι αγοράζετε. Έχουμε δει μαγνήτες με ισχύ 850 – 17 φορές πάνω από το νόμιμο όριο των 50. Αυτοί οι υπερ-ισχυροί μαγνήτες μπορούν να καταστρέψουν το έντερο ενός παιδιού και να προκαλέσουν αναπηρία. Ένα αγόρι έχει ήδη χάσει τη ζωή του».

Γιατροί από το Σαουθάμπτον, που πραγματοποίησαν και τη σχετική μελέτη, υπογραμμίζουν τη σημασία της άμεσης μετάβασης στα επείγοντα όταν υπάρχει η υποψία κατάποσης μαγνήτη. «Τα περισσότερα παιδιά δεν παρουσιάζουν κανένα σύμπτωμα. Είναι λοιπόν κρίσιμο να γίνει ακτινογραφία για να επιβεβαιωθεί το περιστατικό», σημείωσε ο καθηγητής Hall.