Σε αλλαγές όσον αφορά τον τρόπο λειτουργίας της ΕΡΤ προχωρά η κυβέρνηση, με στόχο να ενισχύσει οικονομικά τη δημόσια ραδιοφωνία και τηλεόραση και να τη φέρει πιο κοντά στις σύγχρονες απαιτήσεις της κοινωνίας για ενημέρωση και ψυχαγωγία.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, ο κ. Παύλος Μαρινάκης, ως αρμόδιος Υφυπουργός Παρά τω Πρωθυπουργό που φέρει και τη διττή ιδιότητα του κυβερνητικού εκπροσώπου, αναμένεται να καταθέσει άμεσα στη Βουλή ένα νέο νομοσχέδιο που θα περιλαμβάνει όλες τις σημαντικές παρεμβάσεις που αφορούν το ραδιομέγαρο της Αγίας Παρασκευής. Να σημειωθεί πως το πλαίσιο λειτουργίας της ΕΡΤ έχει μείνει σχεδόν ίδιο από το μακρινό 2013, χωρίς να έχουν σημειωθεί τα τελευταία 12 χρόνια μεγάλες θεσμικές αλλαγές. Η κυβέρνηση θεωρεί τώρα πως ήρθε η στιγμή να εκσυγχρονιστεί.

Ένα από τα βασικά θέματα που αντιμετωπίζει η ΕΡΤ αφορά την είσπραξη του ειδικού τέλους που πληρώνουμε όλοι μέσα από τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος. Η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών, περίπου το 95%, πληρώνει κανονικά αυτό το ποσό. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν δύο κατηγορίες οφειλετών που δημιουργούν πρόβλημα. Από τη μία πλευρά, έχουμε ορισμένους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας που δεν αποδίδουν στην ΕΡΤ το σύνολο του τέλους που εισπράττουν από τους καταναλωτές και από την άλλη, υπάρχουν ιδιοκτήτες ακινήτων που είναι κλειστά ή επιχειρήσεις που έχουν σταματήσει τη λειτουργία τους και για διάφορους λόγους δεν έχουν εξοφλήσει τους λογαριασμούς, με αποτέλεσμα να μην καταβάλλεται ούτε το αντίτιμο για την ΕΡΤ. Σε βάθος χρόνου τα χρήματα που οφείλονται είναι διόλου ευκαταφρόνητα. Υπολογίζεται ότι από το 2013 μέχρι σήμερα έχουν συσσωρευτεί χρέη περίπου 52 εκατομμυρίων ευρώ.
Η κυβέρνηση θεωρεί λοιπόν ότι είναι άδικο λίγοι να μην πληρώνουν και αυτό να δημιουργεί ζημιά σε έναν δημόσιο οργανισμό που χρηματοδοτείται από τους πολλούς. Γι’ αυτό, το νομοσχέδιο προβλέπει ότι όλες οι εταιρείες ενέργειας θα πρέπει να δίνουν αναλυτικές λίστες με όσους δεν έχουν πληρώσει το τέλος. Αυτές οι λίστες θα αποστέλλονται στην ΑΑΔΕ (στην εφορία δηλαδή), η οποία στη συνέχεια θα αναλαμβάνει να εισπράξει τα ποσά, όπως γίνεται και με τις κλήσεις της τροχαίας. Επιπλέον, οι πάροχοι που δεν αποδίδουν σωστά τα χρήματα θα κινδυνεύουν με πρόστιμα. Στόχος είναι να αντιμετωπιστούν με αυτό τον τρόπο οι «τρύπες» στη χρηματοδότηση και να ενισχυθεί η οικονομική σταθερότητα της ΕΡΤ.

Άλλη μία σημαντική αλλαγή αφορά το τεράστιο αρχείο της ΕΡΤ, το οποίο εδώ και δεκαετίες αποθηκεύει ιστορικό, πολιτιστικό και ενημερωτικό υλικό. Για πρώτη φορά, αυτό το αρχείο θα αξιοποιηθεί οργανωμένα για την εκπαίδευση των μαθητών. Μέσα από συνεργασία με το υπουργείο Παιδείας, υλικό από την ΕΡΤ θα μπορεί να χρησιμοποιείται στα σχολεία, ώστε οι μαθητές να έρχονται σε επαφή με σημαντικά ντοκουμέντα της νεότερης ελληνικής ιστορίας και του ελληνικού πολιτισμού. Παράλληλα, το νομοσχέδιο θα ανοίγει τον δρόμο για συνεργασίες της ΕΡΤ με δήμους, περιφέρειες και επιμελητήρια, δίνοντάς της πιο ενεργό κοινωνικό ρόλο. Θα προβλέπεται παράλληλα ένα σύστημα επιβράβευσης για τους εργαζομένους της ΕΡΤ, με μπόνους που μπορεί να φτάσουν μέχρι τα 6,5 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο, υπό την προϋπόθεση ότι ο οργανισμός παραμένει κερδοφόρος.

Ιδιαίτερη σημασία έχει όμως και η δημιουργία ενός νέου κέντρου καινοτομίας, που θα ονομάζεται Innovation Hub και θα λειτουργεί μέσα στο Ραδιομέγαρο. Στόχος του είναι να προωθήσει νέες ιδέες, συνεργασίες με πανεπιστήμια και νεοφυείς επιχειρήσεις, και ανάπτυξη τεχνολογικών εφαρμογών που θα βοηθήσουν την ΕΡΤ να συμβαδίσει με την ψηφιακή εποχή. Η συγκεκριμένη μονάδα θα λειτουργεί ως χώρος πειραματισμού και εξέλιξης νέων υπηρεσιών που θα μπορούσαν, μελλοντικά, να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί και παράγει περιεχόμενο ο δημόσιος ραδιοτηλεοπτικός φορέας.
Τέλος, το νομοσχέδιο θα ενσωματώνει τον νέο Ευρωπαϊκό Κανονισμό για την Ελευθερία των Μέσων (European Media Freedom Act – EMFA). Ο κανονισμός αυτός θεσπίζει κοινούς κανόνες για τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας της ενημέρωσης, αλλά και για πιο δίκαιη διανομή του κρατικού χρήματος που δίνεται για διαφημίσεις και συμβάσεις στα ΜΜΕ. Με αυτόν τον τρόπο, η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι απαντά στις κατηγορίες της αντιπολίτευσης περί έλλειψης διαφάνειας και ελεύθερης λειτουργίας του Τύπου.