Οι συνολικές επιπτώσεις των τεσσάρων μεγαλύτερων τραπεζών από το εθελοντικό πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων (PSI) ανήλθαν σε 25,5 δισ. ευρώ.

Στις 28 Φεβρουαρίου 2012 όταν ανακοινώθηκε η πρόσκληση για το PSI οι τράπεζες διάθεταν ομόλογα ονομαστικής αξίας 40 δισ. ευρώ. Στις 15 Μαρτίου 2012, δηλαδή μετά το PSI, οι τράπεζες έλαβαν νέα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου ονομαστικής αξίας 14,5 δισ. ευρώ.

Τα ομόλογα αυτά έχουν σήμερα τρέχουσα αξίας 4,2 δισ. ευρώ, ενώ βρέθηκαν στα μέσα Ιουλίου να αποτιμώνται ακόμη και στα 2 δισ. ευρώ. Καθώς αυτά τα ομόλογα έχουν γραφεί στους ισολογισμούς των τραπεζών κοντά στα 3,6 δισ. ευρώ, δηλαδή στην τιμή που είχαν κατά την ημέρα εισαγωγής τους στην ΗΔΑΤ (25%) λογιστικά οι τράπεζες σημειώνουν κέρδη 600 εκατ. ευρώ.

Ωστόσο, η συμμετοχή των ελληνικών τραπεζών στο πρόγραμμα επαναγοράς χρέους για να κερδίσουν 600 εκατ. ευρώ όταν σε βάθος 10 μηνών βρέθηκαν να έχουν μόλις το 1/10 της αρχικής του επένδυσης σε ελληνικά ομόλογα είναι κάτι που δεν ενδιαφέρει τις διοικήσεις των ιδρυμάτων που αποβλέπουν στην διακράτηση των τίτλων ώστε να πληρωθούν στο άρτιο (100) και να εισπράξουν 14,5 δισ. ευρώ έως το 2042.

Η πραγματικότητα είναι ότι το πρόγραμμα επαναγοράς χρέους είναι στενά συνδεδεμένο με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Ένα σημαντικό κομμάτι ελάφρυνσης του χρέους θα προέλθει από την επαναγορά ομολόγων από το debt buy back, αλλά ενδεχομένως και από την μείωση των κεφαλαιακών αναγκών των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Σημειώνεται πως το Eurogroup αναμένει να είναι σε θέση να αποφασίσει την εκταμίευση της δόσης μέχρι τις 13 Δεκεμβρίου, υπό την προϋπόθεση ότι θα έχουν γίνει οι εθνικές κοινοβουλευτικές διαδικασίες και κατόπιν έκθεσης για το αποτέλεσμα μιας ενδεχομένης επαναγοράς χρέους από την Ελλάδας.

Απόσυρση χρέους μπορεί να προέλθει τόσο με την επαναγορά όσο και μέσω της μείωσης των κεφαλαιακών αναγκών των τραπεζών, δηλαδή των χρημάτων που θα λάβει η Ελλάδα από τον EFSF για να τα χρησιμοποιήσει το Ταμείο Χρηματοδοτικής Σταθερότητας για να ανακεφαλαιοποιήσει τις τράπεζες.

Ακόμη και μερική επιτυχία του προγράμματος επαναγοράς χρέους, μπορεί να οδηγήσει σε ελάφρυνση των βαρών για την κεφαλαιακή θωράκιση των τραπεζών.

Αν για παράδειγμα στην ελληνική πρόταση για επαναγορά χρέους ανταποκριθούν επενδυτές που κατέχουν ομόλογα ονομαστικής αξίας 15 δισ. ευρώ ή τρέχουσας αξίας 4,2 δισ. ευρώ, η Ελλάδα θα είναι διπλά κερδισμένη.

Αφενός θα αποσύρει το 25% του χρέους που κρατά ο ιδιωτικός τομέας αφετέρου καθώς το απόθεμα χρέους θα μειωθεί και δεν θα υπάρχουν πρόθυμοι πωλητές στις τιμές που θα διαμορφωθούν (28,30 μεσοσταθμικά) οι τιμές των ελληνικών ομολόγων θα αυξηθούν.

Όσο οι τιμές των ελληνικών ομολόγων θα ανεβαίνουν θα αυξάνονται και τα κεφάλαια των ελληνικών τραπεζών και η δυνατότητά τους να χορηγούν δάνεια.

Έτσι, οι υπεραξίες από τις υψηλότερές τιμές των ελληνικών ομολόγων θα μειώσουν τις κεφαλαιακές απαιτήσεις και ως εκ τούτου τα χρήματα που θα απαιτήσει η κεφαλαιακή στήριξη των ιδρυμάτων.

Το πιο σημαντικό δε είναι ότι κάποιες τράπεζες θα μπορούν με τον τρόπο αυτό να γλιτώσουν ακόμη και τον σκόπελο της κρατικοποίησης.

Το θέμα της επαναγοράς χρέους αναμένεται να εξετασθεί σήμερα σε συνάντηση του υπουργού Οικονομικών κ. Γ. Στουρνάρα με την Ελληνική Ένωση Τραπεζών.