Τεράστιο παραμένει το χάντικαπ ανάμεσα στα επιτόκια καταθέσεων και τα επιτόκια χορηγήσεων στην Ελλάδα, το οποίο και διαμορφώνεται στις 5,24 ποσοστιαίες μονάδες, επίπεδο σχεδόν διπλάσιο σε σχέση με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά, κάτι που αν μη τι άλλο προκαλεί ασφυξία στην αγορά και την οικονομία.

Η εικόνα αυτή διατηρείται σχεδόν αναλλοίωτη από το καλοκαίρι του 2022, όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ξεκίνησε τις απανωτές αυξήσεις επιτοκίων.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για τον Φεβρουάριο, η «ψαλίδα» μεταξύ των επιτοκίων δανείων και καταθέσεων των τραπεζών μειώθηκε ελαφρά, εξαιτίας της υποχώρησης στο μέσο επιτόκιο των νέων δανείων κατά 38 μονάδες βάσης, ενώ έμεινε αμετάβλητο το μέσο επιτόκιο των νέων καταθέσεων.

Πιο συγκεκριμένα τον Φεβρουάριο του 2024, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των νέων καταθέσεων παρέμεινε αμετάβλητο στο 0,53%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο των νέων δανείων μειώθηκε στο 5,77%. Έτσι λοιπόν το περιθώριο επιτοκίου μεταξύ των νέων καταθέσεων και δανείων μειώθηκε στις 5,24 εκατοστιαίες μονάδες.

Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Ότι για κάθε 100 ευρώ που δανείζεται η Τράπεζα από τον δανειολήπτη (κατάθεση) πληρώνει 53 λεπτά τον χρόνο και το ίδιο ποσό το χορηγεί στους δανειολήπτες λαμβάνοντας ως τόκο το ποσό των 5,77 ευρώ.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο για την Ελλάδα το 2023 ήταν στο 3,1%, ενώ στην Ευρώπη μόλις στο 1,65%.

Ένας από τους βασικούς λόγους που οι ελληνικές τράπεζες κρατούν σε τόσο υψηλά επίπεδα την διαφορά μεταξύ επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων είναι το γεγονός ότι ο λόγος δανείων προς καταθέσεις είναι στο 60%, ενώ στην Ευρώπη και μέσω της μόχλευσης ανέρχεται στο 107%.

Τι σημαίνει αυτό πρακτικά ότι στην Ευρώπη οι τράπεζες επιστρέφουν στην οικονομία μέσω των χορηγήσεων το σύνολο των καταθέσεων συν 7 ευρώ ανά 100 ευρώ, ενώ στην Ελλάδα για κάθε 100 ευρώ καταθέσεων οι χορηγήσεις είναι μόλις 60 ευρώ.

Οι ελληνικές τράπεζες επιλέγουν αν είναι υπέρ του δέοντος συντηρητικές, προφανώς εξαιτίας του πρόσφατου παρελθόντος, όπου ένας μεγάλος αριθμός δανείων «κοκκίνισε». Αυτό όμως συνεπάγεται ακριβά δάνεια και φθηνές καταθέσεις, κουρεύοντας όμως με τον τρόπο αυτό ένα κομμάτι ανάπτυξης που θα μπορούσε να έρθει εάν οι τράπεζες ακολουθούσαν πιο επιθετική πολιτική, χωρίς αυτό σε καμία περίπτωση να συνεπάγεται και αλόγιστη πολιτική.

Πιο αναλυτικά σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, το Φεβρουάριο του 2024, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο του συνόλου των υφιστάμενων καταθέσεων παρέμεινε αμετάβλητο στο 0,54%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο των δανείων παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στο 6,34%.

Το περιθώριο επιτοκίου μεταξύ των υφιστάμενων καταθέσεων και δανείων παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στις 5,80 εκατοστιαίες μονάδες.

Επιτόκια νέων καταθέσεων και δανείων σε ευρώ

Νέες Καταθέσεις

Το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο του συνόλου των νέων καταθέσεων παρέμεινε αμετάβλητο, σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, στο 0,53%.

Ειδικότερα, το μέσο επιτόκιο των καταθέσεων μίας ημέρας από νοικοκυριά παρέμεινε αμετάβλητο στο 0,03%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο των καταθέσεων από επιχειρήσεις παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στο 0,19%.

Τα μέσα επιτόκια των καταθέσεων με συμφωνημένη διάρκεια έως 1 έτος από νοικοκυριά και από επιχειρήσεις παρέμειναν σχεδόν αμετάβλητα στο 1,80% και 3,20% αντίστοιχα.

Νέα Δάνεια

Το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο του συνόλου των νέων δανείων προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις μειώθηκε κατά 38 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 5,77%, εξαιτίας της χορήγησης ενός σχετικά χαμηλότοκου επιχειρηματικού δανείου με σταθερό επιτόκιο.

Ειδικότερα, το μέσο επιτόκιο των καταναλωτικών δανείων χωρίς καθορισμένη διάρκεια (κατηγορία που περιλαμβάνει τα δάνεια μέσω πιστωτικών καρτών, τα ανοικτά δάνεια και υπεραναλήψεις από τρεχούμενους λογαριασμούς) αυξήθηκε κατά 4 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 15,04%.

Τι συμβαίνει στην Ευρωζώνη

Μικρή μείωση των επιτοκίων για επιχειρηματικά και στεγαστικά δάνεια, από τις τράπεζες της Ευρωζώνης τον Φεβρουάριο, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Συγκεκριμένα, το μέσο επιτόκιο για νέα δάνεια σε επιχειρήσεις μειώθηκε κατά 6 μονάδες βάσης στο 5,12%, ενώ για τα νέα στεγαστικά δάνεια σε νοικοκυριά μειώθηκε κατά 4 μονάδες βάσης στο 3,84%.

Το μέσο επιτόκιο για νέες προθεσμιακές καταθέσεις από επιχειρήσεις μειώθηκε επίσης κατά 5 μονάδες βάσης στο 3,63%, ενώ το επιτόκιο για καταθέσεις όψεως έμεινε ουσιαστικά αμετάβλητο στο 0,90%.

Τα μέσα επιτόκια για νέες προθεσμιακές καταθέσεις και για καταθέσεις όψεως από νοικοκυριά παρέμειναν σε γενικές γραμμές αμετάβλητα στο 3,17% και 0,38%, αντίστοιχα.