Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ανακοίνωσε σήμερα ότι το ανώτατο τμήμα του θα εξετάσει την προσφυγή ενός Αφγανού εναντίον της Γερμανίας έπειτα από μια φονική αεροπορική επιδρομή που εξαπέλυσε το ΝΑΤΟ το 2009 στο Αφγανιστάν και προκάλεσε σκάνδαλο που οδήγησε στην παραίτηση του Γερμανού υπουργού Άμυνας.

«Από τις 60.000 υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον του δικαστηρίου, το πολύ 30 κρίνονται κάθε χρόνο ενώπιον του μεγάλου τμήματος», του ανώτατου σώματός του, ένδειξη «της σημασίας που αποδίδεται σε αυτόν τον φάκελο», υπογράμμισε η υπηρεσία Τύπου του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην οποία απευθύνθηκε το Γαλλικό Πρακτορείο.

Οι ακροαματικές συνεδριάσεις αναμένεται να πραγματοποιηθεί το πρώτο τρίμηνο του 2020, διευκρίνισε, υπενθυμίζοντας πως, αντίθετα με τις αποφάσεις διαφόρων σωμάτων που απαρτίζουν το ΕΔΑΔ, εκείνες του «μεγάλου τμήματός» του όπου εδρεύουν 17 δικαστές του δικαστηρίου μεταξύ των οποίων ο πρόεδρός του, δεν είναι εφέσιμες.

Με εντολή Γερμανού αξιωματικού, του συνταγματάρχη Γκέοργκ Κλάιν, η αεροπορική επιδρομή στην Κουντούζ (βόρειο Αφγανιστάν) με δύο αμερικανικά αεροσκάφη στις 4 Σεπτεμβρίου 2009 προκάλεσε τον θάνατο 91 ανθρώπων και τον τραυματισμό άλλων 11 μεταξύ των οποίων ένας απροσδιόριστος αριθμός αμάχων, σύμφωνα με το γερμανικό υπουργείο Άμυνας.

Το ΕΔΑΔ υπογραμμίζει ωστόσο σε μια ανακοίνωση πως ο συνολικός αριθμός των θυμάτων δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ, με τις διάφορες αναφορές να κάνουν λόγο, όπως αναφέρει, για 14 έως 142 νεκρούς, μεταξύ των οποίων 14 έως 113 άμαχοι.

Στο Δικαστήριο προσέφυγε ένας Αφγανός πολίτης, ο Αμπντούλ Χανάν, οι δυο γιοί του οποίου, ηλικίας 12 και οκτώ ετών, σκοτώθηκαν κατά την επιδρομή αυτή. Σύμφωνα με τον ενάγοντα, η έρευνα της γερμανικής δικαιοσύνης, που τέθηκε στο αρχείο τον Απρίλιο του 2010, καθώς και οι προσφυγές του εναντίον της απόφασης αυτής, δεν υπήρξαν «αποτελεσματικές».

Αρχικά το Βερολίνο είχε προσπαθήσει να υποβαθμίσει τη βαρύτητα της επιδρομής αυτής προτού η υπόθεση εξελιχθεί σε σκάνδαλο, οδηγώντας στην παραίτηση του τότε υπουργού Άμυνας Φραντς Γιόζεφ Γιουνγκ.

Ο βομβαρδισμός αυτός είχε χαρακτηριστεί από τη γερμανική Βουλή «ένα από τα πιο σοβαρά περιστατικά στα οποία ενεπλάκη ο γερμανικός στρατός μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο».

(φωτογραφία αρχείου)