Στα άκρα οδηγείται πλέον η διάσταση μεταξύ Ποταμιού και Κινήματος Αλλαγής με αφορμή το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων. Μέχρι στιγμής η συμφωνία για το Σκοπιανό στο όνομα «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας» φέρνει μεγάλη πίεση στους Ανεξάρτητους Έλληνες -οι οποίοι έχουν εκφράσει την αντίθεσή τους με τη συμφωνία για την ΠΓΔΜ αλλά εμφανίζονται αποφασισμένοι να στηρίξουν την κυβέρνηση- αλλά και σοβαρούς τριγμούς στο Κίνημα Αλλαγής. Η πρόταση δυσπιστίας υπεγράφη από το σύνολο των βουλευτών της Ν.Δ., με τη συζήτηση να ξεκινά στις 6 το απόγευμα της Παρασκευής και να ολοκληρώνεται το Σάββατο. Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Βουλής Νίκο Βούτση, αν χρειαστεί και προκειμένου να λάβουν τον λόγο όσοι επιθυμούν, η συζήτηση θα κλείσει θα αργά το βράδυ του Σαββάτου, αντί για τις 2 μ.μ., όπως είχε αποφασιστεί στη Διάσκεψη των Προέδρων. Η συζήτηση της πρότασης μομφής αναμένεται να προκαλέσει περαιτέρω πίεση στους ΑΝΕΛ, οι οποίοι τάσσονται κατά της συμφωνίας, με τους βουλευτές του κόμματος πάντως να καλούνται να υπερψηφίσουν την κυβέρνηση. Πάντως, σε δήλωσή του μετά από τη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των ΑΝΕΛ, ο εκπρόσωπος του κόμματος Θεόδωρος Τοσουνίδης ανέφερε πως «ευχαριστούμε τον Κυριάκο Μητσοτάκη για την ευκαιρία που μας δίνει επί δύο ημέρες να αποκαλύπτουμε την αδυναμία του να καταλήξει σε οριστική απόφαση» και υπογράμμισε ότι «εμείς δεν θα επιτρέψουμε στον τυχοδιωκτισμό του κ. Μητσοτάκη να αποσταθεροποιήσει τη χώρα». Πρόσθεσε, δε, ότι οι ΑΝΕΛ «θα παραμείνουμε ακλόνητοι στην απόφασή μας να μην στηρίξουμε απόφαση που στο όνομα της γειτονικής χώρας θα περιλαμβάνεται το όνομα της Μακεδονίας» και συμπλήρωσε ότι «αυτά που λέει ο Πάνος Καμμένος και οι ΑΝΕΛ ισχύουν για πάντα». Σε ό,τι αφορά το Κίνημα Αλλαγής, αν και αναμένεται να υπερψηφίσει την πρόταση δυσπιστίας, εμφανίζεται διχασμένο σε ό,τι αφορά τη συμφωνία για το Σκοπιανό, με το Ποτάμι να διατηρεί θετική στάση τη στιγμή που η επικεφαλής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Φώφη Γεννηματά τάσσεται κατά. Μάλιστα στο Κίνημα Αλλαγής υπέρ της συμφωνίας, φέρονται να έχουν ταχθεί και οι Γιώργος Παπανδρέου, Θανάσης Θεοχαρόπουλος, Νίκος Ανδρουλάκης. Το «ναι» της Δημοκρατικής Συμπαράταξης στην πρόταση δυσπιστίας, ξεκαθάρισε μιλώντας στη Βουλή ο Κώστας Σκανδαλίδης, υποστηρίζοντας πως η κυβέρνηση καταδίκασε την Ελλάδα «να πορεύεται χωρίς πυξίδα σε έναν κόσμο τρικυμίας, σε μια εποχή που το καράβι έπρεπε να πλεύσει σε ήρεμα νερά, με μια κυβέρνηση δίγλωσση, δίβουλη, αμήχανη, να υποτάσσει στις εσωτερικές αναγκαιότητες τα κρίσιμα εθνικά ζητήματα και να ανοίγει τον ασκό του Αιόλου». Αναφερόμενος στην ουσία της συμφωνίας, ο κ. Σκανδαλίδης, είπε πως πρόκειται για μια συμφωνία, που κακώς επισύρει αυτή τη δραματική αντιπαράθεση με ιστορικούς απλώς όρους, «έχει πολύ συγκεκριμένες προτάσεις» και θετικά σημεία «που οφείλει κανείς να αναγνωρίσει, πάνω σε αυτά που παλεύαμε αυτά τα χρόνια», έχει όμως τόσο μεγάλα κενά, που τα θετικά αναιρούνται. Τόνισε συγκεκριμένα, πως έχει κενά που αφορούν την ταυτότητα, τη γλώσσα, τον χρόνο που γίνεται η πρόσκληση του ΝΑΤΟ, και σε τελευταία ανάλυση, τον τρόπο που τελικά η Εθνική Αντιπροσωπεία πρόκειται να αποφασίσει με ένα «ναι» ή με ένα «όχι» πάνω σε μια κατάσταση που θα έχει διαμορφώσει μια σειρά από τετελεσμένα. «Και να μην υποβαθμίζουμε αυτά τα κενά, λέγοντας μερικά πράγματα που δεν στέκουν» προσέθεσε και έφερε ως παράδειγμα την λέξη «nationality» που, όπως είπε, δεν σημαίνει «ιθαγένεια» αλλά «εθνότητα». «Αυτή η εθνότητα και αυτός ο αυτοπροσδιορισμός που ουσιαστικά αποδεχόμαστε μέσα από τη συμφωνία να χρησιμοποιούν κατά το δοκούν στο εσωτερικό των Σκοπίων, είναι ακριβώς ένα από τα μεγάλα κενά που σήμερα φέρνει η πρόταση που φέρνετε στην Εθνική Αντιπροσωπεία» είπε χαρακτηριστικά. Ο κ. Σκανδαλίδης έθεσε ωστόσο και «θέμα καθαρά δημοκρατικής και πολιτικής νομιμοποίησης» καθώς όπως υποστήριξε, ο πρωθυπουργός προχώρησε μόνος του ερήμην της κυβέρνησης, «με την οπερετική αντίθεση του υπουργού Άμυνας, που μας κάνει ρεζίλι διεθνώς», χωρίς καμιά διαβούλευση με τα κόμματα που εκπροσωπούν τον λαό, «με ένα χρονοδιάγραμμα που θα φέρει τη μεν χώρα να δέχεται τετελεσμένα και την άφωνη Βουλή να αποφασίζει κατόπιν εορτής με ένα «ναι» ή με ένα «όχι», και το κυριότερο, με τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού απέναντι, τόσο στο εθνικό θέμα, όσο και στη γενικότερη κατάσταση που φέρατε τη χώρα».