Μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη η οποία στον πυρήνα της είχε την δικηγορία και διάφορες πολύκροτες υποθέσεις, παραχώρησε ο γνωστός ποινικολόγος Σάκης Κεχαγιόγλου στην εκπομπή «Μεσάνυχτα» με την Ελεονώρα Μελέτη.

Ρωτήθηκε για την υπόθεση του Τάσου Μπερδέση: «Εκτός από πελάτης ήταν και φίλος μου κι έτσι ήταν θλιβερό το καθήκον του αποχαιρετισμού και τραγική είδηση του θανάτου του», δήλωσε και συνέχισε: «Το τι προηγήθηκε, αν είχε προκαλέσει τον θυμό ή την οργή κάποιων δεν το γνωρίζω. Πριν από 2,5 χρόνια είχε καταθέσει ότι φοβόταν για τη ζωή του και είχε απειληθεί. Αν έχουν σύνδεση με τη δολοφονική επίθεση μένει να το δουν οι αρχές. Είχε κατηγορηθεί στην Πάτρα, ήταν φυγόποινος και έχασε την Ολυμπιάδα. Κατηγορήθηκε άδικα σύμφωνα με τη νομική μου κρίση, στο εφετείο αθωώθηκε. Ήταν πολύ αγαπητό παιδί, η ψυχή της παρέας, με πολύ θερμά αισθήματα και καλός φίλος. Είχα μήνες να του μιλήσω και η δολοφονία του ήταν κεραυνός εν αιθρία.

Στην δίκη διορθώθηκαν τα σφάλματα της πρώτης απόφασης. Οι δικηγόροι εκθέτουν τα πραγματικά περιστατικά στους δικαστές και από εκεί και πέρα αποφασίζουν οι ίδιοι. Η καλύτερη υπεράσπιση είναι η αλήθεια, χωρίς διάθεση εντυπώσεων και στους δικαστές δεν αρέσουν αυτά».

Για τον ρόλο των δικηγόρων: «Υπερασπίζομαι ανθρώπους και όχι αδικήματα. Η λαϊκίστικη άποψη, ταύτιζε τον συνήγορο υπεράσπισης με τον εντολέα του. Είναι αφόρητος λαϊκισμός. Ο συνήγορος είναι η φωνή του κατηγορουμένου. Το θέμα της υπερασπίσεως ειδεχθών εγκλημάτων είναι αφόρητος λαϊκισμός».

Για τη δράστρια της επίθεσης με βιτριόλι στην Ιωάννα: «Η υπεράσπιση σε αυτή την υπόθεση εξαρτόταν από το εάν η εντολέας ακολουθούσε την αλήθεια της δικογραφίας. Από τη στιγμή που εκείνη αποφάσισε να ομολογήσει ότι πραγματοποίησε την επίθεση και να ζητήσει συγγνώμη, τότε κι εγώ συνεχίζω να παραμένω στην υπεράσπιση και όταν έρθει η ώρα του δικαστηρίου, πιστεύω Σεπτέμβρη – Οκτώβρη, θα προσπαθήσω να αναδείξω, με τη δική της βοήθεια και εντολή, τα στοιχεία που πιστεύω ότι πρέπει να λάβει υπόψιν το δικαστήριο. Είναι βαθιά μου η λύπη και συμπαράσταση ως απλός πολίτης στην κοπέλα που έχει έναν Γολγοθά εγχειρήσεων. Αυτό όμως δεν θα με εμποδίσει στο καθήκον μου. Είναι διαφορετική η λύπη και η θλίψη για τον πόνο της κοπέλας, από την υποχρέωση μου να υπερασπιστώ την πελάτισσά μου».

Για τον λόγο που αποφάσισε να μην μιλήσει από την αρχή: «Η ίδια είχε επιλέξει να μη μιλήσει ενώπιον του ανακριτού πέρσι. Είπε ότι δεν ήταν ψυχολογικά έτοιμη. Η ίδια επέλεξε προ διμήνου να απολογηθεί και να ομολογήσει. Η συγγνώμη της ήταν αναμενόμενο ότι δεν θα γίνει δεκτή, αλλά δεν αντέδρασε».

Για το έγκλημα στα Γλυκά Νερά και αν οι φυλακισμένοι για βαριά εγκλήματα δεν πρέπει να παίρνουν άδεια: «Ο θεσμός των αδειών είναι επιτυχημένος. Η συντριπτική πλειοψηφία έχει λειτουργήσει ευεργετικά και για τους κρατούμενους και για τις οικογένειάς τους. Επίσης έχει άμεση συνάφεια με το θέμα του σωφρονισμού. Αν μείνουμε μόνο στην τιμώρηση υπήρχε και ο νόμος του λιντσαρίσματος. Υπάρχουν τα δικαστικά συμβούλια που κρίνουν κατά περίπτωση τη χρήση της άδειας. Υπάρχει εισαγγελέας που κρίνει αν θα δοθεί η άδεια».

Για τη θανατική ποινή: «Είμαι απόλυτα αντίθετος. Καλώς καταργήθηκε στον τόπο μας και σε όλη την Ευρώπη. Είναι αμετάκλητη και όταν συμβεί και υπάρξει δικαστική πλάνη, δεν μπορεί να υπάρξει διόρθωση. Οι εποχές αλλάζουν. Η κοινωνία δείχνει τον δρόμο για το ποια παραμένουν αδικήματα και ποια πρέπει να τιμωρούνται. Για την έκτιση των ποινών μπορεί να γίνει συζήτηση. Αν ο νομοθέτης θελήσει να αυστηροποιήσει το πλαίσιο εκτίσεων των ποινών, αυτό εναπόκειται στον νομοθέτη».