Οι δασμοί και οι εντεινόμενες εμπορικές εντάσεις αποτελούν πλέον βασικό παράγοντα αβεβαιότητας για την οικονομία της Ευρωζώνης, προειδοποιεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Σε πρόσφατη ανακοίνωσή της, η ΕΚΤ υπογραμμίζει ότι οι αυξανόμενοι εμπορικοί περιορισμοί και οι δασμοί θα μπορούσαν να επιβραδύνουν σημαντικά την ανάπτυξη και να μειώσουν τον πληθωρισμό, δημιουργώντας νέες προκλήσεις για την ανάκαμψη και τη σταθερότητα της αγοράς. Η τράπεζα επισημαίνει πως το διεθνές εμπορικό περιβάλλον διαμορφώνει πλέον ένα περιβάλλον αυξημένης αβεβαιότητας, το οποίο μπορεί να πλήξει την οικονομική δυναμική της ευρωζώνης με πολλαπλούς τρόπους.

Σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις αυτών των προκλήσεων, η ΕΚΤ αποφάσισε χθες να μειώσει τα βασικά της επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης, φέρνοντας το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων στο 2% από τις 11 Ιουνίου 2025. Αυτή η κίνηση αντανακλά την πρόθεση της τράπεζας να παράσχει περαιτέρω στήριξη στην οικονομία, εξασφαλίζοντας ευνοϊκότερες συνθήκες χρηματοδότησης, παρά το αυξημένο επίπεδο κινδύνων που επιφέρει η εμπορική ένταση.

Οι νέες οικονομικές προβλέψεις της ΕΚΤ δείχνουν ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη αναμένεται να υποχωρήσει στο 2% το 2025 και να μειωθεί περαιτέρω στο 1,6% το 2026, επανερχόμενος έτσι στον μεσοπρόθεσμο στόχο της τράπεζας. Ωστόσο, η ΕΚΤ τονίζει πως αυτές οι εκτιμήσεις βασίζονται στο βασικό της σενάριο, που υποθέτει ότι οι εμπορικές εντάσεις δεν θα επιδεινωθούν περαιτέρω. Σε περίπτωση που οι δασμοί και οι εμπορικοί περιορισμοί κλιμακωθούν, οι οικονομικοί δείκτες αναμένεται να επηρεαστούν αρνητικά, με τον ρυθμό ανάπτυξης και τον πληθωρισμό να διαμορφώνονται σε σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα.

Η τράπεζα προειδοποιεί ότι η όξυνση των εμπορικών περιορισμών θα πλήξει κατά κύριο λόγο τις επιχειρηματικές επενδύσεις και τις εξαγωγές, περιορίζοντας έτσι την παραγωγική δυναμικότητα και επιβραδύνοντας την οικονομική ανάπτυξη, ιδιαίτερα σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Παράλληλα, υπογραμμίζει ότι οι δημόσιες επενδύσεις στους τομείς της άμυνας και των υποδομών μπορούν να λειτουργήσουν ως αναπτυξιακοί μοχλοί, ενισχύοντας την οικονομία σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο.

Η ανθεκτικότητα της αγοράς εργασίας και η αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων των νοικοκυριών προσφέρουν ένα θετικό αντίβαρο, καθώς ενισχύουν την καταναλωτική ζήτηση και συμβάλλουν στη διατήρηση της οικονομικής δραστηριότητας, παρά τις παγκόσμιες διαταραχές. Ωστόσο, η ΕΚΤ προειδοποιεί ότι η όποια περαιτέρω επιδείνωση στις εμπορικές σχέσεις μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη μεταβλητότητα στις χρηματοπιστωτικές αγορές, επηρεάζοντας αρνητικά το επενδυτικό κλίμα και τις χρηματοδοτικές συνθήκες.

Σε αυτό το πλαίσιο, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ επιβεβαιώνει τη δέσμευσή του να παρακολουθεί στενά τα οικονομικά δεδομένα και να προσαρμόζει ανάλογα τη νομισματική πολιτική, ώστε να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί με διατηρήσιμο τρόπο στον στόχο του 2%. Η μείωση των επιτοκίων αποτελεί μια κίνηση ευελιξίας που αντανακλά τις προκλήσεις του τρέχοντος περιβάλλοντος, ενώ η τράπεζα δεν αποκλείει περαιτέρω παρεμβάσεις ανάλογα με τις εξελίξεις.

Επιπλέον, η ΕΚΤ προετοιμάζεται να χρησιμοποιήσει όλα τα διαθέσιμα μέσα, συμπεριλαμβανομένων των προγραμμάτων αγοράς στοιχείων ενεργητικού και του μέσου προστασίας της μετάδοσης (Transmission Protection Instrument – TPI), για να διασφαλίσει την ομαλή λειτουργία του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής σε όλα τα κράτη της ζώνης του ευρώ.

Η ανακοίνωση της ΕΚΤ αναδεικνύει με σαφήνεια πως η περαιτέρω όξυνση των δασμών και των εμπορικών εντάσεων θα μπορούσε να ανατρέψει το βασικό σενάριο ανάπτυξης, μειώνοντας τις προοπτικές τόσο για τον ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας όσο και για τον πληθωρισμό. Αντιθέτως, μια αποκλιμάκωση των εμπορικών διαφορών θα δημιουργούσε ευνοϊκότερο περιβάλλον, ενισχύοντας την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό, αν και σε μικρότερο βαθμό.

Σε κάθε περίπτωση, η ΕΚΤ παραμένει προσηλωμένη στην επίτευξη της σταθερότητας των τιμών και της οικονομικής ισορροπίας, αναγνωρίζοντας ότι το διεθνές εμπόριο και οι εμπορικές σχέσεις είναι κρίσιμοι παράγοντες που θα καθορίσουν τις μελλοντικές εξελίξεις στην Ευρωζώνη.