Η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών και Προβλέψεων της Eurobank EFG εξέδωσε σήμερα το δέκατο έκτο τεύχος της τριμηνιαίας της έκδοσης «Global Economic & Market Outlook». Σκοπός του είναι η ανάλυση της κατάστασης και των προοπτικών της διεθνούς οικονομίας και των αγορών, καθώς και η χάραξη νέων επενδυτικών στρατηγικών.

Συγγραφείς της μελέτης είναι ο Σύμβουλος Οικονομικών Μελετών της Eurobank και Καθηγητής Χρηματοοικονομικής του Πανεπιστημίου Πειραιώς Δημήτρης Μαλλιαρόπουλος και οι Οικονομικοί Αναλυτές Όλγα Κοσμά, Μαρία Πρανδέκα και Βασίλης Ζάρκος.

Χαμηλότερος ο ρυθμός ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας…

Το πρώτο εξάμηνο του έτους η παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα επηρεάστηκε αρνητικά από ένα σύνολο προσωρινών παραγόντων, συμπεριλαμβανομένης της φυσικής καταστροφής στην Ιαπωνία με συνέπεια την πρόκληση διεθνών διαταραχών στις αλυσίδες τροφοδοσίας και της αστάθειας στην Βόρεια Αφρική και Μέση Ανατολή που οδήγησαν σε κατακόρυφη άνοδο των τιμών ενέργειας.

Η εξασθένιση των παραπάνω παραγόντων δημιούργησε προσδοκίες για ταχύτερη ανάπτυξη στο δεύτερο εξάμηνο του 2011. Ωστόσο, η κλιμάκωση της κρίσης κυβερνητικού χρέους στην Ευρώπη και η εξάπλωσή της σε συστημικά μέλη, κυρίως στην Ιταλία και την Ισπανία, προκάλεσαν ραγδαία επιδείνωση της οικονομικής εμπιστοσύνης και των χρηματαγορών, κυρίως στις ανεπτυγμένες χώρες.

Επιπλέον, μια πλειάδα κρατών της Ευρωζώνης υιοθέτησε επιπρόσθετα μέτρα λιτότητας με στόχο να συγκρατηθούν οι πιέσεις στην βιωσιμότητα του χρέους τους. Η απότομη δημοσιονομική προσαρμογή στην Ευρωζώνη, η χαμηλότερη από την αναμενόμενη ανάπτυξη στις ΗΠΑ και η επιδείνωση των χρηματοοικονομικών συνθηκών παγκοσμίως αναμένεται να περιορίσουν την παγκόσμια οικονομία σε χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης.

…ωστόσο η παγκόσμια οικονομία δεν διατρέχει κίνδυνο να εισέλθει σε μια νέα ύφεση

Παρά την επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης, εκτιμούμε πως η παγκόσμια οικονομία δεν διατρέχει κίνδυνο να εισέλθει σε ύφεση, απούσης σημαντικής επιδείνωσης της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη. Συγκεκριμένα, ο παγκόσμιος ρυθμός ανάπτυξης αναμένεται να υποχωρήσει στο 3,8% το 2011 και το 2012 από 5,1% το 2010. Οι αναδυόμενες οικονομίες θα συνεχίσουν να αποτελούν την ατμομηχανή της παγκόσμια οικονομίας.

Η αύξηση του ΑΕΠ των αναπτυσσόμενων χωρών αναμένεται να υποχωρήσει προς πιο βιώσιμο ρυθμό, ωστόσο θα είναι ισχυρή, κυρίως λόγω υγιών θεμελιωδών μεγεθών. Επιπλέον, η στροφή των κεντρικών τραπεζών τόσο στις αναπτυγμένες όσο και στις αναπτυσσόμενες χώρες προς χαλαρότερη νομισματική πολιτική αναμένεται να στηρίξει την οικονομική δραστηριότητα.

Αρνητικός ρυθμός ανάπτυξης τους επόμενους μήνες στην Ευρωζώνη

Σε τεχνική ύφεση (δηλαδή δύο συνεχόμενα τρίμηνα αρνητικής ανάπτυξης) είναι πιθανόν να εισέλθει η οικονομία της Ευρωζώνης τα προσεχή τρίμηνα. Σε μια τέτοια περίπτωση, η ύφεση πιθανότατα θα είναι ρηχή. Οι αποκλίσεις στην ανάπτυξη μεταξύ των χωρών του πυρήνα και της περιφέρειας θα συνεχιστούν.

Ωστόσο, οι αποκλίσεις αυτές αναμένεται να εξασθενίσουν σε κάποιο βαθμό, διότι η οικονομική εμπιστοσύνη έχει επιδεινωθεί και στις χώρες του πυρήνα της Ευρωζώνης, οδηγώντας σε χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί σε 0,5% το 2012 από 1,5% το 2011, κυρίως λόγω των σκληρών μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής και των εντάσεων στις χρηματοπιστωτικές αγορές στην Ευρωζώνη.

Χαμηλότερη τροχιά ανάπτυξης στις ΗΠΑ

Στις ΗΠΑ αναμένουμε χαμηλότερη τροχιά ανάπτυξης σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Οι κίνδυνοι για μια βραχυπρόθεσμη ύφεση είναι μειωμένοι καθώς η κατανάλωση των νοικοκυριών και οι δαπάνες κεφαλαιακού εξοπλισμού φαίνεται να ανακάμπτουν.

Ωστόσο, μια κλιμάκωση της κρίσης κρατικού χρέους στην Ευρωζώνη θα μπορούσε να επηρεάσει την οικονομία των ΗΠΑ μέσω ασθενέστερων εξαγωγών, αυστηρότερων όρων χρηματοδότησης και του περιορισμού των τραπεζικών πιστώσεων, οδηγώντας την οικονομία σε μια ρηχή και μικρής διάρκειας ύφεση.

Εκτιμούμε ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας των ΗΠΑ για το 2012 θα είναι χαμηλότερος από το δυνητικό ρυθμό, δεδομένου ότι η ασθενής αύξηση της απασχόλησης θα συνεχίσει να επηρεάζει αρνητικά το προσωπικό εισόδημα. Συγκεκριμένα ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί οριακά σε 2,0% το 2012 από 1,7% το 2011. Το δημοσιονομικό πακέτο των $ 447 δισ. που πρότεινε η κυβέρνηση Ομπάμα αποτελεί μια βραχυπρόθεσμη αναβολή της περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής. Έτσι, η δημοσιονομική πολιτική στις ΗΠΑ πιθανότατα θα ενισχύσει την αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ μόνο οριακά, κατά περίπου 0,2% το 2012, με την προϋπόθεση ότι το προτεινόμενο σχέδιο θα εφαρμοστεί στο σύνολό του.

Κίνδυνοι και προκλήσεις για την παγκόσμια οικονομία

(α) Η επιδείνωση της κρίσης κυβερνητικού χρέους στην Ευρωζώνη θα πλήξει περαιτέρω την παγκόσμια ανάπτυξη μέσω του παγκόσμιου εμπορίου και των χρηματοπιστωτικών αγορών.

(β) Τα μέτρα εξυγίανσης των δημόσιων οικονομικών σε αρκετές οικονομίες, σε συνδυασμό με την περιορισμένη διαθεσιμότητα πιστώσεων, τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, τη σταθερά υψηλή ανεργία και τη συνεχιζόμενη απομόχλευση θα επηρεάσουν αρνητικά την παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα.

Η νομισματική πολιτική θα στηρίξει την παγκόσμια ανάπτυξη

Η μείωση των πληθωριστικών πιέσεων σε συνδυασμό με την επιβράδυνση της ανάπτυξης έχει μεταβάλει την τάση πολλών κεντρικών τραπεζών προς χαλαρή νομισματική πολιτική, γεγονός το οποίο αναμένεται να στηρίξει την παγκόσμια οικονομία.

Πέρα από την επέκταση των προγραμμάτων παροχής ρευστότητας και την επανενεργοποίηση του Προγράμματος της Αγοράς Ομολόγων, η ΕΚΤ αναμένεται να αντιστρέψει πλήρως των κύκλο περιοριστικής νομισματικής πολιτικής, προκειμένου να δώσει ώθηση στην ανάπτυξη εν μέσω της αυστηρής δημοσιονομικής λιτότητας.

Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed), μετά τη δέσμευση της να κρατήσει τα επιτόκια σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του 2013, ανακοίνωσε ένα πρόγραμμα αντικατάστασης ομολόγων με χρεόγραφα μεγαλύτερης διάρκειας, με στόχο τη μείωση του κόστους δανεισμού και τη στήριξη της αγοράς στεγαστικών δανείων.

Σε περίπτωση που η κατάσταση της οικονομίας και οι συνθήκες στις χρηματοπιστωτικές αγορές χειροτερέψουν περαιτέρω προς το τέλος του έτους, η Fed είναι πιθανό να ανακοινώσει ένα τρίτο γύρο ποσοτικής χαλάρωσης (QE3).

Δεδομένου ότι η ανάπτυξη στις αναπτυγμένες οικονομίες θα παραμείνει υποτονική για τα επόμενα χρόνια, οι νομισματικές αρχές θα πρέπει να διατηρήσουν χαλαρή νομισματική πολιτική, ακόμα και αν αυτό σημαίνει ανοχή σε υψηλότερο πληθωρισμό. Εν τω μεταξύ, οι κεντρικές τράπεζες στις περισσότερες αναπτυσσόμενες οικονομίες έχουν ήδη κάνει στροφή προς χαλαρότερη νομισματική πολιτική στρέφοντας την προσοχή τους από την καταπολέμηση του πληθωρισμού στη στήριξη της ανάπτυξης.

Θετικά βήματα προς τον περιορισμό της εξάπλωσης της κρίσης στην Ευρωζώνη, αλλά ερωτήματα παραμένουν

Οι πρωτοβουλίες των Ευρωπαίων ηγετών στις πρόσφατες συνόδους αποτελούν βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση προκειμένου να περιοριστεί η εξάπλωση της κρίσης χρέους. Ωστόσο, οι ανακοινώσεις αποτελούν γενικές κατευθυντήριες γραμμές ενώ πολλές καθοριστικές λεπτομέρειες παραμένουν αδιευκρίνιστες. Οι επιμέρους λεπτομέρειες είναι σημαντικές προκειμένου να επιτύχει το νέο σχέδιο μείωσης του Ελληνικού χρέους μέσω της συμμετοχής ιδιωτών επενδυτών.

Επιπλέον, οι Ευρωπαίοι ηγέτες πρέπει να παράσχουν ένα αξιόπιστο σχέδιο για τη μόχλευση του EFSF μέσω της δημιουργίας οχημάτων ειδικού σκοπού, προκειμένου να πείσουν τις διεθνείς αγορές να επενδύσουν στο χρέος της Ευρωζώνης μέσω του EFSF. Όσον αφορά την ΕΚΤ, παρά το γεγονός ότι δεν φαίνεται να λαμβάνει κεντρικό ρόλο στις συμφωνηθείσες πρωτοβουλίες, θεωρούμε πως η περαιτέρω συμμετοχή της στην αντιμετώπιση της κρίσης είναι σημαντική, κυρίως λόγω της απεριόριστης δυνατότητας για παρέμβαση στην αγορά ομολόγων.

Πιθανή επιπλέον επιβάρυνση στο δημόσιο χρέος λόγω της ασφάλισης των κυβερνητικών ομολόγων

Η συμφωνία για μόχλευση του EFSF μέσω της παροχής ασφάλισης των ομολόγων έναντι απωλειών ενδέχεται να επιβαρύνει τα δημοσιονομικά των κρατών που καταφεύγουν στον μηχανισμό. Ο λόγος είναι ότι τα τελευταία θα δανείζονται επιπλέον προκειμένου να ασφαλίσουν τα ομόλογα που εκδίδουν.

Για παράδειγμα, υποθέτοντας ασφάλιση για το πρώτο 20% των απωλειών, το κράτος θα πρέπει να δανείζεται €1,2 για κάθε ένα ευρώ του ομολόγου που εκδίδει. Αυτή η επιπλέον επιβάρυνση εγείρει ανησυχίες για την επίδραση του μηχανισμού στην δυναμική του χρέους των αδύναμων μελών της Ευρωζώνης.

Πιθανός περαιτέρω περιορισμός της τραπεζικής δανειοδότησης προς την πραγματική οικονομία λόγω ανακεφαλαιοποίησης

Προκειμένου να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη των αγορών στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα οι Ευρωπαίοι ηγέτες αποφάσισαν την ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης των Ευρωπαϊκών τραπεζών και την παροχή εγγυήσεων στις υποχρεώσεις τους προκειμένου να διευκολύνουν την χρηματοδότησή τους.

Ωστόσο, τόσο η παροχή εγγυήσεων όσο και η ενδυνάμωση της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών είναι πιθανόν να επιβαρύνουν τα κρατικά δημοσιονομικά. Επιπλέον, προκειμένου να αποφύγουν την αραίωση δικαιωμάτων των υπαρχόντων μετόχων και δεδομένου ότι οι σημερινές κεφαλαιοποιήσεις δεν καθιστούν ιδιαίτερα θελκτική την προσφορά νέων μετοχών, οι τράπεζες είναι πιθανόν να επιδιώξουν την ενίσχυση της κεφαλαιακής τους επάρκειας μέσω απομόχλευσης. Η στρατηγική αυτή αναμένεται να επηρεάσει αρνητικά την τραπεζική χρηματοδότηση της πραγματική οικονομίας.

Θετική εξέλιξη η συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής ενότητας για την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της Ελλάδας και την προώθηση των διαρθρωτικών αλλαγών.

Η αδυναμία της Ελλάδας ως τώρα να επιτύχει βαθιές τομές στον τρόπο λειτουργίας του κράτους και της οικονομίας επιδείνωσε τη δημοσιονομική της θέση και τροφοδότησε τις αμφιβολίες των αγορών όσον αφορά τη βιωσιμότητα του χρέους της. Η απομείωση του ελληνικού χρέους μπορεί να μειώσει την αβεβαιότητα γύρω από τη δυναμική του και να ενισχύσει την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας.

Προκειμένου να γίνει αυτό, αλλά και να αποτινάξει η Ελλάδα τον αρνητικό αντίκτυπο του κουρέματος, η χώρα οφείλει να προσηλωθεί στο πρόγραμμα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων προκειμένου να ενισχύσει την εξωστρέφεια και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και να θέσει το χρέος της σε βιώσιμη τροχιά.

Θεωρούμε πώς η συμφωνία μεταξύ των δύο κομμάτων εξουσίας για κυβέρνηση εθνικής ενότητας θα συμβάλλει θετικά στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης της διεθνούς κοινότητας προς την Ελλάδα και θα επιταχύνει την προώθηση των διαρθρωτικών αλλαγών.