Με τη φράση «σε μια κατεστραμμένη οικονομία – αν δεν ψηφιστεί το μεσοπρόθεσμο και δεν συνεχιστεί η χρηματοδότηση της χώρας – δεν θα υπάρχουν εργασιακά δικαιώματα, ούτε καν εργασία» ο υπουργός Εργασίας, Γιάννης Βρούτσης, κάλεσε τη Βουλή να υπερψηφίσει το πολυνομοσχέδιο και υπεραμύνθηκε των διατάξεων του εργασιακού ως τις βέλτιστες δυνατές ύστερα από σκληρή διαπραγμάτευση με την «τρόικα».

«Όσο πιο γρήγορα μπει θετικό πρόσημο στην ανάπτυξη και την απασχόληση, όσο πιο γρήγορα βγούμε από την επιτήρηση, τόσο πιο γρήγορα θα αποκτήσουμε καλύτερες αμοιβές και περισσότερα δικαιώματα για τους εργαζόμενους στη χώρα μας. Και η κρίση δεν μπορεί να ξεπεραστεί με τις ίδιες αντιλήψεις, εμμονές και συστημικές δυσκαμψίες που οδήγησαν σε αυτή» είπε χαρακτηριστικά ο υπουργός Εργασίας.

Παρουσιάζοντας στην Ολομέλεια τις νέες θεσμικές ρυθμίσεις για την αγορά εργασίας, ο κ. Βρούτσης εξήγησε ότι πρόκειται, ουσιαστικά, για «ουρές» προηγούμενων δεσμεύσεων της χώρας, για ζητήματα δηλαδή που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο είχαν τεθεί εμφατικά ήδη από το 1ο μνημόνιο. Όπως είπε, παρότι η δημόσια συζήτηση για αυτά τα θέματα διεξήχθη σε ένα φορτισμένο κλίμα δαιμονοποίησης με υπερβολές και ισοπεδωτικούς αφορισμούς, η κυβέρνηση με συγκροτημένα επιχειρήματα και μεθοδική στρατηγική πραγματοποίησε επιτυχή διαπραγμάτευση. «Τολμώ να πω ότι αλλάξαμε και βελτιώσαμε, πέρα από κάθε προσδοκία, πολλές από τις αρχικές θέσεις της Τρόικα. Θέσεις που διατυπώθηκαν στο πρώτο σχέδιο προαπαιτούμενων δράσεων για την εξασφάλιση της δόσης» τόνισε ο υπουργός Εργασίας. Ο κ. Βρούτσης ανέφερε τα σημαντικότερα σημεία των νέων ρυθμίσεων για την αγορά εργασίας, τονίζοντας:

-Εξασφαλίσαμε ότι δεν θα μειωθεί περαιτέρω ο κατώτατος μισθός.

-Διασώσαμε -για την ακρίβεια επαναφέραμε- τις ωριμάνσεις (τριετίες) γι’ αυτούς που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό.

-Προασπίσαμε τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις σε όλα τα επίπεδα των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, παρά την ύπαρξη του νέου μηχανισμού καθορισμού κατώτατου μισθού.

-Προσαρμόσαμε το επίπεδο αποζημιώσεων απόλυσης κοντά στον κοινοτικό μέσο όρο εξασφαλίζοντας, όμως, ταυτόχρονα την προστασία όλων των σημερινών εργαζομένων της χώρας και ιδιαίτερα αυτών που έχουν μικρά και μεσαία εισοδήματα. «Δεν θα υπάρχει απολύτως καμία αλλαγή στις αποζημιώσεις για τους μισθωτούς που έχουν εισόδημα έως 2.000 ευρώ, δηλαδή για πάνω από το 85% του συνόλου των μισθωτών» επισήμανε χαρακτηριστικά ο κ. Βρούτσης.

-Καταργήσαμε κάποιες διαδικασίες του ΣΕΠΕ που προσέθεταν γραφειοκρατικό βάρος στις επιχειρήσεις, αλλά διατηρήσαμε εκείνες που εξασφαλίζουν την ελεγκτική ικανότητα της επιθεώρησης εργασίας για την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων.

-Αποφύγαμε τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας με ατομική σύμβαση εργασίας. Πρόκειται για σημαντικό κέρδος, καθώς δεν θα μπορεί κάποιος εργοδότης να τροποποιεί την οργάνωση του χρόνου εργασίας στην επιχείρηση με ατομική συμφωνία και το διευθυντικό δικαίωμα, αλλά μόνο με επιχειρησιακές ή κλαδικές συμβάσεις – όπως δηλαδή προβλέπονταν ήδη από το 2011 – και πάντοτε στο πλαίσιο της 40ωρης εβδομαδιαίας εργασίας.

Καταλήγοντας ο υπουργός Εργασίας τόνισε ιδιαίτερα ότι η κυβέρνηση κατέστησε στην τρόικα σαφές – και έγινε αποδεκτό – πως για ό,τι θα μιλάμε στη διαπραγμάτευση και για ό,τι θα συμφωνηθεί, θα έχει βάση το ευρωπαϊκό κεκτημένο και όχι κάποιες συγκεκριμένες χώρες, όπως ήταν η διατύπωση του προηγούμενου μνημονίου. Επισήμανε ότι έτσι το νέο μνημόνιο συνεργασίας αναφέρει αυτολεξεί: «…Οι μεταρρυθμίσεις στην εργατική νομοθεσία θα υλοποιηθούν ακολουθώντας τον κανόνα της διαβούλευσης με τους κοινωνικούς εταίρους και με σεβασμό στις ευρωπαϊκές οδηγίες και τα βασικά εργατικά δικαιώματα…».