Σαν τις τουλούπες του καπνού δείχνουν να εξανεμίζονται τα δημόσια έσοδα από τα τσιγάρα, παρά την επί τρία αύξηση της φορολογίας εντός του έτους. Δύο φορές μέσα σε μερικούς μήνες αυξήθηκε ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης, ακολουθούμενος και από την αύξηση του ΦΠΑ και σύμφωνα με πηγές των καπνοβιομηχανιών οι τρεις αυξήσεις της φορολογίας, στην ίδια λανθασμένη κατεύθυνση, που έγιναν το 2010 οδηγούν τα έσοδα του κράτους σε σημαντική απόκλιση σε σχέση με τα υπεσχημένα και καταστρέφουν τη φορολογική βάση για τα επόμενα χρόνια, έχοντας παράλληλα δραματικές συνέπειες για ολόκληρο τον κλάδο.

Σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής στοιχεία, υπάρχει απόκλιση στα έσοδα της τάξης του 1 δισ. ευρώ από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στα καπνικά προϊόντα για το 2010 σε σχέση με το 2009. Και αυτό όταν ο συνολικός στόχος του 1,15 δισ. ευρώ είχε τεθεί από το υπουργείο Οικονομικών στο πλαίσιο του Προγράμματος Σταθερότητας & Ανάπτυξης για το 2010 και του Μνημονίου. Ο παραπάνω υπολογισμός βασίζεται στην εμπειρία άλλων χωρών σε αντίστοιχες συνθήκες αγοράς, και λαμβάνει υπόψη ρεαλιστικές παραμέτρους (μείωση νόμιμης αγοράς, μετακίνηση καπνιστών στα φθηνά σήματα).

Τα πρώτα δείγματα υστέρησης των κρατικών εσόδων από τη φορολογία των ειδών καπνού εμφανίστηκαν σύμφωνα με τους ανθρώπους της αγοράς το Μάρτιο, με 10% μείωση σε σχέση με έναν χρόνο πριν και συνεχίστηκαν τον Απρίλιο με -20% και το Μάϊο με απώλειες 50%.

Έκρηξη παράνομου εμπορίου

Οι συνέπειες στην αγορά, μετά από αυτή τη σημαντικότατη αύξηση στις τιμές των τσιγάρων με τη μεγαλύτερη ζήτηση, είναι η έκρηξη του παράνομου εμπορίου και η περαιτέρω στροφή των καταναλωτών σε φθηνά τσιγάρα και καπνό για «στριφτά». Σε κάθε περίπτωση, εκτιμάται ότι θα υπάρξει μία δραματική μείωση της συνολικής αξίας της αγοράς, η οποία με τη σειρά της θα επιφέρει σημαντικότατη μείωση στην κερδοφορία της βιομηχανίας και του εμπορίου, πολύ δε περισσότερο ισχυρό πλήγμα στα δημόσια έσοδα.

Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν πως το κράτος χάνει έσοδα 160 εκατ. ευρώ για κάθε 1 δισεκατομμύριο τσιγάρα που χάνονται από τη νόμιμη αγορά και 55 εκατ. ευρώ για κάθε 1 δισ. «ακριβά» και πλέον δημοφιλή τσιγάρα που υποκαθίστανται από φθηνά.

Αναφέρεται δε, από λιανοπωλητές, ότι το πρώτο πεντάμηνο του 2010 υπήρξε πτώση στο σύνολο της αγοράς κατά περίπου 15%, δίνοντας το στίγμα για μία συνολικά κακή χρονιά για τον κλάδο με την ευρεία έννοια (βιομηχανία και εμπόριο), χωρίς καν να έχουν κάνει την εμφάνισή τους στην αγορά οι νέες υψηλές τιμές.

Αντίθετη κατεύθυνση

Οι αυξήσεις του συνολικού Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και η μείωση του Ελάχιστου Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, παράλληλα με τις αυξήσεις του ΦΠΑ, οδηγούν τα πλέον δημοφιλή σήματα να γίνουν σημαντικά ακριβότερα, ενώ τα φθηνά τσιγάρα επηρεάζονται ελάχιστα. Η διαφορά στις τιμές των φθηνών brand με τα «ακριβά» από 1,20 ευρώ που ήταν τον Ιανουάριο του 2010, σήμερα είναι € 1,40 ευρώ και αναμένεται να αγγίξει τα 2,70 ευρώ με την προσαρμογή των τιμών στην τελευταία αύξηση της φορολογίας τον Μάιο του 2010.

Η κατεύθυνση των «αναλογικών» μέτρων που έχει υιοθετηθεί στη χώρα μας είναι πλήρως αντίρροπη με την ευρωπαϊκή πρακτική των αυξανόμενων «πάγιων» εργαλείων, σύμφωνα με τις εταιρείες του κλάδου, τα οποία τείνουν να αποσυνδέουν τα φορολογικά έσοδα από τις εκάστοτε λιανικές τιμές που θέτουν οι βιομηχανίες, και ορίζουν τη φορολογία ως απόλυτο ποσό φόρου ανά πακέτο, προστατεύοντας έτσι τα κρατικά έσοδα από τη στροφή των καταναλωτών σε φθηνά τσιγάρα. Έτσι, καθιστούν τα έσοδα απολύτως προβλέψιμα και διασφαλισμένα, υποβοηθώντας παράλληλα την επίτευξη των στόχων της δημόσιας υγείας, αφού ωθούν σε ίσες αυξήσεις τις τιμές όλων των προϊόντων.

Λύσεις

Οι βιομήχανοι υποστηρίζουν πως υπάρχει λύση για σημαντικά και προβλέψιμα κρατικά έσοδα, αρκεί η χώρα να δει πώς άλλες ευρωπαϊκές χώρες χειρίζονται τη φορολογία των καπνικών ή ακόμα πώς το Υπουργείο Οικονομικών χειρίζεται άλλα προϊόντα που υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης (πετρελαιοειδή, αλκοολούχα). Σε κάθε μία από τις παραπάνω περιπτώσεις το κράτος βασίζεται κυρίως στον πάγιο φόρο, και συνεπώς σε απόλυτο εξασφαλισμένο ποσό φόρου ανά πακέτο τσιγάρων που πωλούνται και όχι στην τιμή τους. Έτσι, μειώνεται η εξάρτηση των κρατικών εσόδων από τις τιμές που ορίζουν οι βιομηχανίες και γίνονται περισσότερα σταθερά και προβλέψιμα.

Στο πλαίσιο αυτό, οι καπνοβιομηχανίες έχουν καταλήξει σε μια φόρμα προτάσεων, η οποία εστιάζει στην άμεση αναμόρφωση του συστήματος της φορολογίας των τσιγάρων. Οι εταιρείες του κλάδου ζητούν να αυξηθεί σημαντικά ο πάγιος φόρος και να μειωθεί αντίστοιχα ο αναλογικός φόρος, να εξαλειφθεί ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και να αναπροσαρμοσθεί ο Ελάχιστος ΕΦΚ σε αποτελεσματικό επίπεδο.

Μόνο με τον τρόπο αυτό, επισημαίνουν, θα καταφέρει το κράτος να μεγιστοποιήσει τα φορολογικά έσοδα, αλλά και να αποτρέψει καίριο πλήγμα στην ελληνική καπνοκαλλιέργεια και να συγκρατήσει τη μείωση της κερδοφορίας βιομηχανίας και εμπορίου, και άρα το κλείσιμο χιλιάδων μικρών επιχειρήσεων του υγιούς (ακόμα) τμήματος της βιομηχανίας στην Ελλάδα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι σήμερα στη χώρα μας ο ΕΦΚ στα τσιγάρα αντιστοιχεί στο 67% της λιανικής τιμής ενώ ο ΦΠΑ είναι 23%.

Πηγή: capital.gr – Ρόη Χάικου