«Οι υπηρεσίες Γενικού Εμπορικού Μητρώου των Επιμελητηρίων δεν μπορούν να αρνηθούν την εγγραφή στο μητρώο των υπαγόμενων στην υπουργική απόφαση (Κ1-941/2012 όπως ισχύει “περί εγγραφής (απογραφής) στο ΓΕΜΗ”) ούτε να απορρίψουν φάκελο απογραφής ούτε να αρνηθούν την έκδοση βεβαίωσης ή πιστοποιητικού εφόσον οι υπόχρεοι έχουν τηρήσει τα προβλεπόμενα από την υπουργική απόφαση, δεδομένου ότι ο ν. 3419/2005 δεν προβλέπει ως προϋπόθεση για την εγγραφή στο ΓΕΜΗ και την εγγραφή στο Επιμελητήριο».

Τα παραπάνω διευκρινίζονται σε επείγον έγγραφό του υπουργείου Ανάπτυξης προς το Εποπτικό Συμβούλιο του ΓΕΜΗ και την Κεντρική Υπηρεσία ΓΕΜΗ της ΚΕΕΕ μετά από πλήθος διαμαρτυριών που δέχθηκε από επιχειρηματίες σχετικά με το θέμα.

Επί της ουσίας του θέματος, το υπουργείο σημειώνει ότι, η εγγραφή και κάθε περαιτέρω καταχώριση στο ΓΕΜΗ είναι υποχρέωση εκ του νόμου και συναρτάται μόνο με την καταβολή του σχετικού τέλους καταχώρισης στο ΓΕΜΗ και η Υπηρεσία ΓΕΜΗ είναι υποχρεωμένη να ελέγχει την καταβολή οποιουδήποτε φόρου ή τέλους προβλέπεται από την νομοθεσία «ως προϋπόθεση για την καταχώριση του υπόχρεου στο ΓΕΜΗ».

Συνεπώς, «δεν συνιστά νόμιμο λόγο απόρριψης αιτήματος καταχώρισης από την πλευρά της αρμόδιας υπηρεσίας ΓΕΜΗ η μη εγγραφή του υπόχρεου στα Μητρώα μελών του Επιμελητηρίου ή η ύπαρξη οφειλών αυτού από συνδρομές» τονίζει το υπουργείο.

Αντιθέτως, λαμβανομένης υπόψη και της σχετικής διάταξης του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (άρθρο 4 του ν. 2690/1999) όπου επιτάσσει ακόμα και σε αναρμόδιες υπηρεσίες να παραλαμβάνουν αιτήματα και να τα διαβιβάζουν στις αρμόδιες καθ’ ύλη και κατά τόπο υπηρεσίες, υπάρχει υποχρέωση παραλαβής του σχετικού αιτήματος και ενέργειας επ’ αυτού, άλλως στοιχειοθετείται παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας εκ μέρους της αρμόδιας Υπηρεσίας, προσβλητέα ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων και, εφόσον οφείλεται σε δόλο ή βαρεία αμέλεια του υπαλλήλου επιτρέπει και την επιδίωξη αποζημίωσης εκ μέρους του διοικούμενου από τη βλάβη που υπέστη, πέραν των πειθαρχικών παραπτωμάτων, τα οποία μπορούν να καταλογισθούν στον αρμόδιο υπάλληλο.

Κατά την άποψη της υπηρεσίας, τα ίδια ισχύουν και για κάθε μεταγενέστερη καταχώριση πράξης ή στοιχείου στη μερίδα υπόχρεου στο ΓΕΜΗ, για την οποία (καταχώριση), η μοναδική προϋπόθεση που τίθεται από το νόμο (βλ. πάλι άρθρο 7 του ν. 3419/2005) είναι η καταβολή του σχετικού τέλους καταχώρισης και, ενδεχομένως, άλλου φόρου ή τέλους που προβλέπεται από το νόμο ως προϋπόθεση καταχώρισης στο ΓΕΜΗ, μεταξύ των οποίων ωστόσο δεν περιλαμβάνεται η καταβολή της συνδρομής στο Επιμελητήριο.

Όλα τα παραπάνω ισχύουν, επίσης, και για την έκδοση πιστοποιητικών και βεβαιώσεων, συνεπώς, οι υπηρεσίες ΓΕΜΗ των Επιμελητηρίων δεν μπορούν να συναρτούν την έκδοση βεβαίωσης, πιστοποιητικού ή αντίγραφου από την εγγραφή ή/και την καταβολή συνδρομών του υπόχρεου στο οικείο επιμελητήριο.