Εμπνευσμένο από τα απίστευτα αληθινά γεγονότα που έγιναν κατά το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ράλι του 1983 και τον έντονο ανταγωνισμό μεταξύ Audi (Γερμανία) και Lancia (Ιταλία), η ταινία «Αγώνας για τη Δόξα» μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη, 41 χρόνια μετά, τη θρυλική μάχη «Δαβίδ εναντίον Γολιάθ» στην ιστορία του μηχανοκίνητου αθλητισμού.

Στην ταινία, που κάνει πρεμιέρα στους ελληνικούς κινηματογράφους στις 28 Μαρτίου, πρωταγωνιστεί ο Ντάνιελ Μπρουλ, τον οποίο γνωρίσαμε μέσα από τις ερμηνείες του στο «Αντίο, Λένιν» και «Captain America: Civil War», ενώ τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν σε Ελλάδα και Ιταλία με πρόσβαση σε πραγματικούς χώρους, όπως τα γραφεία της Lancia και την πίστα Balocco.

Ο «Αγώνας για τη Δόξα» είναι ένα πρότζεκτ των παθιασμένων με τα αυτοκίνητα, Ρικάρντο Σκαμάρτσο και Τζέρεμι Τόμας, παραγωγών της ταινίας. Ο σπόρος «φυτεύτηκε» όταν γνώρισαν τον Τσέζαρε Φιόριο, έναν χαρισματικό διευθυντή αγώνων από τις πολύχρωμες δεκαετίες του ’70 και του ’80. Εξάλλου, ο Φιόριο αποτελεί τη βασική πηγή πληροφοριών για τη δημιουργία της ταινίας, η ιστορία της οποίας διαμορφώθηκε από τις προσωπικές, προφορικές περιγραφές του για τα γεγονότα του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Ράλι του 1983, όπου η ιταλική Lancia «τα έβαλε» με τη γερμανική Audi.

Ο Σκαμάρτσο, ο οποίος πρωταγωνιστεί κιόλας, έγραψε το σενάριο της ταινίας μαζί με τον Φιλίπο Μπολόνια και τον σκηνοθέτη, Στέφανο Μορντίνι. «Είναι μια καταπληκτική ιστορία», δηλώνει ο ηθοποιός. «Μια πολύ μικρή ομάδα με ελάχιστη δύναμη νικάει μια μεγάλη εταιρεία με πολλά χρήματα και τεχνολογικό προτέρημα. Έχασαν, γιατί η πιο ισχυρή δύναμη είναι η φιλία, η ανθρωπιά, η ευαισθησία. Αυτό είναι το θέμα μας», συμπληρώνει ο Ρικάρντο Σκαμάρτσο.

Η έμπνευση πίσω από την ταινία

Ο Τσέζαρε Φιόριο, 84 ετών σήμερα, αποτελεί μία από τις πιο ξεχωριστές προσωπικότητες του χώρου της αγωνιστικής οδήγησης. Έχτισε την καριέρα του τη δεκαετία του 1970 με την επιτυχημένη του δουλειά στις ομάδες της Lancia Stratos και Fiat Abarth 131.

Χρόνια αργότερα, μετά τα γεγονότα που απεικονίζονται και στην ταινία, ο Φιόριο οδήγησε τη Lancia σε περισσότερες επιτυχίες, προτού μεταπηδήσει στη Formula 1, για να ηγηθεί της περίφημης ομάδας της Ferrari. Σήμερα, μνημονεύεται ως μια καλτ φιγούρα, όχι μόνο χάρη στις επιτυχίες του αλλά και στην χαρισματική, παλιομοδίτικη και μακιαβελική φήμη του.

Στην καρδιά της ταινίας βρίσκεται η συνεργασία του Φιόριο με τον γερμανό οδηγό, Βάλτερ Ρερλ. Ο Ρερλ έχει μείνει στην ιστορία ως ένας από τους κορυφαίους οδηγούς όλων των εποχών, ξεχωρίζοντας για τη μηχανιστική του προσέγγιση στο άθλημα, αλλά και την εκκεντρικότητά του, αφού δεν συμμετείχε στα πρωταθλήματα με σκοπό να κερδίσει τρόπαια, αλλά μονάχα για να αποδείξει πως είναι ο καλύτερος οδηγός.

Μετά την πρώτη, εκ των συνολικά δύο κατακτήσεων του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος, ο Ρερλ σκόπευε να σταματήσει και ο συνοδηγός του αντέδρασε με ελάχιστη ψυχραιμία στο άκουσμα της είδησης. «Πρέπει να είσαι τρελός, για να σταματήσεις τώρα. Είμαστε παγκόσμιοι πρωταθλητές. Για πρώτη φορά μπορούμε να βγάλουμε λεφτά!», αναφώνησε, με τον Ρερλ να του απαντάει πως δεν το κάνει για τα χρήματα, αλλά θέλει μονάχα να γνωρίζει ο ίδιος πως είναι καλός.

Στόχος η αυθεντικότητα

Ως λάτρεις των αυτοκινήτων, οι Τόμας και Σκαμάρτσο ήταν αποφασισμένοι η ταινία να μείνει πιστή στην πραγματικότητα, η οποία, στην προκειμένη περίπτωση, διέθετε εξαρχής κινηματογραφική αίγλη. Προτού ξεκινήσει η συγγραφή του σεναρίου πέρασαν ώρες συνομιλώντας με τον Φιόριο, ο οποίος μοιράστηκε μαζί τους ό,τι συνέβη στο πρωτάθλημα του ’83. Φυσικά, προστέθηκαν κάποια ελάχιστα πράγματα για χάρη της κινηματογραφικής αφήγησης, αλλά η μεγάλη πλειοψηφία των γεγονότων αποτυπώνεται όπως συνέβησαν.

Φυσικά, προτεραιότητα ήταν και η χρήση αυτοκινήτων της εποχής, το γύρισμα σε δρόμους αντίστοιχης δυσκολίας με εκείνους του πρωταθλήματος της εποχής, καθώς και η περιορισμένη χρήση των ψηφιακών εφέ, τα οποία χρησίμευσαν μόνο, για να αλλαχθούν μικρές λεπτομέρειες από το φόντο. Οι απαιτητικές σκηνές των αγώνων γυρίστηκαν σε διάφορα σημεία της Ιταλίας, σε δύσβατους δρόμους της Ελλάδας, καθώς και στο γραφικό Σαν Ρέμο.

Ταυτόχρονα, η ταινία αποτελεί και έναν φόρο τιμής στα είδη των ταινιών που ενέπνευσαν τον Σκαμάρτσο στα νιάτα του. «Θέλαμε να κάνουμε μια παλιομοδίτικη ταινία ευρωπαϊκού σινεμά», δηλώνει ο ηθοποιός, ο οποίος προσθέτει πως οι ταινίες β’ διαλογής της δεκαετίας του ’70 επηρέασαν σημαντικά την προσέγγισή τους.

Πληροφορίες

Σκηνοθεσία: Στέφανο Μορντίνι
Σενάριο: Φιλίπο Μπολόνια, Στεφάνο Μορντίνι, Ρικάρντο Σκαμάρτσο
Ηθοποιοί: Ρικάρντο Σκαμάρτσο, Φόλκερ Μπρουχ, Ντάνιελ Μπρουλ
Διάρκεια: 107’
Διανομή: THE FILM GROUP