Ο θάνατος ενός κινηματογράφου, λένε, πως είναι πάντα μια οδυνηρή απώλεια για τον ίδιο τον πολιτισμό, για κάθε πόλη, για κάθε γειτονιά. Αυτό ήταν το πρώτο που σκέφτηκα όταν άκουσα πως το Παλάς (ή Πάλας) στο Παγκράτι πρόκειται να γίνει σούπερ μάρκετ.

Η γειτονιά του Παγκρατίου, μετράει ακόμα μία απώλεια, μετά το κλείσιμο και του «Πτι Παλαί» και πλέον έχει μόνο έναν χειμερινό κινηματογράφο. Όμως, το Παλάς για την περιοχή ήταν κάτι περισσότερο από ένας κινηματογράφος. Ήταν το πολιτιστικό τοπόσημο της περιοχής, σημείο αναφοράς και συνάντησης για τους Παγκρατιώτες.

Ακόμα ένας θρυλικός χώρος παίρνει τον δρόμο της λήθης, όπως είχε γίνει λίγα χρόνια πριν με τον Λέντζο και αυτό δεν γίνεται να μη σε θλίβει. Πονάει, όμως, περισσότερο τους ίδιους τους μόνιμους κατοίκους της περιοχής που έχουν συνδέσει τον ιστορικό αυτό κινηματογράφο με τα παιδικά τους χρόνια, την εφηβεία τους, την ενήλικη ζωή τους, με την ίδια την παγκρατιώτικη ταυτότητά τους.

Έξι χρόνια έζησα στο Παγκράτι, και το Παλάς ήταν πάντα το σημείο που δίναμε ραντεβού. «Στις πέντε έξω από το Παλάς». Και αυτό το «έξω» σβουρίζει στο μυαλό μου από τη στιγμή που κατέφτασαν τα νέα ότι ο κινηματογράφος μετατρέπεται σε σούπερ μάρκετ. Πάντα, ήμασταν έξω από το Παλάς, λίγες φορές, όμως, μπαίναμε μέσα. Όμως, όσες φορές είχαμε πάει για να παρακολουθήσουμε μία από τις ταινίες προβολής, αισθανόμασταν πως ταξιδεύαμε πίσω στον χρόνο και γι’ αυτό φρόντιζε ο ιδιοκτήτης του Ματθαίος Πόταγας, η ψυχή του κινηματογράφου, μέχρι και το τέλος της ζωής του στα 94 του χρόνια.

Το Παλάς στον έναν αιώνα ζωής του, αντιστεκόταν πεισματικά στην τεχνολογική εξέλιξη, τις μόδες και τα μπλοκμπάστερ, επιμένοντας στο ποιοτικό, παραδοσιακό σινεμά, διατηρώντας αναλλοίωτη την αίγλη της παλιάς Αθήνας, αλλά και της ίδιας της γοητευτικής συνοικίας. Ο Ματθαίος Πόταγας έκανε ο, τι μπορούσε για να κρατήσει όρθιο το «παιδί» του που τόσο το πονούσε, όμως, η μάχη ήταν άνιση.

Ειδικά, όταν το 1999 ακριβώς απέναντι στο εμπορικό κέντρο άνοιξαν τα Village Cinemas με τις 5 αίθουσες, η μάχη έμοιαζε χαμένη και το Παλάς ακολούθησε τη μοίρα του. Ο κόσμος συνέρρεε στον πολυκινηματογράφο που έφερνε μεγάλες αμερικανικές παραγωγές για όλα τα γούστα και για όλες τις ηλικίες, γυρίζοντας την πλάτη του στον ιστορικό κινηματογράφο που επέμενε στις σινεφίλ ταινίες.

Και σιγά-σιγά ο κόσμος ούτε «απ’ έξω δεν περνούσε», παρόλο που ο μακαρίτης Πόταγας προσπαθούσε να αντισταθεί στον σκληρό ανταγωνισμό με κάθε τρόπο, όπως με την προσφορά των 10 ευρώ που μπορούσες να παρακολουθήσεις τρεις ταινίες. Δεν τα κατάφερε. Ο κόσμος τις τελευταίες δεκαετίες όλο και λιγόστευε, ενώ ο σχεδόν 100 χρόνων κινηματογράφος παρουσίαζε προβλήματα στατικότητας, με αποτέλεσμα να μείνει για χρόνια κλειστή η χειμερινή αίθουσα. Ο θάνατός του ιδιοκτήτη σήμανε και την αρχή του τέλους.

Διαβάζοντας τις τελευταίες ώρες διάφορα δακρύβρεχτα ή πύρινα σχόλια για το άδοξο τέλος ενός ακόμα κινηματογράφου, μετά το Ideal πριν λίγους μήνες, σκέφτομαι πότε θα κάνουμε και την αυτοκριτική μας. Αν ρίξεις μια ματιά στo ελληνικό box office, τα νούμερα είναι σχεδόν απογοητευτικά. Ο κόσμος δεν γεμίζει τις αίθουσες όπως παλιά και στην έξοδό τους δεν επιλέγουν τον κινηματογράφο της γειτονιάς. Οι ρομαντικοί τύποι του σινεμά όλο και λιγοστεύουν και αίθουσες όπως το Παλάς δύσκολα μπορούν να επιβιώσουν.

Ο κινηματογράφος άνοιξε για πρώτη φορά τις πόρτες του το 1925, ενώ το 1953 ανέλαβε τη διαχείρισή του ο Ματθαίος Πότακας, γιος του πρώτου ιδιοκτήτη, ο οποίος το έτρεξε με μεράκι και αγάπη, μέχρι τον θάνατό του, το 2021. Δεν το εγκατέλειψε ούτε μια μέρα, όσο δύσκολες κι αν ήταν κατά καιρούς οι συνθήκες. Ήταν πάντα εκεί για να υποδεχτεί τον κόσμο, να κόψει εισιτήρια, να δώσει πορτοκαλάδα, να ρυθμίσει κάθε λεπτομέρεια.

Αρχικά ονομαζόταν Παλλάς, όμως στερήθηκε το ένα του «λ» για να μην μπερδεύεται με τον ομώνυμο κεντρικό κινηματογράφο. Την εκπληκτική art deco διακόσμησή του εμπνεύστηκε ο αρχιτέκτονας Βασίλειος Κασσάνδρας, ενώ η vintage αισθητική του που παρέμεινε αναλοίωτη στο χρόνο.

Στην καταπράσινη ταράτσα του φιλοξενείται το θερινό σινεμά που μοιάζει με μία μικρή όαση στην καρδιά του Παγκρατίου. Και αποτελούσε σταθερή έξοδό μας τα καλοκαιρινά βράδια. Πέρυσι, το θερινό δεν άνοιξε και όπως δήλωσε στο Newsbeast.gr ο διαχειριστής του κινηματογράφου, Μιχάλης Ζέης δεν προβλέπεται να γίνει ούτε και φέτος. Τα τελευταία χρόνια η λειτουργία του χειμερινού κινηματογράφου είχε διακοπεί καθότι αντιμετώπιζε ζητήματα στατικότητας. Σε ό,τι αφορά τον θερινό, έχει χαρακτηριστεί ως διατηρητέος και μένει να δούμε τι μέλλει γενέσθαι και πώς θα αξιοποιηθεί τελικά ο ιστορικός αυτός κινηματογράφος.