Η GenAI θα μετασχηματίσει το εργατικό δυναμικό, δίνοντας τη δυνατότητα στους εργαζόμενους να της αναθέσουν τη διεκπεραίωση επαναλαμβανόμενων διεργασιών «ρουτίνας», απελευθερώνοντας χρόνο για διεργασίες υψηλότερης προστιθέμενης αξίας και αυξάνοντας την αποδοτικότητα.

Αυτό αναφέρει μεταξύ άλλων αναλύοντας τον αντίκτυπο που αναμένεται να έχει η τεχνητή νοημοσύνη στις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους, ο Λάζαρος Πολυμενάκος, εταίρος στο Τμήμα Συμβουλευτικών Υπηρεσιών της EY Ελλάδος και Επικεφαλής Συμβουλευτικών Υπηρεσιών Τεχνητής Νοημοσύνης στην περιοχή ΕΜΕΙΑ, στο πλαίσιο του πρώτου AI Hackathon Greece.

«Οι επιχειρήσεις που θα υιοθετήσουν μία ριζοσπαστική προσέγγιση και θα επενδύσουν τους απαραίτητους πόρους έγκαιρα, είναι βέβαιο ότι αρχικά θα αντιμετωπίσουν τεχνολογικά, ρυθμιστικά και άλλα εμπόδια, και διαταραχές στο ανθρώπινο δυναμικό τους. Ωστόσο, τελικά, η επένδυσή τους θα αποδώσει, καθώς η GenAI είναι πραγματικά μετασχηματιστική», τόνισε ο κ. Πολυμενάκος.

«Αντίθετα, όσοι καθυστερήσουν, θα δουν το μερίδιο αγοράς και τα κέρδη τους να μειώνονται, θα αντιμετωπίσουν φυγή ικανών εργαζόμενων προς τον ανταγωνισμό και, στο τέλος της ημέρας, θα αναγκαστούν να επενδύσουν μεγαλύτερα ποσά υπό πίεση».

Στο πλαίσιο αυτό, παγκόσμια έρευνα της ΕΥ σημειώνει ότι το 10% των επιχειρήσεων που θα εφαρμόσουν τις βέλτιστες πρακτικές τεχνητής νοημοσύνης μέχρι το 2025, θα δημιουργήσουν τουλάχιστον τριπλάσια αξία ως αποτέλεσμα της χρήσης της, σε σχέση με το 90% των επιχειρήσεων που δε θα την υιοθετήσουν. Γι’ αυτό, η EY προτείνει μια ισορροπημένη προσέγγιση, που επιτρέπει την υιοθέτηση της τεχνολογίας σε στάδια, σε καίριες λειτουργίες μιας επιχείρησης, ενώ παράλληλα αναπτύσσονται η σωστή στρατηγική και η κατάλληλη διαχείριση της τεχνολογίας ΑΙ.

Για να αξιοποιήσουν την τεχνητή νοημοσύνη, οι επιχειρήσεις καλούνται να πλοηγηθούν σε ένα πολύπλοκο και διαρκώς εξελισσόμενο περιβάλλον και να διαχειριστούν παραμέτρους, όπως οι διαφορετικοί βαθμοί ψηφιακής ωριμότητας των αγορών, το υπό διαμόρφωση ρυθμιστικό περιβάλλον, τα σύνθετα οικοσυστήματα επιχειρήσεων, προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς και αγορών όπου νεοεισερχόμενοι «παίκτες» μπορούν να δημιουργήσουν περισσότερο ανταγωνισμό ή ευκαιρίες για νέες συνεργασίες.

«Η τεχνητή νοημοσύνη δεν θα αντικαταστήσει τους εργαζόμενους, αλλά, αντίθετα, θα τους ενδυναμώσει», ανέφερε ο κ. Πολυμενάκος, συμπληρώνοντας ότι, «οι επιχειρήσεις θα πρέπει να επαναπροσδιορίσουν τη στρατηγική και τις λειτουργίες τους σε όλους τους τομείς, τοποθετώντας τους ανθρώπους και τις μηχανές, μαζί στο επίκεντρο».

Με τον τρόπο αυτό, όπως εξήγησε, οι επιχειρήσεις θα αυξήσουν την παραγωγικότητά τους, θα ενισχύουν τη δημιουργικότητα και θα βελτιώσουν την εμπειρία των πελατών, δημιουργώντας νέα αξία για τους καταναλωτές, τους εργαζόμενους και την ευρύτερη κοινωνία, αλλά και χρηματοοικονομική αξία για τις ίδιες.

Στη συνέχεια, αναφέρθηκε αναλυτικά και στις προκλήσεις που δημιουργεί η τεχνητή νοημοσύνη, τις οποίες κατέταξε σε τρεις κατηγορίες: ηθικές, οικονομικές και προκλήσεις που συνδέονται με την ασφάλεια δεδομένων και την κυβερνοασφάλεια, όπως η αποκάλυψη ή «πρόβλεψη» ευαίσθητων πληροφοριών.

Δεν είναι τυχαίο ότι, το 19% των επικεφαλής λειτουργιών κυβερνοασφάλειας που συμμετείχαν στην πρόσφατη έρευνα της EY, ανέδειξαν την τεχνητή νοημοσύνη και τη μηχανική μάθηση ως την κορυφαία εν δυνάμει απειλή για τους οργανισμούς τους τα επόμενα πέντε χρόνια.

Όπως είναι φυσικό, σημείωσε ο κ. Πολυμενάκος, η ραγδαία εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης και ο αυξανόμενος ρυθμός υιοθέτησής της, δημιουργούν παγκοσμίως την ανάγκη για ένα αποτελεσματικό ρυθμιστικό περιβάλλον, με πρωτοβουλίες σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο, όπως η Νομοθετική Πράξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Τεχνητή Νοημοσύνη (EU AI Act) και το επικείμενο Εκτελεστικό Προεδρικό Διάταγμα για την Τεχνητή Νοημοσύνη στις ΗΠΑ.

Ο αντίκτυπος της GenAI στην αγορά εργασίας

Ο αντίκτυπος της GenAI αναμένεται να είναι ευρύς, με το 67% των θέσεων εργασίας στις ανεπτυγμένες οικονομίες και το 57% στις αναδυόμενες, να θεωρούνται μετρίως έως πολύ εκτεθειμένες στις επιπτώσεις της.

Ο βαθμός έκθεσης, όμως, ανά τομέα, διαφέρει, και ίσως είναι η πρώτη φορά που τεχνολογικές και θετικές κατευθύνσεις που σχετίζονται με υπολογιστές, μαθηματικά, ιατρικές υπηρεσίες, κ.λπ., συγκαταλέγονται στους πιο εκτεθειμένους στις επιδράσεις της GenAI τομείς.

Στον αντίποδα, πιο περιορισμένες αναμένεται να είναι οι επιπτώσεις σε τομείς, όπως οι κοινωνικές επιστήμες και οι υπηρεσίες προσωπικής φροντίδας, που απαιτούν δεξιότητες που περιλαμβάνουν σύνθετη ανθρώπινη αλληλεπίδραση, δημιουργικότητα και συναισθηματική κατανόηση.

Παράλληλα, όμως, όπως σημείωσε ο ομιλητής, η εκτίμηση ότι η GenAI θα αντικαταστήσει μεγάλο αριθμό θέσεων εργασίας, μάλλον θα αποδειχθεί ως μύθος, με τις ανεπτυγμένες οικονομίες να αναμένεται να δουν, σε πρώτη φάση, μεγαλύτερες προοπτικές επαύξησης του ανθρώπινου δυναμικού τους.