«Το μήνυμα προς τη διεθνή κοινότητα είναι ότι η Ελλάδα έχει επιστρέψει, με ανάπτυξη και σταθερότητα», τονίζει ο Αλέξης Τσίπρας σε ανάρτησή του στο Twitter σχετικά με την συνάντηση που είχε με δημοσιογράφους από διεθνή ενημερωτικά δίκτυα, στην Ουάσιγκτον.

Την ίδια ώρα, στη συνάντηση του πρωθυπουργού με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ αναφέρεται η διαδικτυακή έκδοση του αμερικανικού πρακτορείου ειδήσεων Bloomberg.

Το πρακτορείο ειδήσεων μεταδίδει πως ο Αλέξης Τσίπρας διαβεβαίωσε ότι είχαν μια «παραγωγική» συνάντηση με τον Ντόναλντ Τραμπ και σημείωσε πως δεν αισθάνθηκε «να απειλείται καμία στιγμή» από τον αμερικανό πρόεδρο, στον οποίο είχε αναφερθεί πριν από τις προεδρικές εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ με τη φράση «ελπίζω να μη μας βρει αυτό το κακό»—η οποία επανήλθε στη δημοσιότητα ενόψει της συνάντησης και προβλήθηκε από αρκετά αμερικανικά μέσα ενημέρωσης, ενώ σχετική ερώτηση τέθηκε και στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν οι δύο ηγέτες μετά τις συνομιλίες τους στον Λευκό Οίκο.

«Θέλω να επιβεβαιώσω ότι η συνάντηση που είχαμε ήταν πολύ παραγωγική», είπε ο Αλέξης Τσίπρας μέσω μεταφραστή και πρόσθεσε ότι «καμιά στιγμή δεν ένιωσα ότι αντιμετώπιζα μια απειλή», σύμφωνα με το Μπλούμπεργκ. Πρόσθεσε ότι είδε πως υπήρχε η προοπτική «να παραμερίσουμε τις όποιες διαφορές μπορεί να έχουμε και να βρούμε πεδίο συνεννόησης».

Όταν δημοσιογράφος έθεσε στον κ. Τσίπρα την ερώτηση για τη δήλωσή του σχετικά με τον Τραμπ «ελπίζω να μη μας βρει αυτό το κακό», ο Τραμπ χαμογέλασε κι αστειεύτηκε «μακάρι να το ήξερα αυτό πριν από την ομιλία μου».

«Αρκετές χώρες ήταν νευρικές στην αρχή, αλλά έχω πολύ καλές σχέσεις με τους ηγέτες σχεδόν κάθε χώρας με την οποία συνδιαλέχθηκα», είπε ο Τραμπ αμέσως μετά την απάντηση του πρωθυπουργού της Ελλάδας. «Ο λόγος που ανησυχούσαν ήταν ότι δεν θα επιτρέψω οποιαδήποτε χώρα του κόσμου να εκμεταλλευθεί τη δική μας χώρα, τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής», πρόσθεσε.

Ο Τραμπ στα εισαγωγικά του σχόλια στη συνέντευξη Τύπου αναφέρθηκε στην ιστορία της Ελλάδας, το γεγονός πως αποτέλεσε λίκνο της δημοκρατίας κι επαίνεσε την Αθήνα διότι εκπλήρωσε τον στόχο του NATO για το ύψος των αμυντικών δαπανών (2% του ΑΕΠ), ανέφερε ακόμη το Μπλούμπεργκ.

Τέλος, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, υπό τον τίτλο «Το μήνυμα του Τραμπ στον Τσίπρα: οι ΗΠΑ μπορεί να αυξήσουν τις επενδύσεις στην Ελλάδα, έναν σύμμαχο κλειδί στο NATO», το αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο CNBC αναφέρθηκε στην διαδικτυακή του έκδοση στη συνάντηση του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ με τον πρωθυπουργό της Ελλάδας Αλέξη Τσίπρα στον Λευκό Οίκο την Τρίτη.

Ανάμεσα στα ζητήματα που συζητήθηκαν ήταν οι αμερικανικές επενδύσεις στην Ελλάδα και η αμυντική συνεργασία των δύο χωρών την ώρα που στις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας καταγράφονται εντάσεις, σύμφωνα με το δίκτυο.

Υπό αυτό το πρίσμα η ροή επενδύσεων και κεφαλαίων προς την Ελλάδα μετατρέπεται πλέον σε μια προτεραιότητα για την κυβέρνηση Τραμπ, που επιδιώκει να εντείνει τη διμερή οικονομική και αμυντική συνεργασία, σύμφωνα με το δημοσίευμα. Κατά διπλωματικές πηγές που επικαλείται το CNBC , οι ηγέτες συζήτησαν κυρίως για τις επενδύσεις και τη διμερή συνεργασία ειδικά στο πεδίο της ενέργειας.

Παρατίθενται δηλώσεις ειδικών σε θέματα ενέργειας οι οποίοι επισημαίνουν πως μεγάλες εταιρείες του κλάδου επιδιώκουν να αξιοποιήσουν κοιτάσματα ιδίως στα ανοικτά της νότιας Κρήτης και στην ευρύτερη περιοχή των Γρεβενών, κοντά στην πορεία του αγωγού TAP, ενώ σημειώνεται ότι τον Ιούνιο εγκρίθηκαν αιτήσεις συμπεριλαμβανομένης μιας που υπέβαλε η κοινοπραξία των Total, ExxonMobil και Ελληνικά Πετρέλαια και προκηρύχθηκαν δύο διεθνείς διαγωνισμοί για την παραχώρηση δικαιωμάτων έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων. Ακόμη, αναφέρεται πως η Ελλάδα είναι δυνητικός αγοραστής αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου.

Άλλα ζητήματα που συζητήθηκαν ήταν η επέκταση της συμφωνίας για τη χρήση της αμερικανικής ναυτικής βάσης στη Σούδα και η αναβάθμιση των ελληνικών αεροσκαφών F-16. Η βάση διαδραματίζει κρίσιμο, στρατηγικό ρόλο στα σχέδια της κυβέρνησης Τραμπ για την αντιμετώπιση της οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος και της τρομοκρατίας και την προστασία των ενεργειακών πηγών στη Μέση Ανατολή και στον Κόλπο, ενώ σύμφωνα με το CNBC, η Ουάσινγκτον φέρεται να εξετάζει την κατασκευή μιας δεύτερης βάσης στη νότια Κρήτη.