Υπάρχει άνθρωπος που να μην αισθάνθηκε την ανάγκη να ακούσει μια φωνή αγαπημένη, μια φωνή βάλσαμο για κάποια στιγμή, που μπορεί να έχει ακόμα και την έννοια της αιωνιότητας; Στο βιβλίο της Αναστασίας Βούλγαρη, η Ειρήνη παρόλο που είναι μια ηλικιωμένη γυναίκα αναζητά αυτό το κάλεσμα. Παράπονο και έλλειψη από τα παιδικά της χρόνια, όταν οι δικοί της άνθρωποι που δούλευαν σκληρά για να τη μεγαλώσουν έλλειπαν από το σπίτι. Την ώρα που το απογευματινό παιχνίδι στην αλάνα της γειτονιάς σταματούσε με το άκουσμα των ονομάτων των συνομηλίκων της, από τα στόματα των μανάδων τους.

Γράφει η Χαρά Κιούση

Την Ειρήνη και τον αδελφό της ανέλαβε η γιαγιά και η ανύπανδρη θεία της όταν η μητέρα της επέλεξε μια άλλη ζωή και ο πατέρας της, χαρακτηρισμένος αριστερός, σταμπαρισμένος από την ασφάλεια πήρε των οματιών του με την προτροπή της οικογένειας για να σωθεί. Η γιαγιά της πρόσφυγας από τη Σμύρνη, εγκαταστάθηκε σε μια φτωχογειτονιά της Αθήνας όπου άχνιζε «ζεστό ρυζόγαλο με κανέλα». Μνήμη γλυκιά που καταχωρήθηκε στα μεταβιβαζόμενα, αφού «η προσφυγιά κληρονομείται» δυστυχώς μαζί με κάθε πόνο, πικρή ανάμνηση και νοσταλγία. Συναισθήματα που διαστέλλονται μέσα στο χρόνο, μέσα από συγκινητικές προσωπικές διηγήσεις όπως πολύ καλά γνωρίζουν όσοι κατάγονται από χαμένες πατρίδες.

Η ηρωίδα μας παρόλο που παντρεύτηκε κι απέκτησε παιδιά κι εγγόνια, παραμένει «μονοδιάστατη σ’ ένα στατικό παραλήρημα» εσωτερικής διαμάχης με τον άφαντο πατέρα της. Η περιορισμένη τους αλληλογραφία, η περίοδος που δεν έχει νέα του επιτείνει τον θυμό της, την απόγνωση, το αίσθημα εγκατάλειψης, απόρριψης και αμφιβολίας για το αν ποτέ την αγάπησε. Ένα βασανιστικό ερώτημα που επιτείνει μια εναγώνια προσμονή και αναζήτηση, για να της επιστρέψει τα οφειλόμενα πλούτη τρυφερότητας κι αγάπης. Μαζί και την ασφάλεια και την κοινωνική αποδοχή που θα φέρει την εσωτερική ειρήνη. Κάτι που δεν θα αισθανθεί ποτέ η τραγική ηρωίδα της Α. Βούλγαρη ακόμα κι όταν έρθει από μακριά η χάρις κάποιας λύτρωσης. «Ό,τι δεν ζεις στην ώρα του, δεν ζεις ποτέ» μονολογεί τελικά η ηρωίδα μας που την ενσαρκώνει η Ελένη Τσαγκαράκη. Η ερμηνεία της καταφέρνει να δώσει θεατρικότητα σ’ ένα καλογραμμένο αφηγηματικό ποιητικό και λυρικό κείμενο.

Δίχως μελοδραματισμούς και σχετικά περιορισμένη κίνηση, συγκινεί με το συναίσθημα που φωλιάζει στο βλέμμα της και στην έκφρασή της. Η στατικότητα αποκτά κινητικότητα από την οπτασία της γιαγιάς που μπαινοβγαίνει στα όνειρά της και μέσα στις σελίδες του βιβλίου.

Η Αγγελική Δρακουλάκη με την κινησιολογία της ως αέρινη ύπαρξη στην προσωποποίηση της γιαγιάς, δίνει κομψής αισθητικής εικόνες. Εικόνες με δυο πρόσωπα που κινούνται μεταξύ πραγματικότητας και επιθυμητής φαντασίας, ξετυλίγοντας καρτερικά ένα κόκκινο κουβάρι που είναι και το μόνο σκηνικό μέσο. Ο μίτος που τις οδηγεί στο λαβύρινθο του ασυνείδητου και του συνειδητού, μέσα στο σημαίνον μουσικό τοπίο του Μίκη Θεοδωράκη.

Συντελεστές
Παίζουν: Ελένη Τζαγκαράκη, Αντιγόνη Δρακουλάκη

Κείμενο: Αναστασία Βούλγαρη
Σκηνοθεσία: Αλέξιος Κοτσώρης
Σκηνική επιμέλεια – Κοστούμια: Ιωάννα Τιμοθεάδου
Φωτισμοί: Κατερίνα Μαραγκουδάκη
κινησιολογία: Αυγουστίνος Κούμουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Ελένη Κορακάκη
Βοηθός παραγωγής: Ηλίας Κουρέτας

Επικοινωνία: BrainCo
Παραγωγή: 10th group of artist

Πληροφορίες
Διάρκεια παράστασης: 70 λεπτά
Ημέρες και ώρες: Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00
Τιμές εισιτηρίων: 12 ευρώ κανονικό, 8 ευρώ μειωμένο

Θέατρο Μεταξουργείο
Διεύθυνση: Ακαδήμου 14, Μεταξουργείο
Τηλέφωνο: 210-5234382