Τη στρατηγική τους ενόψει του δεύτερου γύρου των τουρκικών προεδρικών εκλογών που θα πραγματοποιηθούν την Κυριακή 28 Μαΐου, θα χαράξουν από σήμερα ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, αφού κανείς εκ των δύο δεν φαίνεται να κατάφερε να αποσπάσει το 50% συν μια ψήφο, που θα του επέτρεπε να ανέλθει στο ανώτατο αξίωμα της χώρας. Όλα δείχνουν ότι το κλίμα τις δύο αυτές εβδομάδες στην Τουρκία θα είναι ιδιαίτερα πολωμένο, καθώς οι κύριοι αντίπαλοι θα στρέψουν σε ακόμη εντονότερο βαθμό τα λεκτικά πυρά τους ο ένας εναντίον του άλλου.

Με καταμετρημένο το 98,41% των ψήφων, ο Ερντογάν προηγείται με ποσοστό 49,34%, ενώ ο Κιλιτσντάρογλου συγκεντρώνει το 45,00% των ψήφων.

Μετά και το ολονύκτιο θρίλερ, επιβεβαιώνονται οι αναλυτές που υποστήριζαν εδώ και καιρό πως ο νυν πρόεδρος Ερντογάν ακόμη κι αν ηττηθεί, δεν είναι διατεθειμένος να χάσει. Διέψευσε τις δημοσκοπήσεις που τον έφεραν να χάνει με μεγάλη διαφορά από την αντίπαλό του και βέβαια όσους δήλωναν ότι θα ηττούνταν από τον πρώτο γύρο. Ο τρόπος με τον οποίο έκλεισε ο Τούρκος πρόεδρος την «ψαλίδα» κατά πολλούς αμφισβητείται αναφορικά με το εάν έγινε με απολύτως νόμιμα μέσα ή όχι, ιδίως σε απομακρυσμένες από τα μεγάλα αστικά κέντρα περιοχές.

Όποιος πάντως κι αν κερδίσει την 28η του μηνός, μετά και τα χθεσινά αποτελέσματα, θεωρείται σίγουρο ότι θα αμφισβητηθεί από τον αντίπαλό του. Εάν μάλιστα κερδίσει ο Ερντογάν και η αντιπολίτευση θα αμφισβητήσει τη νίκη, το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να προσφύγει στη Δικαιοσύνη και τα αρμόδια κρατικά όργανα. Όλο οι θεσμοί όμως αυτή τη στιγμή ελέγχονται από τον κ. Ερντογάν.

Εάν κερδίσει ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, θα αμφισβητήσει το αποτέλεσμα ο Ερντογάν, ιδίως εάν η διαφορά είναι μικρή. Δεν αποκλείεται μάλιστα να προκληθούν φαινόμενα αναταραχής στη χώρα που θα έχουν αντίκτυπο και στην πολύπαθη οικονομία. Ακόμη όμως κι εάν ξεπεραστούν αυτά, σε περίπτωση που ο Κιλιντσντάρογλου ορκιστεί πρόεδρος, πάλι θα είναι δύσκολο να κυβερνήσει καθώς ο Ερντογάν κατήγαγε χθες μια σημαντική νίκη σε επίπεδο Κοινοβουλίου. Το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) εκλέγει τους περισσότερους βουλευτές στην Μεγάλη Εθνοσυνέλευση των 600 μελών, οπότε θα έχει το «πάνω χέρι» στο κομμάτι της νομοθετικής εξουσίας.

Η αλήθεια είναι ότι τα περισσότερα διεθνή μέσα ενημέρωσης ευχόντουσαν να χάσει χθες ο Ερντογάν. Ωστόσο αυτός ο αρνητισμός λειτούργησε τελικά αντιστρόφως στην ψυχολογία του μέσου Τούρκου ψηφοφόρου που θέλησε να «προστατέψει» τον ηγέτη του από τις επιθέσεις που δέχεται εκτός συνόρων.

Ο ρυθμιστής των εκλογών

Σε ρυθμιστή των προεδρικών εκλογών αναδεικνύεται ο Σινάν Ογάν, ο οποίος τερμάτισε τρίτος στην εκλογική κούρσα. Όταν έμαθε ότι λαμβάνει το 5,3% των ψήφων έγραψε τον λογαριασμό που διατηρεί στο Twitter πως «θα ήθελα να απευθύνω έκκληση σε όλα τα κόμματα εδώ. Κανένα κόμμα να μην προσπαθήσει να κάνει «πειρατικό» λόγο από το μπαλκόνι, μετατρέποντας τις εκλογές σε τετελεσμένο γεγονός. Να ανοίξουν όλες οι κάλπες και το αποτέλεσμα να αποκαλυφθεί ξεκάθαρα. Κανείς να μην αναστατώνει την κοινωνία. Δεν έχει δικαίωμα». Μάλιστα στο εάν θα υποστηρίξει τον Ερντογάν, τον Κιλιτσντάρογλου, ή θα αφήνει τους ψηφοφόρους του ελεύθερους να επιλέξουν όποιον θέλουν, μένει να αποδειχθεί.

Μητσοτάκης: Θα συνομιλήσω με όποιον επιλέξουν οι Τούρκοι πολίτες

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης πάντως, σε συνέντευξη που παραχώρησε χθες στην εφημερίδα Καθημερινή τόνισε πως είναι έτοιμος να συνεργαστεί με όποιον πρόεδρο επιλέξει ο τουρκικός λαός. Ειδικότερα, τόνισε χαρακτηριστικά ότι «το ποιος θα εκλεγεί είναι υπόθεση των Τούρκων πολιτών. Οφείλω να σημειώσω, ωστόσο, ότι με τη σημερινή προσέγγιση και τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας, δεν μπορεί να είναι κάποιος ιδιαίτερα αισιόδοξος. Γι’ αυτό έχει εξαιρετική σημασία ποιος θα βρίσκεται στο τιμόνι της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια. […] Θα συνομιλήσω με όποιον επιλέξουν οι Τούρκοι πολίτες. […] Οφείλουμε να είμαστε έτοιμοι και για καλύτερες, αλλά και για πιο δύσκολες μέρες. Η Τουρκία ελπίζω κάποια στιγμή να συνειδητοποιήσει ότι έχει να κερδίσει περισσότερα αν επαναπροσεγγίσει την Ελλάδα, την Ευρώπη και γενικότερα τη Δύση. Εμείς έχουμε ανοιχτή την πόρτα του διαλόγου για την οικοδόμηση μιας θετικής ατζέντας, σε ζητήματα που μπορούμε να έχουμε αμοιβαίο όφελος, όπως το εμπόριο, ο πολιτισμός, το περιβάλλον. Είμαστε συνεπείς σε αυτά που λέμε. Αλλά αφελείς δεν είμαστε».

Και συνέχισε: «Για να υπάρχει ουσιαστική βελτίωση στις σχέσεις μας, η Τουρκία πρέπει να δεχθεί ότι λύνουμε τις διαφορές μας με βάση το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας. Κι ότι ουσιαστικά έχουμε μια μεγάλη διαφορά, που είναι η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας, στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτά είναι και τα ζητήματα για τα οποία κάποια στιγμή θα μπορούσαμε να πάμε στη Χάγη. Δεν υπάρχει καμία περίπτωση να συζητήσω άλλα θέματα με την Τουρκία. Ούτε, προφανώς, ζητήματα που έχουν να κάνουν με την ελληνική κυριαρχία στα νησιά του Αιγαίου ούτε ζητήματα που έχουν να κάνουν με την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών».