Δεδομένου ότι αρχίζει και σταθεροποιείται η οικονομία, δεν υπάρχει λόγος για ένα νέο κούρεμα του ελληνικού χρέους, εκτιμά ο διευθυντής του Ινστιτούτου Γερμανικής Οικονομίας στην Κολωνία Μίχαελ Χούτερ, σε συνέντευξή του στην Γερμανική Ραδιοφωνία Deutschlanfunk.

Σύμφωνα με τον ίδιο, θα πρέπει να είναι σαφές στον ΣΥΡΙΖΑ πως σε περίπτωση που υπάρξει χαλάρωση των μέτρων λιτότητας η ευρωζώνη «θα μπορούσε να αντιδράσει ευέλικτα» και σε περίπτωση που η χώρα πραγματικά θα ήθελε να εγκαταλείψει την ευρωζώνη θα έπρεπε «να πληρώσει ένα πολύ υψηλό τίμημα για αυτό».

Γιατί όμως θεωρεί ο ίδιος λάθος ένα ενδεχόμενο κούρεμα, την ώρα που άλλοι συνάδελφοί του, όπως ο Μ. Φράτσερ, χαρακτηρίζουν επιτακτική την ανάγκη δραστικής απομείωσης του χρέους; «Δεν αντιλαμβάνομαι τους λόγους ενός κουρέματος γιατί μετά τις αποφάσεις του 2012 –που περιλαμβάνουν το κούρεμα μέσω του οποίου ιδιώτες πιστωτές παραιτήθηκαν από 107 δις ευρώ, την παράταση του χρόνου αποπληρωμής των υφιστάμενων δανείων στα 30 χρόνια, τη μείωση των επιτοκίων και την παράταση της αποπληρωμής των τόκων- δεν είναι βέβαιο ότι απαιτείται μια περαιτέρω ελάφρυνση. Οι πληρωμές των τόκων από την Ελλάδα, σε σχέση με το ΑΕΠ, βρίσκονται περίπου στο 4%. Μακροπρόθεσμα δεν είναι πολλά. Είναι κάτι που μια ελληνική οικονομία, η οποία σταθεροποιείται, μπορεί να επιτύχει μέσα από τη φορολογία», σημειώνει, όπως μεταδίδει η Deutsche Welle.

Περί επανορθώσεων

Ο Μίχαελ Χούτερ θεωρεί πως οι όροι είναι πολύ ευνοϊκοί για την ελληνική οικονομία. Στην ερώτηση που του τέθηκε ότι τελευταία δίνεται η εντύπωση πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί όλο και πιο πειστικό το επιχείρημα ότι χωρίς ένα νέο κούρεμα η Ελλάδα δεν θα τα καταφέρει, ο γερμανός οικονομολόγος απαντά πως είναι λάθος να γίνεται μια τέτοια συζήτηση τώρα:

«Οι εκλογές στο τέλος Ιανουαρίου θα φέρουν πιθανότατα ριζικές αλλαγές. Δεν είναι πολύ έξυπνο να δώσει κανείς τώρα απαντήσεις. Πάνω από όλα θα πρέπει να επιτύχει συνολικά η πολιτική διαχείρισης της κρίσης και αυτό το «συνολικά» σημαίνει πως πρέπει να πει κανείς και στις άλλες χώρες της Ευρώπης που κατέβαλαν προσπάθειες, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιρλανδία αλλά και Κύπρο, ότι ήταν σωστό».

Τέλος, στον κ. Χούτερ ετέθη και το θέμα του αναγκαστικού δανείου που έδωσε η Αθήνα στο Βερολίνο το 1942, και εάν θεωρεί εύλογο το αίτημα των επανορθώσεων:

«Όχι γιατί η Γερμανία αλλά και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά κατά κύριο λόγο η Γερμανία, συνέβαλαν τα τελευταία τέσσερα χρόνια στη σταθερότητα της Ελλάδας. Στο πρώτο πακέτο για την Ελλάδα, η Γερμανία συμμετείχε με δικά της μέσα και στο δεύτερο πακέτο με μέσα του ευρωπαϊκού ταμείου. Υπήρξε μεγάλη αλληλεγγύη και δεν είναι δίκαιο να θέτει κανείς νέες απαιτήσεις με ιστορικά αμφίβολα κατασκευάσματα».