Σε μια υπερπολυτελή βίλα στο Λαγονήσι έγιναν τα γυρίσματα της «Κόρης του Ρέμπραντ», της δέκατης έβδομης ταινίας του βραβευμένου σκηνοθέτη Νίκου Παναγιωτόπουλου. Το newsbeast.gr, βρέθηκε στα γυρίσματα της ταινίας και συνομίλησε με τη Δήμητρα Ματσούκα για τη συμμετοχή της στη νέα ταινία, την προβολή της οποίας θα απολαύσουμε στις κινηματογραφικές αίθουσες τον ερχόμενο χειμώνα.

Συνέντευξη στη Νίκη Παπάζογλου
Φωτογραφίες: Γιάννης Κέμμος

Μια αμιγής κωμωδία αφιερωμένη στους Marx Brothers αποφάσισε να μας παρουσιάσει αυτή τη φορά ο βραβευμένος σκηνοθέτης Νίκος Παναγιωτόπουλος. Ένα υβρίδιο κωμωδίας και ταινίας μυστηρίου, το οποίο «ένιωθε πως χρωστούσε στο κοινό του». Η Αφρόκρεμα της Αθηναϊκής κοινωνίας, την οποία ενσαρκώνει η ελίτ του ελληνικού θεάτρου, παρευρίσκεται για ένα βράδυ στη δεξίωση ενός συλλέκτη έργων τέχνης, ο οποίος φημολογείται πως έχει στην κατοχή του έναν ανεκτίμητης αξίας πίνακα. Ένας κριτικός έργων τέχνης έρχεται στη δεξίωση με σκοπό να ανακαλύψει τον πίνακα, να διαπιστώσει την γνησιότητα του και στη συνέχεια … .

Κατά την διάρκεια της δεξίωσης διαδραματίζονται διάφορα, δημιουργούνται τα γνωστά πηγαδάκια των μεγάλων δεξιώσεων και η σοβαρότητα αντικαθίσταται σιγά- σιγά από τη σοβαροφάνεια για να μετατραπεί στο τέλος σε φάρσα, κάνοντας την ταινία να μοιάζει με έναν ανεμοστρόβιλο. Σε αυτά τα πηγαδάκια επεμβαίνει η εκρηκτική Δήμητρα Ματσούκα, «σαν μια φαντασίωση», για να προσφέρει τις γνώσεις της σχετικά με την τέχνη.

– Ποιος ο ρόλος που υποδύεστε στην ταινία;

Υποδύομαι μια γυναίκα η οποία επεμβαίνει στις αντροπαρέες που συζητούν για την τέχνη με την δική της άποψη , η οποία φαίνεται να είναι το αποτέλεσμα της επαφής της με το αντικείμενο της ζωγραφικής. Ουσιαστικά μιλάει για τον Ρέμπραντ. Αλλά φαίνεται να γνωρίζει καλά το έργο του Ρέμπραντ. Εκείνη δεν ψάχνει ουσιαστικά τον πίνακα. Μπαίνει σαν φαντασίωση στις συζητήσεις των υπολοίπων και δίνει ένα στίγμα για τον ζωγράφο, όχι για τον πίνακα.

– Θα χαρακτηρίζατε την ηρωίδα που υποδύεστε μοιραία;

Όχι, ο ρόλος δεν είναι ακριβώς αυτός της μοιραίας γυναίκας. Είναι, όπως είπα και πριν, κάτι σαν φαντασίωση, αλλά όλο το έργο ούτως ή άλλως κινείται μεταξύ ρεαλισμού και μη ρεαλισμού. Όλοι δηλαδή οι χαρακτήρες απέχουν λιγάκι από την πραγματικότητα, είναι ένα κλικ πέρα από αυτή.

– Η «φαντασίωση» αυτή που ενσαρκώνετε στο νέο ρόλο, θεωρείτε πως έχει στοιχεία της προσωπικότητάς σας;

Η ηρωίδα δεν έχει κάτι από εμένα, από αυτό που βλέπω μέχρι στιγμής. Δεν είναι όμως ούτε κόντρα μου. Γενικά δεν νομίζω ότι οι ήρωες της ταινίας αυτής έχουν να κάνουν με πραγματικά πρόσωπα. Σαφέστατα είναι μια ταινία που έχει χιούμορ πολύ, τα αστεία που παρεμβάλλονται είναι σχεδόν «μπουφόνικα», αλλά οι ήρωες δεν είναι πραγματικοί.

– Σαν κωμωδία καταστάσεων το έργο σκιαγραφεί καθόλου τις ανθρώπινες σχέσεις και αν ναι υπάρχει κάποια αντιστοιχία με τις ανθρώπινες σχέσεις της καθημερινότητας έτσι όπως διαμορφώνονται σήμερα;

Κατά κάποιο τρόπο θα μπορούσαμε να πούμε ότι μιλάει λίγο και για αυτές, υπάρχει μια αναφορά, αλλά δεν ξέρω αν υπάρχει αντιστοιχία με την πραγματικότητα. Άλλωστε οι ηθοποιοί δεν έχουμε διαβάσει ολόκληρο το έργο, είναι μια σκηνοθετική οδηγία του κύριου Παναγιωτόπουλου αυτό και γι’ αυτό δεν μπορώ να σας πω πολλά.

– Προτιμάτε την τηλεόραση, τον κινηματογράφο ή το θέατρο;

Εγώ μπορώ να πω πως αγαπώ πιο πολύ τον κινηματογράφο παρόλο που τα τελευταία δεκατέσσερα χρόνια κάνω μόνο θέατρο. Το σινεμά ήταν άλλωστε ο λόγος που έγινα ηθοποιός. Αλλά αν υπάρχουν θέματα που με αφορούν ως θεατή, και οι ταινίες του Παναγιωτόπουλου με αφορούν ως θεατή, με μεγάλη χαρά λέω το ναι για να παίξω σε μια τέτοια ταινία.

– Ο κινηματογράφος στην Ελλάδα έχει κάνει βήματα προόδου;

Όπως φαίνεται τα τελευταία χρόνια τα πράγματα πάνε πολύ καλά. Παρουσιάζονται και ταινίες οι οποίες προβάλλονται κι εκτός ελληνικών συνόρων. Το ελληνικό σινεμά άλλωστε έχει ένα δικό του ιδιαίτερο στίγμα. Νομίζω πως και η εποχή που διανύουμε είναι αυτή του Βαλκανικού σινεμά. Σκεφτείτε ότι προηγήθηκαν ρουμάνικες ταινίες, τούρκικες ταινίες, τώρα είναι η εποχή της Ελλάδας.

– Εντοπίζετε διαφορές στις ελληνικές παραγωγές σε σχέση με αυτές του εξωτερικού;

Δεν νομίζω ότι υπάρχουν ιδιαίτερες διαφορές. Να σας πω την αλήθεια, πολύ λίγο αυτό με επηρεάζει σαν θεατή. Έχω την αίσθηση πως πολλές μεγάλες παραγωγές είναι ασήμαντες ταινίες και το αντίθετο, πολλές μικρές ιδιαιτέρως σημαντικές. Νομίζω ότι είναι γενικά δύσκολο να δεις μια καλή ταινία στο παγκόσμιο σινεμά πια. Εγώ που παρακολουθώ πολύ σινεμά και μάλιστα φιλμογραφία διαφόρων χωρών, διαπιστώνω πως δεν είναι συνηθισμένο να δεις μια καλή ταινία. Από τις τριάντα ταινίες που παρακολουθώ ζήτημα να εντοπίσω τέσσερις ή πέντε που έχουν κάτι να πουν.

Επισκεφθείτε την επίσημη σελίδα της ταινίας στο facebook