Τραγούδησε για τον πόνο, τη νοσταλγία, την εργατιά, την αγάπη και τη φτώχεια του ελληνικού λαού. Με το μοναδικό του ταλέντο κατάφερε να δημιουργήσει έναν μουσικό πλούτο, που θα μείνει ανεξίτηλος στην ιστορία της ελληνικής μουσικής. Ο Βασίλης Τσιτσάνης, ένας από τους πιο αναγνωρίσιμους και αγαπητούς μουσικούς του ρεμπέτικου αλλά και γενικότερα του ελληνικού τραγουδιού, γεννήθηκε και πέθανε σαν σήμερα, 18 Ιανουαρίου.

Πρώτα χρόνια και μουσικές επιρροές

Ο Βασίλης Τσιτσάνης γεννήθηκε στα Τρίκαλα από γονείς Ηπειρώτες. Τα πρώτα μουσικά ακούσματα τα έλαβε από τον πατέρα του, ο οποίος έπαιζε μαντολίνο, μεταδίδοντάς του τα παραδοσιακά τραγούδια της πατρίδας του. Επίσης, ο Τσιτσάνης επηρεάστηκε από τις βυζαντινές ψαλμωδίες, που ακούγονταν στην εκκλησία κάθε Κυριακή.

Η οικονομική δυσπραγία της οικογένειάς του τον ανάγκασε να μάθει βιολί και να παίζει σε πανηγύρια και εκδηλώσεις, για να βγάζει το χαρτζιλίκι του. Αν και το μπουζούκι ήταν κοινωνικά απαξιωμένο, ο Τσιτσάνης άρχισε να πειραματίζεται με αυτό από πολύ νεαρή ηλικία.

Η κάθοδος στην Αθήνα και η επαγγελματική του ανέλιξη

Το 1936, ο Τσιτσάνης αποφάσισε να μετακομίσει στην Αθήνα, για να σπουδάσει νομική. Εκεί, για να εξασφαλίσει το εισόδημά του, ξεκίνησε να εμφανίζεται σε μουσικές ταβέρνες. Σε μια από αυτές, γνώρισε τον τραγουδιστή Δημήτρη Περδικόπουλο, ο οποίος τον βοήθησε να υπογράψει συμβόλαιο με μια δισκογραφική εταιρεία. Το 1937, ο Τσιτσάνης ηχογράφησε το πρώτο του τραγούδι, με τίτλο «Σ’ έναν τεκέ μπουκάρανε», και ένα νέο κεφάλαιο ξεκίνησε για εκείνον.

Τα επόμενα χρόνια, ο Τσιτσάνης συνέχισε να ηχογραφεί και να εμφανίζεται σε διάφορα μαγαζιά. Κατάφερε να γράψει μερικά από τα μεγαλύτερα τραγούδια της εποχής, όπως τα «Αχάριστη», «Μπαξέ τσιφλίκι», «Τα πέριξ» και «Νύχτες μαγικές». Το τραγούδι που θεωρείται η κορυφαία στιγμή της καριέρας του είναι η «Συννεφιασμένη Κυριακή», σε συνεργασία με τον Βλάχο και τον Αλέκο Γκούβερη.

Η περίοδος της Θεσσαλονίκης και οι επιτυχίες

Βασίλης Τσιτσάνης

Κατά τη διάρκεια της πολεμικής περιόδου, ο Τσιτσάνης βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη. Εκεί, ανοίγει ένα κουτούκι με το όνομα «Ουζερί Τσιτσάνη» και γράφει μερικά από τα μεγαλύτερα τραγούδια της καριέρας του. Η «Αρχόντισσα» είναι ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια της εποχής, αλλά και άλλα τραγούδια όπως το «Ντερμπεντέρισσα» και το «Ζητιάνος της αγάπης» γνώρισαν μεγάλη επιτυχία.

Η συνεισφορά του Τσιτσάνη στο λαϊκό τραγούδι

Ο Βασίλης Τσιτσάνης ήταν ένας πρωτοπόρος του λαϊκού τραγουδιού. Με την καινοτομία του κατάφερε να δώσει νέα πνοή στο παραδοσιακό τραγούδι και να το καταστήσει προσιτό σε ένα ευρύτερο κοινό. Οι στίχοι των τραγουδιών του αντικατοπτρίζουν τους πόθους, τους καημούς και τα συναισθήματα του ελληνικού λαού. Μίλησε για τη φτώχεια, την εργατιά, την προσφυγιά, τον νόστο και την αγάπη και τα τραγούδια του συνεχίζουν να ακούγονται και να αγαπιούνται εδώ και γενιές. Η επιρροή του Τσιτσάνη στο λαϊκό τραγούδι είναι αναμφισβήτητη. Μπορεί κανείς με ασφάλεια να πει ότι πρόκειται για έναν από τους μεγαλύτερους ρεμπέτες.

Η σχετική ανάρτηση του Newsbeast στο Instagram

Διαβάστε σχετικά:

Η ζωή του Βασίλη Τσιτσάνη

Ο τρισμέγιστος του λαϊκού τραγουδιού Βασίλης Τσιτσάνης