Σε τουλάχιστον 450 συλλήψεις προχώρησε σήμερα η αστυνομία της Χιλής έπειτα από τις συνεχόμενες συγκρούσεις στη διήμερη γενική απεργία.

Σύμφωνα με την κυβέρνηση του συντηρητικού προέδρου και δισεκατομμυριούχου επιχειρηματία Σεμπαστιάν Πινιέρα, τουλάχιστον 270 λεωφορεία υπέστησαν ζημιές.

Η απεργία, που κήρυξαν τα συνδικάτα και συνεχίζεται σήμερα, παρέλυσε τμήματα της πρωτεύουσας, αλλά δεν φάνηκε να προκαλεί ιδιαίτερα σοβαρά προβλήματα στις ιδιωτικές εταιρίες, ενώ τα μέσα μαζικής μεταφοράς συνέχιζαν να λειτουργούν, αν και όχι πλήρως.

Νεαροί έστησαν οδοφράγματα σε πολλούς δρόμους και έβαλαν φωτιά σε κάδους απορριμάτων. Η αστυνομία χρησιμοποίησε χημικά και νερό υπό πίεση για να τους διαλύσει, ενώ 42 αστυνομικοί τραυματίστηκαν.

Ο υφυπουργός Εσωτερικών Ροδρίγκο Ουμπίγια, ο οποίος πρόσθεσε πως ο απολογισμός των τραυματιών και των συλληφθέντων «δεν είναι οριστικός», δήλωσε: «Πρόκειται για ένα πρόβλημα βίας. . . ορισμένες ομάδες προσπαθούν να διαταράξουν την δημόσια τάξη». Τα επεισόδια σημειώθηκαν στην διάρκεια της νύχτας και επικεντρώθηκαν στο Σαντιάγο.

Χιλιάδες πολίτες πραγματοποίησαν μια μεγάλη πορεία για να απαιτήσουν δωρεάν και δημόσια παιδεία και άλλες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις την ώρα που οι φοιτητικές κινητοποιήσεις που διαρκούν τρεις μήνες είναι οι μεγαλύτερες στη χώρα μετά το τέλος της δικτατορίας το 1990.

Δάσκαλοι και φοιτητές απέκλεισαν τις οκτώ λωρίδες στη λεωφόρο Αλαμέδα στο Σαντιάγο, μερικά τετράγωνα από το προεδρικό μέγαρο. Αρκετοί φορούσαν μάσκες που απεικονίζουν τον τεθνεώτα σοσιαλιστή πρώην πρόεδρο Σαλβαδόρ Αγιέντε, ο οποίος είχε προτιμήσει να αυτοκτονήσει στο προεδρικό μέγαρο την 11η Σεπτεμβρίου 1973 παρά να παραδοθεί στις δυνάμεις υπό τον Αουγκούστο Πινοσέτ που επέβαλαν πραξικόπημα.  Παρόμοιες κινητοποιήσεις έλαβαν χώρα και σε άλλες πόλεις, όπως το Βαλπαραΐσο και η Κονσεπσιόν.

Η οικονομία της Χιλής εκτιμάται ότι θα αναπτυχθεί με ρυθμό 6,6% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της εφέτος και πολλοί στη χώρα διαμαρτύρονται διότι η συντριπτική πλειοψηφία δεν ωφελείται σε τίποτε από το «θαύμα» αυτό εν μέσω της διεθνούς οικονομικής κρίσης.

Επιπλέον, αρκετοί μαθητές αποφάσισαν να διακόψουν την απεργία πείνας, που πραγματοποιούσαν επί 37 ημέρες απαιτώντας να υπάρξει μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος, γιατί έθετε σε κίνδυνο τη ζωή τους.