Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε πέθανε σε ηλικία 81 ετών και κορυφαίοι γερμανοί πολιτικοί εξέφρασαν τα συλλυπητήριά τους, υπενθυμίζοντας ταυτοχρόνως την άοκνη και αδιάλειπτη προσφορά του στη γερμανική και ευρωπαϊκή πολιτική σε βάθος 50 ετών. Ο γερμανικός Τύπος, πάντως, διχάζεται στον απολογισμό της επίδρασης του Σόιμπλε στην ΕΕ και το ευρώ.

«Μία απώλεια για τη γερμανική πολιτική» τιτλοφορείται ο απολογισμός της «Süddeutsche Zeitung», ενώ στη «Frankfurter Allgemeine Zeitung» διαβάζουμε: «Οι δημοκρατίες χρειάζονται πολιτικούς που να ενσαρκώνουν τους θεσμούς τους. […] Και ο Σόιμπλε ήταν ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο ένα φαινόμενο. […] Όποιο αξίωμα και αν αναλάμβανε ήταν βέβαιο πως δεν θα το αξιοποιούσε για την ενίσχυση του προφίλ του, αλλά πως θα υποχωρούσε μπροστά στο μεγαλείο και τον σκοπό του έργου του, βαδίζοντας σύμφωνα με τις συνταγματικές επιταγές». Γι’ αυτό και «ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είναι ένας πολιτικός που θα μας λείψει».

Η «Τageszeitung», πάντως, φαίνεται να έχει εντελώς διαφορετική άποψη. «Ο Σόιμπλε ήταν ένας πεπεισμένος Ευρωπαίος. […] Όμως ήταν και αυτός που παραλίγο να καταστρέψει την Ευρώπη – μέσω της στενόμυαλης πολιτικής λιτότητας κατά την κρίση του ευρώ, η οποία άφησε πίσω της ζημία εκατοντάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, ενισχύοντας την ίδια στιγμή την AfD».

Η εφημερίδα του Βερολίνου, όπως αναμεταδίδει η Deutsche Welle, αναφέρεται ειδικότερα στη διαχείριση του ελληνικού ζητήματος: «Δεν υπήρχε αμφιβολία πως το ελληνικό κράτος έπρεπε να μεταρρυθμιστεί, αλλά ο Σόιμπλε συμπεριφερόταν υπερβολικά σαν ξερόλας. Στα νότια της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης και της Γαλλίας, αποτέλεσε έτσι την προσωποποίηση του αλαζόνα Γερμανού».

Κατά την κρίση του ευρώ ο Σόιμπλε «ενεργούσε με βάση το σύνθημα “όποιος έχει χρέη, φταίει”. Ήταν έτσι πεπεισμένος πως οι Έλληνες, οι Πορτογάλοι, οι Ισπανοί και οι Ιταλοί έπρεπε να τιμωρηθούν για τα υπέρογκα χρέη που είχαν και να εξαναγκαστούν να εξοικονομήσουν χρήματα, όμως το διαρκές όργιο περικοπών δεν απέφερε τίποτα. Ενώ οι οικονομίες των κρατών που βρίσκονταν σε κρίση κατέρρεαν, τα χρέη μεγάλωναν ακόμη περισσότερο, αντί να μειωθούν».

Η άνευ προηγουμένου περίπτωση της Ελλάδας

«Ιδίως η κατάρρευση της Ελλάδας ήταν πρωτοφανής», συνεχίζει η «Taz». «Στις συναντήσεις που κατέγραφε μυστικά ο έλληνας υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης καθίσταται σαφές πως τόσο η Κριστίν Λαγκάρντ (τότε επικεφαλής του Δ.Ν.Τ.) όσο και ο Σόιμπλε γνώριζαν καλά πως τα προγράμματα λιτότητας ήταν καταστροφή για την Ελλάδα.

[…] Εξάλλου, ο ίδιος ο Σόιμπλε είχε δηλώσει ανοιχτά πως το πρόγραμμα λιτότητας ήταν “κακό” για την Ελλάδα και την ανάπτυξη. Είχε, ωστόσο, άλλα σχέδια. Ήθελε να εξωθήσει τους Έλληνες να εγκαταλείψουν προσωρινά την Ευρωζώνη. […] Ο Σόιμπλε αντιλαμβανόταν, επομένως, το ευρώ σαν την περιστρεφόμενη πόρτα ενός πολυκαταστήματος: κάποιος μπορεί να μπει, να ξαναβγεί και κάποια στιγμή να ξαναμπεί. Ωστόσο, το ενιαίο νόμισμα δεν λειτουργεί έτσι».

Αν και η Ελλάδα δεν βγήκε ποτέ τελικά από το ευρώ, «η απειλή του Σόιμπλε ήταν αρκετή για να προκαλέσει χάος πανευρωπαϊκά και ζημιές δισεκατομμυρίων. Όταν έγινε αντιληπτό πως μία χώρα θα μπορούσε να εγκαταλείψει την Ευρωζώνη, οι επενδυτές άρχισαν να αναρωτιούνται εάν υπήρχε περίπτωση να κινδυνεύσουν και άλλα κράτη. Ξεκίνησαν δηλαδή να ξεφορτώνονται τους ιταλικούς, ισπανικούς, ακόμη και τους γαλλικούς τίτλους τους, γεγονός που με τη σειρά του οδήγησε σε αύξηση των επιτοκίων για τα συγκεκριμένα κράτη. Ιδίως η Ιταλία βρέθηκε ξαφνικά μπροστά στη χρεοκοπία, παρόλο που είχε βελτιώσει την οικονομική της διαχείριση».

Όπως καταλήγει η «Τaz», ο Σόιμπλε ήταν ένας πολιτικός «αγαπητός στους Γερμανούς, ο οποίος όμως ζημίωσε σοβαρά τη χώρα του και την Ευρώπη».