Η εταιρεία ψηφιακής ασφάλειας ESET προχώρησε σε έρευνα 16 εταιρικών συσκευών δικτύων, που αποσύρθηκαν και στη συνέχεια πουλήθηκαν σε δευτερογενή αγορά. Μετά την έρευνα, η ESET διαπίστωσε ότι πάνω από το 56% αυτών περιείχαν ακόμα ευαίσθητα εταιρικά δεδομένα.

Τα routers της έρευνας προέρχονταν από μεσαίες επιχειρήσεις έως μεγάλες πολυεθνικές που δραστηριοποιούνται σε διάφορους κλάδους (κέντρα δεδομένων, δικηγορικά γραφεία, πάροχοι τεχνολογίας, κατασκευαστικές εταιρίες, εταιρείες τεχνολογίας, δημιουργικά γραφεία και εταιρείες ανάπτυξης λογισμικού).

Μάλιστα, από τις εννιά συσκευές που περιείχαν ακόμα ευαίσθητα δεδομένα:

  • Το 22% περιείχε δεδομένα πελατών
  • Το 33% περιείχε δεδομένα που επέτρεπαν συνδέσεις τρίτων στο δίκτυο
  • Το 44% είχε διαπιστευτήρια για σύνδεση σε άλλα δίκτυα ως έμπιστο μέρος
  • Το 89% περιείχε αναλυτικά στοιχεία σύνδεσης για συγκεκριμένες εφαρμογές
  • Το 89% περιείχε κλειδιά αυθεντικοποίησης router-to-router
  • Το 100% περιείχε ένα ή περισσότερα από τα διαπιστευτήρια IPsec ή VPN ή κωδικούς root.
  • Το 100% είχε επαρκή δεδομένα για την αξιόπιστη ταυτοποίηση του πρώην ιδιοκτήτη/διαχειριστή

Η εταιρεία προειδοποιεί πως αυτά τα δεδομένα, σε λάθος χέρια, είναι αρκετά για να πυροδοτήσουν μια κυβερνοεπίθεση που θα οδηγούσε σε παραβίαση δεδομένων, βάζοντας σε κίνδυνο την εταιρεία, τους συνεργάτες και τους πελάτες της.

Τεχνολογία

«Τα ευρήματά μας είναι εξαιρετικά ανησυχητικά και θα πρέπει να μας αφυπνίσουν», δηλώνει ο Κάμερον Καμπ, ερευνητής ασφαλείας της ESET που ηγήθηκε της έρευνας. «Θα περιμέναμε ότι οι μεσαίου και μεγάλου μεγέθους εταιρείες θα είχαν ένα αυστηρό σύνολο πρωτοβουλιών ασφαλείας για την απόσυρση συσκευών, αλλά διαπιστώσαμε το αντίθετο. Οι οργανισμοί πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί σχετικά με το τι παραμένει στις συσκευές που βγάζουν προς πώληση, καθώς η πλειονότητα των συσκευών που πήραμε από τη δευτερογενή αγορά περιείχε ένα ψηφιακό πλάνο της εμπλεκόμενης εταιρείας, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, βασικών πληροφοριών δικτύου, δεδομένων εφαρμογών, εταιρικών διαπιστευτηρίων και πληροφοριών σχετικά με συνεργάτες, προμηθευτές και πελάτες», σημειώνει, επίσης.

Οι οργανισμοί συχνά ανακυκλώνουν τις παλαιές συσκευές μέσω τρίτων εταιρειών, που είναι επιφορτισμένες με την επαλήθευση της ασφαλούς καταστροφής ή ανακύκλωσης του ψηφιακού εξοπλισμού και της διάθεσης των δεδομένων που περιέχονται σε αυτόν.

Είτε λόγω σφάλματος της εταιρείας ανακύκλωσης, είτε λόγω των διαδικασιών απόρριψης της εταιρείας, στα εταιρικά routers βρέθηκε μια σειρά από δεδομένα, μεταξύ των οποίων δεδομένα τρίτων, δεδομένα πελατών, εκτεταμένες πληροφορίες δρομολόγησης και πληροφορίες των σημαντικότερων εφαρμογών που χρησιμοποιούνται από συγκεκριμένους οργανισμούς, τόσο σε τοπικό επίπεδο όσο και στο νέφος.

Σημειώνεται ότι οι οργανισμοί πρέπει να χρησιμοποιούν ένα αξιόπιστο, αρμόδιο τρίτο μέρος για την απόρριψη των συσκευών ή να λαμβάνουν όλες τις απαραίτητες προφυλάξεις εάν χειρίζονται οι ίδιοι την απόσυρση. Αυτό θα πρέπει να επεκτείνεται πέρα από τους routers και τους σκληρούς δίσκους σε κάθε συσκευή που αποτελεί μέρος του δικτύου.