Το όνειρο ενός αντικαρκινικού εμβολίου — ικανό να διεγείρει το ανοσοποιητικό σύστημα ώστε αυτό να καταπολεμήσει τους όγκους — βρίσκεται στον ορίζοντα της επιστημονικής κοινότητας. Ενδεχομένως, όπως αναφέρει η El Pais, οι επιστήμονες να μην βρίσκονταν ποτέ τόσο κοντά σε ένα τέτοιο επίτευγμα όσο σήμερα.

Μετά από χρόνια περιορισμένων βημάτων, η εδραίωση ανοσοθεραπειών και η επιτυχία των εμβολίων mRNA που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορονοϊού, αναζωογόνησαν την αισιοδοξία των επιστημόνων.

Τα αποτελέσματα πολλών ερευνών είναι πολλά υποσχόμενα. Τόσο σε μια πρόσφατη δοκιμή που εξέτασε ένα πρωτότυπο εμβόλιο για το μελάνωμα σε συνδυασμό με μια άλλη ανοσοθεραπεία, όσο και σε άλλες προκαταρκτικές έρευνες που σχετίζονται με τον καρκίνο του παγκρέατος, τα αποτελέσματα ήταν ενθαρρυντικά.

Οι ελπίδες είναι μεγάλες, όμως η επιτυχία δεν είναι μια απλή υπόθεση. Σε ασθένειες που προκαλούνται από ιούς και βακτήρια, τα εμβόλια συνήθως λειτουργούν προληπτικά, εκθέτοντας ένα άτομο σε μια εξασθενημένη ή ανενεργή εκδοχή του μικροβίου, έτσι ώστε το ανοσοποιητικό του σύστημα να μάθει να αναγνωρίζει αυτές τις απειλές και να είναι σε θέση να τις εξουδετερώνει όταν εμφανίζονται.

Ένας όγκος ωστόσο είναι μια πολύ πιο περίπλοκη υπόθεση και η εύρεση ενός αποτελεσματικού εμβολίου είναι μια «οδύσσεια». Ο καρκίνος είναι διαφορετικός σε κάθε ασθενή, γεγονός που αναγκάζει τους επιστήμονες να σχεδιάζουν πιο εξατομικευμένα εμβόλια. Επιπλέον, σε αντίθεση με τους ιούς και τα βακτήρια που το σώμα μας αναγνωρίζει άμεσα ως «εισβολείς», τα καρκινικά κύτταρα προέρχονται από εμάς. Μοιάζουν με τα φυσιολογικά κύτταρα και έχουν τη ικανότητα να «καμουφλάρονται» και να ξεφεύγουν από τις άμυνες του οργανισμού.

Παρόλα αυτά, η ιδέα πίσω από τα εμβόλια κατά του καρκίνου είναι να εκπαιδευτεί το ανοσοποιητικό σύστημα να αναγνωρίζει τα καρκινικά κύτταρα και να τα εξαλείφει. Για να συμβεί αυτό χρησιμοποιούνται ως «δόλωμα» τα αντιγόνα όγκου.

Πρόκειται για μόρια τα οποία βρίσκονται στην επιφάνεια των καρκινικών κυττάρων και αυτό τα διακρίνει από τα φυσιολογικά κύτταρα. Η εύρεση των καταλληλότερων αντιγόνων και η αποτελεσματική χορήγησή τους στο εμβόλιο είναι το κλειδί για την ενεργοποίηση μιας αποτελεσματικής απόκρισης από το ανοσοποιητικό σύστημα και για την επιτυχία του εμβολίου.

Υπάρχουν διάφορες προσεγγίσεις: Από τη χρήση εμβολίων με βάση το DNA, τα εμβόλια mRNA, τα πεπτίδια, τα δενδριτικά κύτταρα ή ακόμα και την καταφυγή στους λεγόμενους ογκολυτικούς ιούς, οι οποίοι είναι μικροοργανισμοί ικανοί να ενεργοποιήσουν το ανοσοποιητικό σύστημα.

Στα χαρτιά, αναφέρει το δημοσίευμα της El Pais, η σκέψη να αφυπνιστεί η φυσική άμυνα του οργανισμού για την καταπολέμηση των όγκων είναι αλάνθαστη. Στην πράξη όμως οι «θρίαμβοι» των εμβολίων κατά του καρκίνου είναι μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού.

Αν και πολλές ελκυστικές προκλινικές έρευνες έχουν πραγματοποιηθεί τις τελευταίες δεκαετίες, οι μελέτες δεν έχουν προχωρήσει περαιτέρω «λόγω πολλών φραγμών», όπως αναφέρει η Laura Angelats, ερευνήτρια στην ομάδα Translational Genomics and Targeted Therapies in Solid Tumors στο Νοσοκομείο Κλινική της Βαρκελώνης.

Η επιστήμονας αναφέρεται στην ποικιλομορφία των συμπαγών όγκων, οι οποίοι είναι πολύ ετερογενείς και παρουσιάζουν διαφορετικά αντιγόνα. Επισημαίνει επίσης τον βασικό ρόλο του περιβάλλοντος του όγκου: «Τα καρκινικά κύτταρα δεν είναι μόνα τους, αλλά έχουν ανοσοκατασταλτικά κύτταρα γύρω τους που δυσκολεύουν το ανοσοποιητικό σύστημα να παρέμβει».

Ο Miguel Angel Perales – ειδικός στην ανοσοθεραπεία του καρκίνου και τα εμβόλια στο Memorial Sloan Kettering στη Νέα Υόρκη – υπογραμμίζει πως «διάφορα εμβόλια που μελετήθηκαν στράφηκαν μόνο κατά ενός πολύ μικρού τμήματος του όγκου. Σε πολλές περιπτώσεις, χρειάζονται μόνο μία ή δύο μεταλλάξεις για να αντισταθεί ο όγκος στην επίδραση του εμβολίου». Σε μια πρόσφατη συνέντευξη στο El Pais, ο ογκολόγος Chris Klebanoff – επίσης ερευνητής στο Sloan Kettering – τόνισε ότι μία από τις μεγάλες δυσκολίες για την ανάπτυξη επιτυχημένων εμβολίων ήταν «η έλλειψη ακριβούς γνώσης σχετικά με τα σωστά αντιγόνα που πρέπει να περιλαμβάνονται στο εμβόλιο».

Επιπλέον, προσθέτει ο ογκολόγος, «πολλοί καρκινοπαθείς είναι μεγαλύτερης ηλικίας, πράγμα που σημαίνει ότι το ανοσοποιητικό τους σύστημα έχει γεράσει με την πάροδο του χρόνου. Και υπάρχει επίσης το γεγονός ότι οι θεραπείες – όπως η χημειοθεραπεία και η ακτινοβολία – μπορούν να βλάψουν σοβαρά το ανοσοποιητικό σύστημα. Επομένως, βλέπουμε ασθενείς που έχουν γηραιότερο και πιο κατεστραμμένο ανοσοποιητικό σύστημα».

Παρά τις αποτυχίες, η έρευνα συνεχίζεται. Υπάρχουν εκατοντάδες έρευνες σε εξέλιξη που εξετάζουν τις δυνατότητες των εμβολίων σε πολλαπλούς όγκους. Ο Peter D. Katsikis, ερευνητής στο Τμήμα Ανοσολογίας στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Erasmus στο Ρότερνταμ, έχει συγγράψει αναλύσεις  σχετικά με τις προκλήσεις της ανάπτυξης εξατομικευμένων εμβολίων. Ωστόσο, τονίζει ότι η επιτυχία της ανοσοθεραπείας τα τελευταία χρόνια «αναπτέρωσε το ενδιαφέρον για τα εμβόλια κατά του καρκίνου». «Ένα εμβόλιο κατά των νεοαντιγόνων του καρκίνου αναμένεται να βελτιώσει την ανοσοθεραπεία και ίσως να επεκτείνει την εφαρμογή του σε όγκους που μέχρι σήμερα δεν ανταποκρίνονται σε αυτό».

Ορισμένες μελέτες, μάλιστα, άνοιξαν ξανά την πόρτα στην ελπίδα. «Τα αποτελέσματα είναι ελπιδοφόρα», επιβεβαιώνει ο Luis Alvarez-Vallina, επικεφαλής της Κλινικής Ερευνητικής Μονάδας Ανοσοθεραπείας Καρκίνου στο Εθνικό Ερευνητικό Κέντρο Καρκίνου της Ισπανίας. «Σε λίγα χρόνια», προβλέπει ο Alvarez-Vallina, «θα έχουμε εμβόλια, ενώ εξατομικευμένα εμβόλια θα μπορούσαν να φτάσουν σε κλινικό στάδιο».

Οι τρέχουσες δοκιμές εστιάζονται ιδιαίτερα στους πιο ανοσογονικούς όγκους — δηλαδή σε αυτούς που είναι αναγνωρίσιμοι από το ανοσοποιητικό σύστημα και όπου η ανοσοθεραπεία συνήθως λειτουργεί. Όσο περισσότερα νεοαντιγόνα παρουσιάζει ένας όγκος, τόσο πιο ανοσογονικός θα είναι.

Αποτελέσματα έχουν επίσης αρχίσει να φαίνονται σε όγκους στους οποίους —μέχρι τώρα— άλλες ανοσοθεραπείες από μόνες τους δεν είχαν σημειώσει μεγάλη επιτυχία. Μια προκαταρκτική μελέτη για τον καρκίνο του παγκρέατος – έναν από τους πιο θανατηφόρους τύπους καρκίνου – έδειξε ότι ένα εμβόλιο, σε συνδυασμό με αναστολέα σημείου ελέγχου και χημειοθεραπεία, κατάφερε να ενεργοποιήσει το ανοσοποιητικό σύστημα σε οκτώ από τους 16 ασθενείς που συμμετείχαν στη δοκιμή. Κανένας από αυτούς τους οκτώ ασθενείς δεν παρουσίασε υποτροπή κατά τη διάρκεια της 18μηνης διάρκειας της μελέτης.

Υπάρχουν πολλές γραμμές έρευνας σε εξέλιξη, αλλά τα εμβόλια mRNA είναι – σύμφωνα με τους ειδικούς – μια από τις πιο υποσχόμενες προσεγγίσεις. Οι επιστήμονες όμως συμφωνούν επίσης ότι τα εμβόλια κατά του καρκίνου από μόνα τους δεν αρκούν. Τα πιο ενθαρρυντικά αποτελέσματα έχουν παρατηρηθεί σε συνδυασμό με άλλες θεραπείες. Αυτή η κοινή προσέγγιση μπορεί μερικές φορές να ξεπεράσει το εχθρικό μικροπεριβάλλον του όγκου που δεν επιτρέπει στο ανοσοποιητικό σύστημα να λειτουργήσει.

Η έρευνα για το εμβόλιο κατά του καρκίνου επιταχύνεται, αλλά υπάρχουν ακόμη μεγάλες προκλήσεις. Ο Josep Tabernero, διευθυντής του τμήματος ογκολογίας του Ινστιτούτου Vall d’Hebron στη Μαδρίτη, προειδοποιεί για την πολυπλοκότητα των θεραπειών και την «υπερβολική αισιοδοξία». Όταν αναφερόμαστε σε όγκους, τονίζει, «τα κύτταρα είναι ετερογενή και εξελίσσονται και τα αντιγόνα εξαφανίζονται, τα ίδια αντιγόνα με τα οποία δημιουργήθηκαν οι όγκοι». Αυτό μπορεί στη συνέχεια να επηρεάσει την ανταπόκριση στη θεραπεία.

Το πότε και σε ποιον θα χορηγηθούν τα εμβόλια είναι επίσης κρίσιμα ερωτήματα που τίθενται στο τραπέζι. «Από τα δεδομένα που έχουμε σήμερα, βλέπουμε ότι η πιο εφικτή εφαρμογή είναι σε όγκους σε προηγούμενα στάδια πριν από την επέμβαση αφαίρεσης», λέει η Angelats, από τη Νοσοκομειακή Κλινική της Βαρκελώνης. Ο ογκολόγος Chris Klebanoff έχει παρόμοια άποψη: «Αρχικά, θα είναι μόνο για ένα υποσύνολο καρκίνων, πιθανώς καρκίνους όπου ένας χειρουργός έχει αφαιρέσει όλη την παρατηρήσιμη ασθένεια. Έτσι, χρησιμοποιούμε το εμβόλιο, προσπαθώντας να αποτρέψουμε την υποτροπή. Αυτός είναι ο πιο πιθανός τόπος όπου τα εμβόλια καρκίνου μπορεί να παρουσιάσουν αποτέλεσμα».

Δεν είναι σαφές πόσο καιρό θα λειτουργούσε ένα πιθανό εμβόλιο για τον καρκίνο, αν η επίδρασή του θα ήταν για πάντα ή αν θα απαιτούνται αναμνηστικές δόσεις. «Δεν ξέρουμε», παραδέχεται η Angelats, μιλώντας στην El Pais. Ζητά προσοχή και προσθέτει ότι, σε κάθε περίπτωση, «τα αποτελέσματα που λαμβάνονται πρέπει να παγιωθούν» στις πρώτες δοκιμές και «αυτές οι θεραπείες πρέπει να δοκιμαστούν σε άλλους τύπους όγκων εκτός από το μελάνωμα». Ο Katsikis βλέπει επίσης πως μια «ευρέως διαδεδομένη εφαρμογή είναι απίθανη βραχυπρόθεσμα». Υπάρχουν ακόμα κεφάλαια που πρέπει να γραφτούν στην πολλά υποσχόμενη ιστορία των εμβολίων για τον καρκίνο.