Σε μόλις 15.000 με 25.000 ανέρχονται οι μεγάλες επιχειρήσεις στην Ελλάδα, επί συνόλου άνω των 840.000 οι οποίες όπως αποκάλυψε ο Κωνσταντίνος Μίχαλος έχουν πρόσβαση στην τραπεζική χρηματοδότηση, γεγονός που δημιουργεί ανυπέρβλητα εμπόδια στον αγώνα επιβίωσης που δίνει η συντριπτική πλειονότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων της χώρας, ιδιαίτερα αυτή την περίοδο της πανδημίας.

Μιλώντας σε τηλεδιάσκεψη με θέμα: «Η συμβολή του τραπεζικού συστήματος στην ενίσχυση της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία, με έμφαση στις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις (ΜμΕ)» ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ, Κωνσταντίνος Μίχαλος επεσήμανε ότι η κατάσταση αυτή πρέπει να αλλάξει με ευθύνη τόσο των τραπεζών όσο και της Πολιτείας.

Η τηλεδιάσκεψη, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων πραγματοποιήθηκε με πρωτοβουλία του υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα, και συμμετείχαν εκπρόσωποι του τραπεζικού συστήματος, φορέων της αγοράς, καθώς και η πολιτική ηγεσία των υπουργείων Οικονομικών και Ανάπτυξης και Επενδύσεων.

«Ο δανεισμός παραμένει δύσκολη υπόθεση για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις» είπε ο Κωνσταντίνος Μίχαλος.

«Σύμφωνα και με πρόσφατη έρευνα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, το 22% των αιτήσεων για δάνειο που υποβάλλουν Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις στην Ελλάδα απορρίπτεται. Ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην ΕΕ είναι μόλις 8%.

Ουσιαστικά, στο τραπεζικό σύστημα της χώρας έχουν σήμερα πραγματική πρόσβαση 15.000-25.000 μεγάλες επιχειρήσεις. Στο κρατικό σύστημα στήριξης, μέσω επιχορηγήσεων και δανείων, έχουν πρόσβαση περίπου 100.000 επιχειρήσεις.

Οι αριθμοί αυτοί αντιστοιχούν συνολικά στο 10% των ενεργών ΑΦΜ. Οι υπόλοιπες επιχειρήσεις, μικρές και πολύ μικρές στη συντριπτική πλειονότητά τους, έμειναν να δίνουν τη μάχη, χωρίς χρηματοπιστωτικά εργαλεία» υπογράμμισε.

Αντιλαμβανόμαστε, είπε ότι ένας βασικός λόγος, για τον οποίο οι τράπεζες διστάζουν να παρέχουν νέες χορηγήσεις είναι το υψηλό ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

«Ένας άλλος παράγοντας, τον οποίο επικαλούνται τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, είναι ότι λόγω της διάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας, δεν υπάρχουν αρκετές αξιόχρεες επιχειρήσεις.

Το ζήτημα αυτό το γνωρίζουμε. Και έχουμε αναδείξει επανειλημμένα την ανάγκη να αυξηθεί το μέγεθος και η παραγωγικότητα των μικρών επιχειρήσεων που διαθέτει η χώρα» δήλωσε.

«Όμως για να γίνει αυτό, απαιτούνται κεφάλαια. Πώς θα επιχειρηθεί η μεγέθυνση χωρίς πρόσβαση σε χρηματοδότηση;» διερωτήθηκε και πρόσθεσε: «Ο φαύλος κύκλος δεν μπορεί να συνεχιστεί. Η κατάσταση πρέπει να αλλάξει, με ευθύνη τόσο των τραπεζών, όσο και της Πολιτείας. Απαιτείται επιτάχυνση της διαδικασίας μείωσης, με εφαρμογή νέου γύρου του προγράμματος Ηρακλής σε συνδυασμό με τη δημιουργία bad bank.

Θετικό ρόλο ελπίζουμε ότι θα έχει η εφαρμογή του νέου πλαισίου για την αφερεγγυότητα.

Θα πρέπει, επίσης, η κυβέρνηση, ενόψει και της αξιοποίησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, να σχεδιάσει ολοκληρωμένες παρεμβάσεις, για την ενθάρρυνση της επιχειρηματικής μεγέθυνσης (πχ εργαλεία όπως το microfinancing).

Είναι καιρός, όμως, να συνειδητοποιήσουν και οι τράπεζες ότι η επιβίωση και η κερδοφορία τους μακροπρόθεσμα εξαρτάται από την κύρια δραστηριότητά τους, που είναι η παροχή πιστώσεων και η επένδυση κεφαλαίων στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

Αντί, λοιπόν, να επικαλούνται διαρκώς εμπόδια και προβλήματα, είναι ανάγκη να γίνουν επιτέλους, μέρος της λύσης».