Την εκτίμησή της για τις κοινωνικές επιπτώσεις του τρίτου ελληνικού προγράμματος δημοσιεύει σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, συμπεραίνοντας ότι, εάν εφαρμοστούν πλήρως και εγκαίρως, τα μέτρα που προβλέπονται στο πρόγραμμα θα βοηθήσουν την Ελλάδα να επανέλθει στη σταθερότητα και την ανάπτυξη με τρόπο οικονομικά και κοινωνικά βιώσιμο, ενώ θα συμβάλουν και στην αντιμετώπιση των πλέον πιεστικών κοινωνικών αναγκών και προκλήσεων στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με την Κομισιόν, οι τομείς στους οποίους επικεντρώθηκε η Επιτροπή περιλαμβάνουν:

τη σταδιακή θέσπιση ενός καθεστώτος ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος και την παροχή καθολικής ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης,

μέριμνα ούτως ώστε η απαιτούμενη από όλους προσπάθεια να είναι ανάλογη προς τα εισοδήματά τους,

στόχευση της εξοικονόμησης σε τομείς που δεν επηρεάζουν άμεσα τα εισοδήματα των απλών πολιτών, όπως η μείωση των αμυντικών δαπανών ή η αντιμετώπιση των ανεπαρκειών σε πολλούς τομείς των δημόσιων δαπανών,

την αντιμετώπιση των κεκτημένων συμφερόντων, όπως με τη σταδιακή κατάργηση της ευνοϊκής φορολογικής μεταχείρισης των εφοπλιστών ή των αγροτών, ή πληθώρας εξαιρέσεων, π.χ. για ορισμένα νησιά όσον αφορά τους συντελεστές ΦΠΑ, ή αδικαιολόγητων επιδοτήσεων,

τη στήριξη του ρόλου των κοινωνικών εταίρων και του εκσυγχρονισμού του συστήματος συλλογικής διαπραγμάτευσης,

την καταπολέμηση της διαφθοράς, της φοροδιαφυγής και της αδήλωτης εργασίας,

τη στήριξη μιας διαφανέστερης και αποτελεσματικότερης δημόσιας διοίκησης, μεταξύ άλλων με τη μετάβαση σε μια πιο ανεξάρτητη φορολογική διοίκηση, την αναδιοργάνωση των υπουργείων και την καθιέρωση καλύτερης σύνδεσης μεταξύ αποδοχών και αρμοδιοτήτων των θέσεων απασχόλησης.

«Προκειμένου το πρόγραμμα να συμπληρωθεί και να έχει κατά το δυνατόν μεγαλύτερη πιθανότητα επιτυχίας, η Επιτροπή παρουσίασε στις 15 Ιουλίου ένα πρόγραμμα για την απασχόληση και την ανάπτυξη στην Ελλάδα. Έως το 2020 θα διατεθούν για επενδύσεις στο ανθρώπινο δυναμικό και τις επιχειρήσεις περίπου 35 δισ. ευρώ. Με την αύξηση κατά 7 εκατοστιαίες μονάδες του ποσοστού της αρχικής προχρηματοδότησης για προγράμματα της περιόδου 2014-2020 στην Ελλάδα, μπορεί να διατεθεί ταχύτερα 1 δισ. ευρώ από τους πόρους που αναλογούν στη χώρα για να επισπευσθεί η κάλυψη νέων έργων που συγχρηματοδοτούνται από την ΕΕ».

Η Επιτροπή «έχει εντατικοποιήσει την παροχή τεχνικής βοήθειας και εμπειρογνωμοσύνης από την πλευρά της, μέσω της νέας υπηρεσίας στήριξης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Η υπηρεσία στήριξης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, που δημιουργήθηκε τον Ιούλιο, θα λειτουργεί ως κόμβος για την κινητοποίηση εμπειρογνωμοσύνης από τις υπηρεσίες της Επιτροπής, τις διοικήσεις των κρατών μελών και άλλους διεθνείς οργανισμούς για να παρέχεται βοήθεια σχετικά με τον σχεδιασμό και την παρακολούθηση των μεταρρυθμίσεων».

Σημειώνεται πως αργά το βράδυ της Τετάρτης, 19 Αυγούστου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέγραψε το Μνημόνιο Συνεννόησης (ΜΣ) με την Ελλάδα για ένα νέο πρόγραμμα στήριξης και σταθερότητας. «Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕΜΣ), το τείχος προστασίας της Ευρώπης που δημιουργήθηκε το 2012 ως απάντηση στην παγκόσμια οικονομική κρίση, θα μπορέσει να καταβάλει έως και 86 δισ. ευρώ σε δάνεια κατά τα επόμενα τρία έτη, υπό την προϋπόθεση ότι οι ελληνικές αρχές θα υλοποιήσουν μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση θεμελιωδών οικονομικών και κοινωνικών προκλήσεων, όπως προσδιορίζονται στο ΜΣ», αναφέρει η Κομισιόν και προσθέτει:

«Έπειτα από μήνες εντατικών διαπραγματεύσεων, το πρόγραμμα θα βοηθήσει στην άρση της αβεβαιότητας, τη σταθεροποίηση της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κατάστασης και θα συνδράμει την Ελλάδα κατά την επιστροφή στη βιώσιμη ανάπτυξη, με βάση υγιή δημόσια οικονομικά, ενισχυμένη ανταγωνιστικότητα, λειτουργικό χρηματοπιστωτικό τομέα, δημιουργία θέσεων απασχόλησης και κοινωνική συνοχή. Όπως προβλέπεται στο άρθρο 13 της Συνθήκης ΕΜΣ, στο ΜΣ αναλύονται λεπτομερώς οι μεταρρυθμιστικοί στόχοι και οι δεσμεύσεις που απαιτούνται για να αποδεσμευτεί η χρηματοδότηση από τον ΕΜΣ. Η εκταμίευση των πόρων συνδέεται με την πρόοδο της υλοποίησης. Η υλοποίηση θα παρακολουθείται από την Επιτροπή, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και, εφόσον είναι εφικτό, από κοινού με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Η παρακολούθηση αυτή θα λάβει τη μορφή τακτικών αξιολογήσεων».

Δηλώσεις αξιωματούχων

Ο Βάλντις Ντομπρόβσκις, αντιπρόεδρος της Επιτροπής αρμόδιος για το Ευρώ και τον Κοινωνικό Διάλογο, ο οποίος υπέγραψε το ΜΣ εξ ονόματος της Επιτροπής, δήλωσε: «Με τη στήριξη του προγράμματος, οι ελληνικές αρχές έχουν την ευκαιρία να αποκαταστήσουν την αμοιβαία καλή πίστη, τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και την εμπιστοσύνη, οι οποίες αποτελούν τις προϋποθέσεις για να αναπτυχθεί και πάλι η ελληνική οικονομία. Σημασία έχει τώρα η ταχεία υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων που συμφωνήθηκαν. Έτσι θα μπορέσει η Ελλάδα να αποκαταστήσει την ανταγωνιστικότητα και να διασφαλίσει βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη».

Ο Πιέρ Μοσκοβισί, επίτροπος Οικονομικών και Χρηματοδοτικών Υποθέσεων, Φορολογίας και Τελωνείων, δήλωσε: «Η σύναψη της συμφωνίας γι’ αυτό το πρόγραμμα είναι σπουδαίο νέο για την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση συνολικά, καθώς δημιουργεί τις προϋποθέσεις για περισσότερη ανάπτυξη, σταθερότητα, επενδύσεις και θέσεις εργασίας. Συνδυάζοντας την αλληλεγγύη και την ευθύνη, η Ελλάδα, τα άλλα μέλη της ζώνης του ευρώ και οι θεσμοί ανοίγουν ένα νέο κεφάλαιο, με βάση τις μεταρρυθμίσεις, τη δικαιοσύνη και την κοινή εμπιστοσύνη».

Η Μαριάν Τίσεν, επίτροπος Απασχόλησης, Κοινωνικών Υποθέσεων, Δεξιοτήτων και Κινητικότητας Εργατικού Δυναμικού, δήλωσε: «Αυτή η Επιτροπή έχει ως προτεραιότητα την τοποθέτηση των κοινωνικά δίκαιων προσαρμογών στον πυρήνα των νέων προγραμμάτων στήριξης. Σήμερα ανταποκρινόμαστε για πρώτη φορά σε αυτή τη δέσμευση, εκτιμώντας διεξοδικά τις κοινωνικές επιπτώσεις του νέου προγράμματος για την Ελλάδα και διασφαλίζοντας ότι αυτό είναι, στο σύνολό του, κοινωνικά δίκαιο και προστατεύει τους πλέον ευάλωτους».

Σύμφωνα με τις πολιτικές κατευθύνσεις του προέδρου Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, η Επιτροπή, ως εταίρος στις διαπραγματεύσεις, έδωσε ιδιαίτερη προσοχή στην κοινωνική δικαιοσύνη στο πλαίσιο του νέου προγράμματος, ώστε να εξασφαλιστεί η δίκαιη κατανομή της προσαρμογής και η προστασία των πλέον ευάλωτων μελών της κοινωνίας.

Το ιστορικό, σύμφωνα με την Κομισιόν

Στις 8 Ιουλίου 2015, η Ελληνική Δημοκρατία («Ελλάδα») υπέβαλε επίσημο αίτημα για στήριξη σταθερότητας — με τη μορφή δανειακής διευκόλυνσης — στον ΕΜΣ, η οποία θα χρησιμοποιηθεί για την κάλυψη των δανειακών υποχρεώσεων και για τη διασφάλιση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού της συστήματος. Στις 23 Ιουλίου 2015 απεστάλη χωριστό αίτημα για χρηματοδοτική συνδρομή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ).

Στις 12 και 13 Ιουλίου, η σύνοδος κορυφής της ζώνης του ευρώ προέβη σε απολογισμό της κατάστασης και εξέδωσε λεπτομερή δήλωση σχετικά με τη μελλοντική πορεία.

Στις 15 και στις 22 Ιουλίου, οι ελληνικές αρχές εξέδωσαν αρκετές δέσμες νομοθετικών πράξεων, όπως προβλεπόταν στη δήλωση της συνόδου κορυφής της ζώνης του ευρώ.

Στις 17 Ιουλίου, το Eurogroup κάλεσε τους θεσμούς να ξεκινήσουν τις διαπραγματεύσεις για ένα ΜΣ, στο οποίο να αναλύονται λεπτομερώς οι όροι μιας χρηματοδοτικής διευκόλυνσης που να καλύπτει την περίοδο 2015-18, σύμφωνα με το άρθρο 13 της Συνθήκης ΕΜΣ. Το έργο αυτό πραγματοποιήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε σύνδεση με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, και σε συνεργασία με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας.

Στις 11 Αυγούστου, οι ελληνικές αρχές και οι θεσμοί κατέληξαν σε συμφωνία σε επίπεδο προσωπικού για το ΜΣ, και οι υπουργοί Οικονομικών της ζώνης του ευρώ έδωσαν την πολιτική τους έγκριση στις 14 Αυγούστου.

Μια ακόμη δέσμη νομοθετικών πράξεων εγκρίθηκε από τις ελληνικές αρχές στις 14 Αυγούστου (τα λεγόμενα «προαπαιτούμενα»).

Μετά την έγκριση από τα εθνικά κοινοβούλια (ανάλογα με την περίπτωση), το Συμβούλιο των Διοικητών του ΕΜΣ ενέκρινε το ΜΣ στις 19 Αυγούστου. Στη συνέχεια υπογράφηκε από την Επιτροπή, εξ ονόματος του ΕΜΣ, καθώς και από την ελληνική κυβέρνηση και την Τράπεζα της Ελλάδος.

Αυτό είναι το τρίτο πρόγραμμα του ΕΜΣ μετά την Κύπρο και την Ισπανία.

Ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε αυτά τα προγράμματα και η νομική του θεμελίωση έχει καθοριστεί και συμφωνηθεί από τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ στη Συνθήκη ΕΜΣ:

– εκτιμά την ανάγκη και την αιτιολόγηση για στήριξη σταθερότητας· αυτό γίνεται σε συνεργασία με την ΕΚΤ (βλ. άρθρο 13 παράγραφος 1 της Συνθήκης ΕΜΣ).

– διαπραγματεύεται το μνημόνιο συνεννόησης με το εκάστοτε κράτος μέλος, στο οποίο περιγράφονται αναλυτικά οι όροι που συνοδεύουν τη χορήγηση της χρηματοδοτικής συνδρομής· αυτό γίνεται από την Επιτροπή σε συνεργασία με την ΕΚΤ και, εφόσον είναι εφικτό, από κοινού με το ΔΝΤ (βλ. άρθρο 13 παράγραφος 3 της Συνθήκης ΕΜΣ).

– υπογράφει το ΜΣ εξ ονόματος του ΕΜΣ (βλ. άρθρο 13 παράγραφος 4 της Συνθήκης ΕΜΣ).

– παρακολουθεί τη συμμόρφωση προς τους όρους που συνοδεύουν τη διευκόλυνση χρηματοδοτικής συνδρομής· αυτό γίνεται από την Επιτροπή σε συνεργασία με την ΕΚΤ και, εφόσον είναι εφικτό, από κοινού με το ΔΝΤ (βλ. άρθρο 13 παράγραφος 7 της Συνθήκης ΕΜΣ).