Ο Γιόχαν Κρόιφ υπήρξε σε όλη την καριέρα και τη ζωή του μία ξεχωριστή, ιδιαίτερη και επαναστατική προσωπικότητα. Από τον τρόπο που αγωνιζόταν, το πώς αντιλαμβανόταν το παιχνίδι έως και την επιλογή του να μην πάει στο Μουντιάλ του 1978 στην Αργεντινή, εξαιτίας της δικτατορίας του Βιδέλα. Υπήρξε η πιο εμβληματική φανέλα στο ποδόσφαιρο, ένας εξαιρετικός προπονητής κι ένας απίθανος τύπος που δε μάσαγε τα λόγια του. Συμπληρώθηκαν δύο χρόνια από τον θάνατο του και το FFT θυμάται τι έκανε ο «Πυθαγόρας με ποδοσφαιρικά παπούτσια». Αλλωστε, έτσι τον είχαν αποκαλέσει οι Times. Όταν ο Κρόιφ έγινε 50 ετών το 1997 σύσωμος ο Τύπος στην Ολλανδία του είχε σπέσιαλ αφιερώματα. Είχε προσκληθεί σε χιλιάδες πάρτι. Ένα έθνος που δεν είχε δείξει ποτέ την εκτίμηση που έπρεπε στον αγαπημένο του… γιο και το ποδοσφαιρικό του καμάρι ήταν σαν να ζητούσε… συγγνώμη. Αυτό ήταν το peak, η κορύφωση για τον Κρόιφ και την φήμη του. Οι Ολλανδοί έλεγαν ιστορίες για το πόσο απλός παρέμενε. Όπως το να τρώει σε έναν πάγκο ενός σνακ μπαρ στο Άμστερνταμ, να κάνει ποδήλατο και να χαιρετά τον κόσμο. Θα μπορούσε να είχε βολευτεί με το status και την καταξίωσή του ως ο μεγάλος αγαπημένος άνθρωπος των συμπατριωτών του, με τη μεγαλύτερη διεθνή απήχηση. Αντίθετα, επιχείρησε να γίνει ο προστάτης του ολλανδικού ποδοσφαίρου και στην πορεία της προσπάθειας να το βοηθήσει έχασε μέρος της αίγλης, της δημοφιλίας, της… δύναμης και της απήχησής του. Ηταν απίθανος προπονητής, εξαιρετικός παίκτης κι ένας εντυπωσιακός τηλεοπτικός σχολιαστής. Χιλιάδες ποδοσφαιρόφιλοι έμεναν κρεμασμένοι από τα χείλη του. Ο ίδιος συνέχιζε τις έντονες  προσπάθειές του να «μορφώσει» ποδοσφαιρικά την Ολλανδία. Ο Κρόιφ έγινε αγαπητός για τον τρόπο που έβλεπε τα πράγματα, την γλώσσα του και τον τρόπο που προσέγγισε τα γεγονότα. Το πιο γνωστό του ήταν «κάθε ντεσαβαντάζ έχει και τα αβαντάζ του». Ήταν μέρος μίας διάλεξής του για το πως από τις αδυναμίες σου γίνεσαι πιο δυνατός. Κανείς δεν τον θυμάται να έχει πει κάτι καλό για τον Φαν Χαάλ. Κάποια στιγμή σταματάει από τον σχολιασμό έχοντας παράπονο για το πως δεν μπορούν να τον καταλάβουν. Σταμάτησε να παίρνει στα σοβαρά αυτή τη δουλειά… Παραδεχόταν ότι «όταν γύριζα σπίτι από ανάλυση στην Τηλεόραση, η γυναίκα μου με ρωτούσε το τι έκανα και εγώ έλεγα «Σα να με χτύπησες μέχρι θανάτου’… (σ.σ. μία φράση στην ολλανδικά που σημαίνει δεν έχω ιδέα’). Ο Κρόιφ εκτός από το ολλανδικό ποδόσφαιρο είχε έλεγχο και στην Μπαρτσελόνα. Έχει τιμωρήσει ανθρώπους που θεωρεί ότι τον πρόδωσαν κι επιβράβευσε φίλους του με δουλειές. Το 2003 όταν η Μπάρτσα έψαχνε για προπονητή έδωσε μία λίστα με πέντε ονόματα. Όλοι Ολλανδοί και άτομα που εκτιμούσε. Από αυτούς ο Ράικαρντ ήταν ο μοναδικός διαθέσιμος και προσελήφθη.

Το 2008 ήταν μία δύσκολη χρονιά. Το ολλανδικό ποδόσφαιρο ήταν σαν να… σκότωσε τον πατέρα του. Μία ημέρα εμφανίστηκε στο Δ.Σ. του Άγιαξ κι άρχισε να μιλάει για το τι πρέπει να αλλάξει. Σαν να είναι δική του η ομάδα. Όμως 17 ημέρες μετά έφυγε από την Amsterdam Arena για να γυρίσει στη Βαρκελώνη. Εξήγησε το πως ήθελε να κάνει την… επανάσταση στις Ακαδημίες του Άγιαξ, όμως ο Μάρκο Φαν Μπάστεν, πνευματικό του παιδί, και προπονητής της ομάδας του είπε όχι. «Μετά δεν είχα πλέον καμία δουλειά στον Άγιαξ», είπε ο Κρόιφ. Μετά έχασε και την σύνδεσή του με την Εθνική… Όπως πολλοί άνθρωποι έτσι και ο Κρόιφ όσο μεγάλωνε σταμάτησε να σκέφτεται νέα πράγματα. Επέμενε στο 4-3-3 για τον Άγιαξ, την Ολλανδία και τη Μπαρτσελόνα. Όπως γινόταν στην δεκαετία του ’70, όμως από τότε το ποδόσφαιρο άλλαξε. Τώρα οι παίκτες τρέχουν τρεις φορές περισσότερο σε σχέση με τότε. Οι παίκτες παίζουν σε δύο διαφορετικές θέσεις στην ίδια φάση. Δεν έχει νόημα λοιπόν να έχεις έναν… σταθερό εξτρέμ. Τα πράγματα στην συνέχεια άρχισαν να γίνονται πιο σκληρά κι άσχημα για εκείνον. Στο Voetbal International μόλις το 1% των παικτών τον επέλεξε σε γκάλοπ για αγαπημένο τους παίκτη! Ο… εχθρός του, ο Λουίς Φαν Χάαλ πήρε επίσης πρωτάθλημα με την Άλκμααρ. Η κληρονομιά του διατηρήθηκε με κάποιον τρόπο στη Μπάρτσα, με παίκτες στα άκρα. Όταν ο Ράικαρντ ρωτήθηκε για το εάν το πως παίζει η Μπάρτσα έχει σχέση με την Ολλανδία είπε «η αλήθεια είναι κάπου στη μέση».

Το πνεύμα της Μπάρτσα όμως ήταν Κρόιφ. Λογικές Κρόιφ. Ο Γκουαρδιόλα τον οποίο είχε ανακαλύψει, έλεγε πως ο Ολλανδός «έφτιαξε την εκκλησία, την έβαψε και οι άλλοι προπονητές απλώς τη συντηρούν και τη βελτιώνουν. Η πιο λαμπερή ομάδα στον κόσμο παίζει έναν αναβαθμισμένο τρόπο παιχνιδιού του Κρόιφ». Πενήντα χρόνια μετά την στιγμή που ο Κρόιφ άρχισε την σχέση του με το ποδόσφαιρο δεν είναι άσχημη η κληρονομιά…