Τη διάπραξη ποινικών αδικημάτων από τον βοηθό Γενικό Εισαγγελέα Ρίκκο Ερωτοκρίτου διαπίστωσε στην έρευνά του ο ειδικός ποινικός ανακριτής Παναγιώτης Καλλής.
Σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε, ο Γενικός Εισαγγελέας Κώστας Κληρίδης ανακοίνωσε τα κύρια σημεία της έκθεσης Καλλή, δηλώνοντας πως από το σύνολο του μαρτυρικού υλικού, που έχει συλλεγεί, προκύπτει ότι ενδέχεται να έχει διαπραχθεί από το Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα το ποινικό αδίκημα του δεκασμού δημοσίου λειτουργού κατά την εκτέλεση του λειτουργήματος του, κατά παράβαση του άρθρου 100Α του ποινικού κώδικα.
Για το αδίκημα αυτό προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι επτά χρόνια.
Περαιτέρω, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο ανακριτής καταλήγει στη διαπίστωση ότι αποκαλύπτεται η διάπραξη και του ποινικού αδικήματος της δωροληψίας, κατά παράβαση του ποινικού κώδικα για επίδειξη εύνοιας από δημόσιο λειτουργό, για το οποίο προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι δύο χρόνων.
Η έρευνα διατάχθηκε ύστερα από ισχυρισμό που φέρεται να διατύπωσε η Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Χρυστάλλα Γιωρκάτζη σε συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου της Τράπεζας.
Σύμφωνα με όσα είχε αναφέρει ενώπιον κοινοβουλευτικής επιτροπής μέλος του Συμβουλίου, η κα Γιωρκάτζη ισχυρίστηκε πως ο κ. Ερωτοκρίτου δωροδοκήθηκε από το δικηγορικού γραφείου του Ανδρέα Νεοκλέους, που είχε αναλάβει το ρόλο του νομικού συμβούλου και δικηγόρου της πρώην διαχειρίστριας της Λαϊκής Τράπεζας.
Ο Γενικός εισαγγελέας ξεκαθάρισε πως δεν τίθεται ζήτημα σύλληψης του βοηθού γενικού εισαγγελέα, αφού, όπως είπε, το ανακριτικό έργο είναι πλήρως συμπληρωμένο και δεν υπάρχει περίπτωση αλλοίωσής του και επηρεασμού μαρτύρων.
Η διαδικασία που θα ακολουθηθεί, είπε, είναι αυτή που προνοείται για τέτοιες περιπτώσεις διάπραξης ποινικών αδικημάτων από αξιωματούχους του κράτους.
«Αυτά, όμως, που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη είναι το ότι πρόκειται για ιδιάζουσα περίπτωση και οι συνθήκες και οι παράμετροι οι οποίες θα προσμετρήσουν, όπως είναι η ιδιότητα και η θέση την οποία κατέχει το υπό έρευνα πρόσωπο», είπε ο Γενικός Εισαγγελέας. Αποσαφήνισε ότι η έκθεση του ποινικού ανακριτή δεν είναι δεσμευτική παρά το γεγονός, όπως είπε, ότι είναι ξεκάθαρη. Ωστόσο, πρόσθεσε, αυτή αποτελεί την άποψη του ποινικού ανακριτή.
Ο Γενικός Εισαγγελέας είπε ότι θα διεξαχθεί η συνήθης ποινική διαδικασία ως είθισται.
Ο κ. Ερωτοκρίτου απάντησε στις διαπιστώσεις του πορίσματος Καλλή, λέγοντας ότι υπάρχει «καθαρή συνωμοσία» εις βάρος του από το κοινωνικο-οικονομικό κατεστημένο της πρωτεύουσας, σε σχέση με ενέργειες του σε ό,τι αφορά τις έρευνες για την οικονομία. Ξεκαθάρισε επίσης ότι θα παραμείνει στη θέση του και θα εκτελεί το καθήκον του, μεταβαίνοντας καθημερινά στη Νομική Υπηρεσία.
Σε διάσκεψη Τύπου, ο Ρίκκος Ερωτοκρίτου διερωτήθηκε πώς μπορεί ο ίδιος να κατηγορείται για δεκασμό και όχι ο Γενικός Εισαγγελέας, ο οποίος, όπως ανέφερε, ανέστειλε ποινικές διώξεις, ενέργεια που αποτελεί το υπόβαθρο της διαπίστωσης του κατ’ ισχυρισμό δεκασμού και δωροληψίας.
Είπε ακόμη ότι κατά την κατάθεσή του στον Παναγιώτη Καλλή, του ανέφερε ότι κατά τη διάρκεια της θητείας του στη Νομική Υπηρεσία, για τα ζητήματα που αφορούν την οικονομία, έχει κάνει κάποια πράγματα που έχουν ενοχλήσει πολλούς. Σημείωσε, επίσης, ότι ζήτησε από τον Παναγιώτη Καλλή να καλέσει για κατάθεση και τον Γενικό Εισαγγελέα, πράγμα το οποίο, όμως, όπως είπε, ο Παναγιώτης Καλλής αρνήθηκε.
Τέλος ανέφερε ότι στο πλαίσιο της διερεύνησης της υπόθεσης, το λόγο έχει πλέον η Αστυνομία και σημείωσε πως θα πρέπει, σε αυτό το πλαίσιο, να ανοιχτούν οι τραπεζικοί λογαριασμοί τόσο του ιδίου όσο και του Γενικού Εισαγγελέα, του τέως Γενικού Εισαγγελέα, του Εφόρου Εταιρειών, καθώς και δύο δικηγορικών γραφείων.