Την ώρα που η Γαλλική Επανάσταση στέκει εμβληματική για την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας στην Ευρώπη, εγκαινιάζοντας ταυτοχρόνως τη μοντέρνα εποχή για τη Δύση, το πλέον πασίγνωστο σύμβολό της δεν είναι άλλο από την αποτρόπαιη γκιλοτίνα.

Η μηχανή αυτή του θανάτου διαδραμάτισε κεφαλαιώδη ρόλο στα ταραγμένα χρόνια της λαϊκής εξέγερσης του 1789 και ήταν το πλέον προβεβλημένο μέσο εκτέλεσης.

Με τη βοήθεια της λαιμητόμου εξάλλου η Γαλλία απαλλάχθηκε από τη βασιλεία, και πλέον η γκιλοτίνα προσιδιάζει μόνο σε προθήκες μουσείων. Και με λίγη καλή τύχη, θα παραμείνει κλεισμένη εκεί!

Παρά το γεγονός ωστόσο ότι όλοι ξέρουμε την γκιλοτίνα και τη μακάβρια δράση της στα αιματηρά γεγονότα της Γαλλικής Επανάστασης, αγνοούμε πολλά για την εφεύρεση που έσπειρε τον τρόμο στους λαιμούς της γαλλικής άρχουσας τάξης (και πολλών-πολλών ακόμα υστερότερα)…

Ο Ροβεσπιέρος δοκιμάζει την αγαπημένη του μέθοδο εκτέλεσης

Στη διαβόητη «Βασιλεία του Τρόμου» που εγκαινίασε ο Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος, η ζοφερή μορφή της Γαλλικής Επανάστασης, και υποτίθεται ότι θα απάλλασσε τον λαό από τον εσωτερικό και εξωτερικό εχθρό της Γαλλίας, τα πράγματα έγιναν σαφώς πιο περίπλοκα όταν μπήκαν σφήνα οι προσωπικές φιλοδοξίες του. Μεθυσμένος από την εξουσία και διεφθαρμένος από τη σαγήνη της, σύντομα ο εκπρόσωπος του λαού συνειδητοποίησε ότι από τη θέση του θα μπορούσε να εξαφανίσει όποιον του έμπαινε στο μάτι.

Απλά-απλά, κανείς δεν ήταν τώρα ασφαλής, καθώς ο Ροβεσπιέρος έμοιαζε πια ολοένα και περισσότερο με τον βασιλιά που είχε ήδη εκτελέσει. Κι έτσι, με τη νεοσύστατη κυβέρνηση να φοβάται τα χειρότερα, ο Ροβεσπιέρος και οι ακόλουθοί του συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο. Στον ίδιο ωστόσο δεν άρεσε καθόλου το ενδεχόμενο να περάσει από τη λαιμητόμο, γι’ αυτό και προσπάθησε να αυτοκτονήσει, αστοχώντας όμως. Το μόνο που κατάφερε ήταν να θρυμματίσει το σαγόνι του, κι έτσι μέσα σε μια βδομάδα οδηγήθηκε στην γκιλοτίνα με επιδέσμους στο πρόσωπο.

Οι αναφορές των αυτοπτών μαρτύρων κάνουν λόγο για πρωτοφανές πλήθος που μαζεύτηκε στην εκτέλεσή του στο Παρίσι, στο προαύλιο του Δικαστικού Μεγάρου, με τον αιμόφυρτο και ταλαιπωρημένο Ροβεσπιέρο να μεταφέρεται με κάρο μέχρι τη λαιμητόμο και τον λαό να επευφημεί. Κι έτσι το αλλοτινό σύμβολο του τρόμου γνώρισε από πρώτο χέρι τι σήμαινε δημόσιος εξευτελισμός και θάνατος με την γκιλοτίνα…

«Κάτω με το Μάξιμουμ!»

Η επανάσταση έφερε πολλές αλλαγές στην καθημερινότητα της χώρας μέσα από πλειάδα νέων κανονισμών και ντιρεκτίβων. Στο πλαίσιο λοιπόν των Νόμων του Μεγίστου (Νόμοι του Μάξιμουμ), η νέα κυβέρνηση διατηρούσε τον έλεγχο των τιμών σε βασικά καταναλωτικά αγαθά, όπως το ψωμί (και όχι το παντεσπάνι!), ενώ ταυτοχρόνως καθόριζαν και την ανώτατη τιμή του εργατικού μεροκάματου. Το τμήμα αυτό δεν ήταν όπως θα περίμενε κανείς ιδιαίτερα δημοφιλές στην κοινωνία και σύντομα μπήκε στον λόγο του λαού που πήγαινε στις δημόσιες εκτελέσεις. Καθώς λοιπόν έβλεπαν τα κεφάλια να κουτρουβαλούν στην πλατφόρμα της λαιμητόμου, τα παλιά συνθήματα έδωσαν τη θέση τους στο «Α bas le maximum!», που θα το μεταφράζαμε κάπως σαν «Κάτω με το Μάξιμουμ!»…

Δωρεάν μεταφορά

Τα θύματα της λαιμητόμου είχαν κάποια προνόμια και ένα από αυτά ήταν η δωρεάν και άνετη μεταφορά στον χώρο της εκτέλεσης με κυβερνητικά έξοδα! Το μικρό ξύλινο κάρο μάλιστα που μετέφερε τους καταδικασμένους σε θάνατο, το διαβόητο «tumbrel», χρησιμοποιούταν μέχρι πρότινος για τη μεταφορά της κοπριάς, ενώ ήταν σχεδιασμένο για ένα μόνο ζώο. Στα χρόνια της Επανάστασης ωστόσο τα tumbrel άλλαξαν χρήση και πλέον χρησιμοποιούνταν σχεδόν αποκλειστικά στις καθημερινές εκτελέσεις. Κι ενώ συνήθως παρέμεναν χωρίς μπογιά και φτιασίδια, δεν ήταν σπάνιο να τα βάφουν κόκκινα, ιδιαίτερα αυτά που μετέφεραν προβεβλημένες προσωπικότητες της χώρας…

Η Μαρία Αντουανέτα και η γνωριμία με την γκιλοτίνα

Το μεγάλο στόμα της βασίλισσας και τα παντεσπάνια του λαού τής στοίχισαν -όπως θυμόμαστε- ακριβά: σε δίκη-παρωδία στις 16 Οκτωβρίου 1793, η Αντουανέτα καταδικάζεται με συνοπτικές διαδικασίες σε θάνατο. Παρά το γεγονός ότι η ίδια αντιμετώπισε τη διαδικασία με μεγάλη γενναιότητα, το ταξίδι της ως την γκιλοτίνα μόνο ευχάριστο δεν ήταν: με τα μαλλιά της κομμένα (για να μην μπουν στον δρόμο της λαιμητόμου) και τα χέρια δεμένα, την περιέφεραν με το tumbrel στους δρόμους του Παρισιού πριν οδηγηθεί τελικά στη λαιμητόμο.

Ανεβαίνοντας στο ικρίωμα, η Αντουανέτα πάτησε δυνατά το πόδι του δήμιού της, ο οποίος μόνο τα κλάματα που δεν έβαλε, κάτι που οδήγησε στις περίφημες τελευταίες λέξεις της: «Συγνώμη, κύριε, δεν ήθελα να το κάνω αυτό». Και όταν την έστησαν τελικά στην γκιλοτίνα, αποδείχθηκε ότι το βιαστικό κούρεμα που της είχαν κάνει την είχε αφήσει σχεδόν φαλακρή, κάτι που δυσκόλεψε πολύ το έργο του δήμιου όταν θέλησε να πιάσει το κομμένο κεφάλι από τα μαλλιά για να το επιδείξει στο φιλοθεάμον κοινό…

Η εκτέλεση του Λουδοβίκου ΙΣΤ’



Λίγους μήνες πριν από την Αντουανέτα, ο σύζυγός της και βασιλιάς της Γαλλίας εγκαινίασε την γκιλοτίνα στους βασιλικούς λαιμούς. Ο μονάρχης πέρασε από το ικρίωμα στις 21 Ιανουαρίου 1793, όχι όμως τόσο «ανώδυνα» όσο η βασίλισσά του. Για μια μέθοδο που υποτίθεται ότι ήταν γρήγορη και «ανθρωπιστική», ο βασιλιάς εκτελέστηκε με φριχτό τρόπο: όταν έπεσε η λεπίδα, απέτυχε να κόψει τον παχουλό λαιμό του Λουδοβίκου, αφήνοντας τον τραγικό άντρα να σφαδάζει από τον πόνο. Ευτυχώς για τον ίδιο, η λαιμητόμος τα κατάφερε με τη δεύτερη, με τον λαό να επευφημεί «Ζήτω η Επανάσταση» και να σπεύδει να βουτήξει τα μαντίλια του στο βασιλικό αίμα, καθώς ο δήμιος είχε ανυψώσει το κεφάλι για να το δει ο λαός…

Λουτρά αίματος και εκτός Παρισιού

Δυστυχώς, τα λουτρά αίματος της Γαλλικής Επανάστασης δεν περιορίστηκαν στους αντιφρονούντες εντός των τειχών της πρωτεύουσας, με την γκιλοτίνα να σπέρνει την αιματηρή της δράση σε πολλές ακόμα γωνιές της γαλλικής επικράτειας.

Τρανό παράδειγμα εδώ στέκει η Λυών, η δεύτερη μεγαλύτερη τότε πόλη της Γαλλίας και ισχυρό κέντρο εμπορίου και βιομηχανίας προ Επανάστασης, καθώς στα χρόνια της λαϊκής εξέγερσης η οικονομική δυσπραγία καθιερώθηκε στην πόλη, η οποία φάνταζε πια το μεγαλύτερο ανάχωμα στην εξέλιξη της επαναστατικής Γαλλίας. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Η Λυών γνώρισε από πρώτο χέρι τις μαζικές συναντήσεις με την γκιλοτίνα, καθώς ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού της ήταν αντεπαναστατικό. Πόσο μεγάλο;

Τόσο ώστε παρά τις μαζικές εκτελέσεις στη λαιμητόμο ο αριθμός των καταδικασμένων σε θάνατο μεγάλωνε συνεχώς, αναγκάζοντας τους επαναστάτες να φέρουν εκτελεστικά αποσπάσματα για να «καθαρίσουν» τη δουλειά. Εν τω μεταξύ, και στη Νάντη η γκιλοτίνα αποδείχθηκε εξαιρετικά αργή, κι εδώ οι επαναστάτες σκαρφίστηκαν άλλο τρόπο για μαζικότερη θανάτωση: κλείδωναν τα θύματα μέσα σε φορτηγίδες στο κοντινό ποτάμι και κατόπιν τις βούλιαζαν. Και μιλώντας για γαλλική φινέτσα, οι γκιλοτίνες της Νάντης ήταν βαμμένες κόκκινες, για να μη λεκιάζουν από το αίμα…

Παραήταν γρήγορη



Πρωτότυπες εκδοχές της γκιλοτίνας είχαν ελεγχθεί αρχικά στους λαιμούς ταλαίπωρων ζωντανών, όπως προβάτων και μοσχαριών, ενώ οι πρώτοι ανθρώπινοι δοκιμαστές της ήταν «φρέσκα» πτώματα από νεκροτομεία. Ο πρώτος άνθρωπος που πέρασε ποτέ από τη θανάσιμη νέα εφεύρεση, εγκαινιάζοντας τη χρήση της, ήταν ο ληστής Nicolas-Jacques Pelletier: το απογευματάκι της 25ης Απριλίου 1792, τα πλήθη συγκεντρώθηκαν για να δουν μια διαφορετική εκτέλεση, αν και αποχώρησαν από τη σεμνή τελετή κάπως δυσαρεστημένα και «μουδιασμένα», καθώς τα αιμοδιψή ένστικτα του όχλου δεν ικανοποιήθηκαν από το νέο όργανο του θανάτου.

Γι’ αυτό και έπρεπε να αναπτυχθεί ένας σαφώς πιο θεαματικός τρόπος εκτέλεσης, καθώς η συσκευή, παρά τη φονική αποτελεσματικότητά της, δεν «τράβαγε» τον κόσμο. Κι έτσι πλέον ένας έμπειρος δήμιος μπορούσε να εκτελέσει δύο ανθρώπους ταυτοχρόνως, πράγμα αποδοτικότερο για τους μεγάλους αριθμούς αντεπαναστατών που περίμεναν στην ουρά αλλά και σαφώς πιο μαγευτικό για την τέρψη του πλήθους. Ακόμα κι έτσι όμως το δύσκολο κοινό δεν ικανοποιούταν, καλώντας μαζικά για την επιστροφή της παραδοσιακής και λατρεμένης αγχόνης…

Ούτε τα πτώματα δεν ήταν ασφαλή

Σύμφωνα με τον ίδιο τον δρ. Guillotin, ένιωθε πολύ ανθρωπιστής γι’ αυτό και εισήγαγε στον χώρο των δημόσιων εκτελέσεων τη λαιμητόμο. Δεν ήθελε να υποφέρουν οι εγκληματίες και έψαχνε για έναν τρόπο εκτέλεσης απλό, γρήγορο και ανώδυνο. Και όταν κατέληξε στην γκιλοτίνα, δήλωσε πως όποιος περνούσε από δαύτη το μόνο που θα ένιωθε ήταν ένα τσιμπηματάκι στον λαιμό. Κάτι που κανένα θύμα της λαιμητόμου δεν αναίρεσε ποτέ!

Υπήρξε ωστόσο και -τουλάχιστον- ένας που σίγουρα δεν πρόκειται να κατάλαβε τίποτα: ο Charles Valaze καταδικάστηκε σε θάνατο και αυτοκτόνησε στο δικαστήριο το 1793 για να μην περάσει από τη δημόσια ατίμωση της γκιλοτίνας. Εξαιτίας όμως του νόμου που ο ίδιος ο γιατρός Guillotin βοήθησε καθοριστικά να περάσει και διατεινόταν πως «σε κάθε άνθρωπο που καταδικάζεται σε θανατική ποινή το κεφάλι θα πρέπει να διαχωρίζεται από το σώμα», ο δικαστής όρισε πως το πτώμα του Valaze όφειλε να περάσει από τη φονική διαδικασία, μην αφήνοντας ενοχλητικές λεπτομέρειες (όπως ότι ήταν ήδη νεκρός!) να καταστρατηγήσουν τη γραφειοκρατία…

Η Μαντάμ Τισό που έκανε την γκιλοτίνα τέχνη

Όλοι ξέρουμε τη Μαντάμ Τισό από το περίφημο μουσείο της με τα κέρινα ομοιώματα στο Λονδίνο.
Έχετε όμως αναρωτηθεί ποτέ πώς έγινε γνωστή η Τισό στο σκάρωμα των κέρινων φιγούρων της;
Η όχι και τόσο γνωστή ιστορία της είναι αρκούντως ανατριχιαστική! Οι Γαλλίδες ήταν λοιπόν υποχρεωμένες να μάθουν τα πάντα για την Επανάσταση και ενθαρρύνονταν έτσι να φέρνουν τα κεντήματα και τις άλλες χειροτεχνίες τους στις δημόσιες εκτελέσεις, ασχολούμενες με το χόμπι τους την ώρα που έβλεπαν κεφάλια να διαχωρίζονται από σώματα.

Ταλαντούχα στην κατεργασία του κεριού, η Τισό αποφάσισε να βγάλει λίγο παραδάκι στην περίοδο της «Βασιλείας του Τρόμου»: συνήθιζε να φιλοτεχνεί τις διαβόητες «μάσκες θανάτου» της από διάσημα κεφάλια που έβρισκε φρέσκα-φρέσκα στα καλάθια των λαιμητόμων! Η Τισό κάλυπτε προσεκτικά με καυτό κερί το κομμένο κεφάλι και κατόπιν μοσχοπουλούσε το έργο της. Και, όπως αποδείχθηκε, η συλλογή της με τα κέρινα κεφάλια ήταν τόσο δημοφιλής που της επέτρεψε να περιηγηθεί στη Βρετανία για περισσότερα από 30 χρόνια επιδεικνύοντάς τη, πριν καταλήξει τελικά στο ομώνυμο λονδρέζικο σπίτι της…

Πρόσεχε τι προπαγανδίζεις

Όπως μαντεύουμε με μεγάλη ευχέρεια από το επίθετό του, ο δρ. Joseph Ignace Guillotin ήταν ο γάλλος γιατρός που σκάρωσε την αποδοτική μηχανή του θανάτου δανείζοντάς της το όνομά του. Κάτι που βέβαια δεν είναι αληθές, καθώς η λαιμητόμος ήταν μια εφεύρεση του επίσης γιατρού Antoine Louis, ο οποίος συνήθιζε να την αποκαλεί «Louisette» ή «Louison» και οι εγκληματίες την έτρεμαν αποκαλώντας τη «Χήρα»!

Αυτό που έκανε ο Guillotin ήταν να εισάγει τη φονική μηχανή του Louis στη Γαλλία και να προπαγανδίσει τη χρήση της. Από τους πύρινους λόγους με τους οποίους προωθούσε την γκιλοτίνα, για να απαλλαγεί λέει επιτέλους η θανατική ποινή από τα βασανιστήρια που συνήθως συνεπαγόταν, το επίθετό του έμεινε συνώνυμο στη Γαλλία με το όργανο του θανάτου! Μετά τον θάνατο μάλιστα του Guillotin το 1814, τα παιδιά του προσπάθησαν να «καθαρίσουν» το οικογενειακό όνομα από τη συσκευή, το μόνο που κατάφεραν ωστόσο ήταν να αλλάξουν το δικό τους επίθετο. Το όνομα του Guillotin κόλλησε στην εφεύρεση, κάνοντας έτσι την γκιλοτίνα το μόνο όργανο εκτέλεσης που συνδέεται με το όνομα κάποιου (που δεν είναι ταυτοχρόνως και ο εμπνευστής της!).

Σκεφτείτε το: παλούκωμα, δηλητηρίαση, εκτελεστικό απόσπασμα, φονική ένεση, ηλεκτρική καρέκλα, κρεμάλα, καύση στην πυρά, κανένα δεν έχει συνδεθεί με το όνομα του εμπνευστή ή εισηγητή του. Ο κύριος Guillotin πρέπει να ένιωθε πολύ περήφανος…