Η τέχνη του τατουάζ είναι μία από τις αρχαιότερες μορφές τέχνης στην ιστορία της ανθρωπότητας. Άνθρωποι από διάφορους πολιτισμούς σε όλον τον κόσμο «βάφουν» τα σώματά τους εδώ και πάνω από 5.000 χρόνια είτε στο πλαίσιο θρησκευτικών τελετουργικών, είτε ως σύμβολα κοινωνικής θέσης, ή απλά για λόγους αισθητικής.

Η παράδοση αυτή συνεχίζεται μέχρι σήμερα, με μόνη διαφορά ότι… έχουν μειωθεί κατά πολύ οι πιθανότητες μόλυνσης από τη διαδικασία αυτή, γράφει ο Andrew Tarantola στο gizmodo.com.

Η τέχνη του τατουάζ κατά την αρχαιότητα

Η τέχνη του τατουάζ υπάρχει από την παλαιολιθική εποχή. Η μούμια του Ότζι («άνθρωπος των πάγων») είχε 57 τατουάζ και όπως εξήγησε στο περιοδικό Smithsonian η ερευνήτρια Joann Fletcher από το τμήμα Αρχαιολογίας του πανεπιστημίου York στη Μ. Βρετανία:

«Μετά από συζητήσεις με το συνεργάτη μου και καθηγητή, Don Brothwell, ο οποίος εξέτασε τη μούμια, η διανομή των τατουάζ –σημάδια από τελείες και σταυρούς- στο κάτω μέρος της σπονδυλικής στήλης, το δεξί γόνατο και τις αρθρώσεις του αστραγάλου έχει γίνει σε σημεία όπου εμφανίζεται εκφυλισμός, υποδηλώνοντας ότι μπορεί να είχαν γίνει ως μια μορφή ‘θεραπείας’ για να απαλυνθεί ο πόνος στις αρθρώσεις. Αυτό θα εξηγούσε επίσης την κάπως ‘τυχαία’ διανομή τους σε περιοχές του σώματος, που δεν ήταν εύκολο να φαίνονται αν είχαν δημιουργηθεί ως σύμβολα κοινωνικού στάτους».

Το ίδιο παρατηρείται και σε πολλούς προ-Κολομβιανούς πολιτισμούς τους Περού και της Χιλής.

Για παράδειγμα, ο πολιτισμός των Moche, που κυβέρνησε πολλά τμήματα των Άνδεων γύρω στο 500 π.Χ., χρησιμοποιούσε τα τατουάζ για να δηλώνει την ηγεσία. Οι αρχαιολόγοι πίστευαν για πολύ καιρό ότι η κοινωνία τους ήταν αυστηρά πατριαρχική, μέχρι που το 2006 ανακαλύφθηκε μια πάρα πολύ καλά διατηρημένη μούμια γυναίκας, η οποία είχε πολλά τατουάζ στο σώμα της, υποδηλώνοντας ότι η κοινωνία τους διακατεχόταν μάλλον από ισότητα ανάμεσα στα δύο φύλα.

Η μούμια αυτή έφερε τατουάζ τόσο από θρησκευτικές φιγούρες καθώς επίσης και από αράχνες και φίδια στα χέρια, τα πόδια και τις πατούσες της. Υπολογίζεται ότι ήταν περίπου 25 ετών και ήταν η πρώτη γυναίκα ηγέτης στον πολιτισμό των Moche που ανακαλύφθηκε ποτέ. Είχε θαφτεί μαζί με 23 τόξα και το πτώμα ενός εφήβου –πιθανώς στραγγαλίστηκε στο πλαίσιο τελετουργικής θυσίας κατά την ταφή- στοιχεία που υποστηρίζουν την άποψη ότι η γυναίκα αυτή ανήκε στα υψηλότερα στρώματα της κοινωνίας των Moche.

Η τέχνη των τατουάζ υπήρχε ακόμη στον πολιτισμό διαφόρων φυλών Ινδιάνων της Αμερικής, με τα τατουάζ πολλές φορές να εξυπηρετούν θρησκευτικούς σκοπούς, ή να αποτελούν «μετάλλια» νίκης σε πολέμους.

Βέβαια, δεν έσκιζαν όλοι το δέρμα τους και έτριβαν επάνω στις πληγές κάρβουνο για κάθε… κεφάλι που είχαν «πάρει» σε κάποια μάχη.

Οι Inuit, για παράδειγμα, -τουλάχιστον από τον 13 αιώνα και μετά- χρησιμοποιούσαν τα τατουάζ για αισθητικούς λόγους, καθώς επίσης και γιατί πίστευαν ότι θα τους προσέφεραν μια ειρηνική ζωή μετά θάνατον.

Όπως γράφει ο Cardinal Guzman, συγγραφέας του βιβλίου «The History of Tattoo»:

«Οι γυναίκες Εσκιμώοι είχαν τατουάζ, τα οποία μαζί με άλλα διακοσμητικά στοιχεία που είχαν στο πρόσωπό τους, θεωρούσαν ότι τις έκαναν πιο όμορφες και πιο θηλυκές. Για παράδειγμα κάποια τατουάζ συμβόλιζαν ότι ήταν έτοιμες να παντρευτούν και να κάνουν παιδιά.

Τα σημάδια γίνονταν με βελόνα και κλωστή, η οποία είχε περαστεί από καπνιά. Στη συνέχεια την περνούσαν κάτω από το δέρμα, ακολουθώντας ένα συγκεκριμένο μοτίβο.

Το piercing (τρύπημα του δέρματος) ήταν επίσης κοινό φαινόμενο, ενώ ως αξεσουάρ χρησιμοποιούνταν οστά, όστρακα, μέταλλα και χάντρες, τα οποία τοποθετούνταν στο κάτω χείλος στο πρόσωπό τους.

Ο καλλιτέχνης των τατουάζ ήταν συνήθως μια ηλικιωμένη γυναίκα, συνήθως συγγενής, καθώς σύμφωνα με τα πιστεύω της φυλής μόνο οι ψυχές των γενναίων πολεμιστών και των γυναικών με μεγάλα, όμορφα τατουάζ μπορούσαν να έχουν πρόσβαση στη μετά θάνατον ζωή».

Παρομοίως, οι άντρες της φυλής Cree συνήθιζαν να κάνουν τατουάζ σε όλο τους το σώμα, ενώ οι γυναίκες είχαν περίτεχνα διακοσμητικά σχέδια από τη μέση του θώρακά τους μέχρι τη λεκάνη, ως «προστατευτικές ασπίδες» για να έχουν ασφαλή εγκυμοσύνη.

Στις ακτές του Ειρηνικού, η φυλή των Maidu χρησιμοποιούσε τα τατουάζ για λόγους ομορφιάς.

Για τους προ-χριστιανούς Κέλτες και άλλες φυλές όπως οι Πίκτες, οι οποίοι κατοίκησαν πρώτοι τις Βρετανικές Νήσους, η τέχνη του τατουάζ ήταν πολύ κοινή και στα δύο φύλα.

Το ίδιο συνέβαινε και σε διάφορες περιοχές της Ασίας.

Ενώ οι Κινέζοι θεωρούσαν τα τατουάζ μια βάρβαρη πρακτική, οι κατάδικοι και οι σκλάβοι συχνά έφεραν σημάδια στο σώμα τους, που υποδήλωναν την κοινωνική τους θέση… είτε ως εγκληματίες, ή ως «ιδιοκτησία» άλλου.

Τα τατουάζ ήταν πολύ διάσημα στους κόλπους της φυλής των Ainu στην Ιαπωνία, με τις γυναίκες να έχουν διακοσμητικά σημάδια στα στόματα (που έμοιαζαν με μουστάκια) και στους πήχεις τους από πολύ μικρή ηλικία. Αυτό βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με μια άλλη παράδοση των Ainu, σύμφωνα με την οποία όλοι οι άνδρες σταματούσαν να ξυρίζονται σε μια ορισμένη ηλικία και άρχιζαν να μεγαλώνουν μεγάλες γενειάδες.

Η παράδοση των τατουάζ συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας, με τα μέλη της ιαπωνικής μαφίας Yakuza, συχνά να γεμίζουν το σώμα τους με περίτεχνα τατουάζ.

Πολλές φυλές ιθαγενών την Ινδονησίας, όπως αυτή των Dayak στο Kalimantan του Βόρνεο, έχουν επίσης στον πολιτισμό τους τα τατουάζ, τα οποία είναι γνωστά ως Kalingai ή pantang, και τα οποία πίστευαν ότι τους προστάτευαν από διάφορους κινδύνους.

Τα πρώτα εργαλεία τατουάζ

Η αρχαιότερη γνωστή μέθοδος τατουάζ περιλάμβανε το κόψιμο ή το τσίμπημα του δέρματος και το τρίψιμο στάχτης στην πληγή. Τα πρώτα τατουάζ εφαρμόζονταν με ένα μακρύ ραβδί, το οποίο είχε ενσωματωμένη μία αιχμηρή άκρη, μέθοδος που χρησιμοποιείται τουλάχιστον από το 3000 π.Χ., όπως ανακάλυψε ο αρχαιολόγος WMF Petrie στην περιοχή της Αβύδου, στην Αίγυπτο. Το «σετ» που βρήκε αποτελούνταν από ένα σύνολο πεπλατυσμένων βελονών δεμένες μαζί στο άκρο μιας ράβδου, οι οποίες δημιουργούσαν ένα διακεκομμένο μοτίβο. Στη συνέχεια, όπως ανέφερε το 19ο αιώνα ο συγγραφέας William Lane «επάνω στο τρυπημένο δέρμα εφαρμόζεται ένα μίγμα από καπνιά (από ξύλο ή λάδι) και μητρικό γάλα, το οποίο τρίβουν επάνω στην περιοχή».

Οι Μαορί στη Νέα Ζηλανδία και την Πολυνησία αποτελούν ίσως τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα φυλών, που χρησιμοποιούσαν τα τατουάζ εδώ και πάνω από 2.000 χρόνια.

Το παραδοσιακό τους εργαλείο, γνωστό ως au, κατασκευαζόταν από χαυλιόδοντες αγριογούρουνου και κέλυφος χελώνας, τα οποία δένονταν σε μια ξύλινη λαβή.

Ο καλλιτέχνης αφού βουτούσε τους ακονισμένους χαυλιόδοντες στη μπογιά, χτυπούσε το κέλυφος δυνατά, και η μύτη από το χαυλιόδοντα τρυπούσε το δέρμα. Οι άνδρες έκαναν τατουάζ από τη μέση του θώρακά τους μέχρι τα γόνατα, με τη διαδικασία να διαρκεί από την ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου. Σε πολλές περιπτώσεις περνούσε και ένας ολόκληρος χρόνος μέχρι να επουλωθούν οι πληγές, οι οποίες πλέονταν με θαλασσινό νερό. Η διαδικασία ήταν βασανιστική, ενώ πολλές φορές δεν έλειπαν οι δυνητικά θανατηφόρες λοιμώξεις.

Η «παράδοση» συνεχίστηκε στη Δύση

Ο όρος τατουάζ (tattoo) προέρχεται από την λέξη «tatau» της Ταϊτής και εισήχθη για πρώτη φορά στο αγγλικό λεξιλόγιο από τον Captain James Cook, όταν επέστρεψε από τα ταξίδια του στο Νότιο Ειρηνικό, στα μέσα του 18ου αιώνα.

Πολλοί από τους άντρες του, ανάμεσα στους οποίους και ο αριστοκράτης βοτανολόγος, Sir Joseph Banks, επέστρεψαν στην Αγγλία με τα… δικά τους σημάδια.

Μέχρι τoν 19ο αιώνα πολλά μέρη της ευρωπαϊκής αριστοκρατίας είχαν κάνει τατουάζ, συμπεριλαμβανομένων του βασιλιά Εδουάρδου VII και Γεωργίου V και του βασιλιά Φρειδερίκου IX της Δανίας και του τσάρου Νικολάου II της Ρωσίας.



Τα σύγχρονα εργαλεία τατουάζ

Τα σύγχρονα εργαλεία τατουάζ έχουν τις ρίζες τους στην εφεύρεση του Samuel O’Reilly το 1891, ο οποίος κατασκεύασε και πατένταρε το πρώτο περιστροφικό μηχάνημα για τατουάζ. Ο ίδιος βασίστηκε σε μια προηγούμενη πατέντα του Thomas Edison, που είχε σχεδιαστεί για την παραγωγή αντιγράφων εγγράφων μέσω της διάτρησης του αρχικού και την απόθεση μελάνης σε ένα δεύτερο φύλλο χαρτιού από κάτω. Αυτό το μηχάνημα χρησιμοποιούσε ένα ηλεκτρικό μοτέρ, γύρω από ένα περιστρεφόμενο άξονα, ο οποίος σήκωνε και κατέβαζε τη βελόνα.

Αργότερα εμφανίστηκαν βελτιωμένες εκδόσεις του αρχικού αυτού εργαλείου (coil tattoo machines), οι οποίες προκαλούν λιγότερη ζημιά στο δέρμα.

Η τελευταία επανάσταση στην παράδοση των τατουάζ έγινε το 2000 όταν παρουσιάστηκε η πρώτη μηχανή τατουάζ πεπιεσμένου αέρα στον κόσμο. Μπορεί να αποστειρωθεί, κάτι που μειώνει δραστικά τα ποσοστά λοιμώξεων.

Το 2009 η εταιρεία Neuma παρουσίασε μία υβριδική μηχανή τατουάζ πεπιεσμένου αέρα, η οποία απελευθερώνει αντιμικροβιακούς παράγοντες, κάθε φορά που η βελόνα ακουμπά κάτι υγρό, ελαχιστοποιώντας τις πιθανότητες να μεταφερθεί κάποιος παθογόνος μικροοργανισμός από το αίμα ενός πελάτη στον επόμενο.

Τα τατουάζ στις μέρες μας…

Πλέον, μπορεί να πει κανείς ότι τατουάζ έχει… «και η κουτσή Μαρία», καθώς η μόδα τους έχει εξαπλωθεί σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης.

Μάλιστα, η παράδοση των τατουάζ πλέον θεωρείται ως μια μορφή υψηλής τέχνης, με πολλούς χώρους και ινστιτούτα σύγχρονης τέχνης να περιλαμβάνουν εκθέσεις με καλλιτεχνικά δημιουργήματα… επάνω στο ανθρώπινο δέρμα.