Μια μαθήτρια από το Σαν Αντόνιο του Τέξας, η Andrea Hernandez, αποβλήθηκε από το σχολείο της επειδή αρνήθηκε να χρησιμοποιεί την καινούρια μαθητική ταυτότητα του σχολείου, η οποία περιέχει «τσιπ» εντοπισμού.

Οι ταυτότητες αυτές, ή αλλιώς «έξυπνες» μαθητικές κάρτες, περιέχουν ένα RFID (radio-frequency identification) τσιπ το οποίο αποσκοπεί στην παρακολούθηση των μαθητών μέσα στο χώρο του σχολείου. Ξεκίνησαν να χρησιμοποιούνται πιλοτικά στην αρχή του σχολικού έτους σε δυο σχολεία της περιοχής, ένα από τα οποία είναι το John Jay High School, το σχολείο της Andrea.

Πέρα από τη δυνατότητα να εντοπίζουν τη θέση των μαθητών, οι ταυτότητες δίνουν ακόμα στα σχολεία μια γενική ιδέα για τον αριθμό των μαθητών που παρακολουθούν μαθήματα καθημερινά, αριθμός ο οποίος ορίζει και τη χρηματοδότηση τους από την Πολιτεία.

Με την άρνησή της, το σχολείο είπε στην μαθήτρια πως δεν θα μπορούσε πια να παρακολουθεί μαθήματα εάν δεν φορούσε την ταυτότητα και πως, εναλλακτικά, θα μπορούσε να παρακολουθεί μαθήματα σε άλλα σχολεία της περιοχής που δεν έχουν ενταχθεί ακόμα στο πιλοτικό πρόγραμμα.

Σύμφωνα με την εφημερίδα Houston Press μάλιστα, το σχολείο προσφέρθηκε να αφαιρέσει το τσιπ εντοπισμού από την ταυτότητα, αλλά η Andrea θα έπρεπε να συνεχίσει να την έχει πάντα μαζί της, κάτι που μαθήτρια δεν δέχτηκε.

Αν και η Andrea αρνήθηκε να χρησιμοποιεί την ταυτότητα όχι λόγω της λειτουργίας της αλλά λόγω των θρησκευτικών πεποιθήσεων της, σύντομα στο πλευρό της τάχθηκε το ινστιτούτο Rutherford το οποίο είναι αφιερωμένο στην υπεράσπιση των πολιτικών ελευθεριών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Μαζί πήγαν την υπόθεση στα δικαστήρια όπου κέρδισαν μια προσωρινή περιοριστική εντολή ώστε η μαθήτρια να επιστρέψει στο σχολείο, ενώ το τοπικό δικαστήριο διέταξε ακρόαση την επόμενη εβδομάδα για τις ταυτότητες και την χρήση τους.

Ο John Whitehead, πρόεδρος του ινστιτούτου δήλωσε πως «η προθυμία του δικαστηρίου να χορηγήσει περιοριστικά μέτρα είναι ένα καλό πρώτο βήμα, αλλά έχουμε ακόμα πολύ δρόμο – όχι μόνο σε αυτήν την υπόθεση αλλά σε γενικές γραμμές στη νοοτροπία που λέει ότι ο καθένας θα πρέπει να παρακολουθείται και να ελέγχεται».

«Τα προγράμματα αυτά» συμπλήρωσε, «έχουν απώτερο σκοπό να κάνουν τους μαθητές να συνηθίσουν να ζουν σε μια κατάσταση επιτήρησης, όπου δεν θα υπάρχει προστασία της ιδιωτικής ζωής και όπου και να πάτε και ό,τι και να στέλνετε μέσω μηνυμάτων ή e-mail, θα ελέγχεται από την κυβέρνηση».

Πριν από λίγους μήνες μάλιστα, προτού ξεκινήσει να εφαρμόζεται το μέτρο, η Andrea ήταν επικεφαλής μιας ομάδας μαθητών που αντιτίθενται στη χρήση των ταυτοτήτων. Είχε τότε δηλώσει στον τηλεοπτικό σταθμό Kansas State Network πως «με κάνει να νοιώθω άβολα. Είναι μια εισβολή στην ιδιωτική ζωή μου».