Ανοιχτό το ενδεχόμενο μιας εκ νέου επιβολής της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, η οποία αντικαταστάθηκε χθες από τον νέο αντιτρομοκρατικό νόμο, στην περίπτωση μιας μαζικής επίθεσης, άφησε ο Γάλλος υπουργός Εσωτερικών Ζεράρ Κολόμπ.

«Σε περίπτωση μιας μαζικής δολοφονικής επίθεσης – σαν και αυτή που βιώσαμε στο Μπατακλάν – είναι πιθανό να υποχρεωθούμε να την επιβάλλουμε εκ νέου, αλλά θα διασφαλίσουμε ότι θα είμαστε σε θέση να διαχειριστούμε καταστάσεις κρίσεων. Αν εξελιχθεί σε πολύ σοβαρή, τότε μπορεί να επιστρέψουμε στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης» δήλωσε σήμερα ο Κολόμπ, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο γαλλικό τηλεοπτικό δίκτυο BFM.

Ο υπουργός εντούτοις τόνισε ότι και με τον νέο νόμο «θα είμαστε εξίσου προστατευμένοι»: «Ο νόμος που θεσπίσαμε μας επιτρέπει να διαχειριστούμε αυτού του είδους τις καταστάσεις και συγκεκριμένα να αποτρέψουμε αρκετές επιθέσεις».

Ο Κολόμπ, σύμφωνα με δημοσίευμα του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων, που αναμεταδίδει το αντίστοιχο Αθηναϊκό, υπογράμμισε ότι «περίπου 20 άνθρωποι θα τελούν σε κατ’ οίκον περιορισμό με βάση τον νέο αντιτρομοκρατικό νόμο», ενώ με το καθεστώς κατάστασης έκτακτης ανάγκης, 41 ήταν υπό τον ίδιο περιορισμό.

Το μέτρο «θα αφορά περίπου 20 ανθρώπους και αυτοί θα τελούν υπό παρακολούθηση», τόνισε ο Γάλλος υπουργός, σημειώνοντας ότι οι συγκεκριμένοι θα πρέπει να «εμφανίζονται κάθε μέρα σε αστυνομικό τμήμα». Όπως τόνισε, «στην αρχή της επιβολής της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, εκατοντάδες άνθρωποι τελούσαν υπό παρακολούθηση, ενώ τώρα ο αριθμός είναι σχετικά περιορισμένος».

Την Δευτέρα ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν υπέγραψε τον νέο αντιτρομοκρατικό νόμο που θα αντικαταστήσει την κατάσταση έκτακτης ανάγκης, που είχε επιβληθεί στη χώρα μετά τις τζιχαντιστικές επιθέσεις στο Παρίσι τον Νοέμβριο του 2015.

Το νομοσχέδιο προβλέπει ενισχυμένες εξουσίες στις κυβερνητικές αρχές (νομαρχίες, υπουργείο Εσωτερικών) να θέτουν κάποιον (όχι πλέον κατ’ οίκον περιορισμό, αλλά να του απαγορεύουν να απομακρύνεται από μια συγκεκριμένη περιοχή), τη διεξαγωγή ερευνών κοντά σε χώρους λατρείας, ή να πραγματοποιούν ελέγχους ταυτότητας κοντά στα σύνορα. Όλες οι έρευνες θα μπορούν να διεξάγονται χωρίς την προέγκριση των δικαστικών αρχών.